Τσίπρας και Μητσοτάκης ψάχνουν δημοσιονομικό χώρο. Ο ένας για παροχές ο άλλος για μείωση φόρων.
Από τις
ομιλίες του πρωθυπουργού αλλά και του αρχηγού της αξιωματικής
αντιπολίτευσης στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης προέκυψε και ένα κοινό
στοιχείο: Τσίπρας και Μητσοτάκης, υποσχέθηκαν ότι θα μοιράσουν
δισεκατομμύρια τα οποία υπάρχουν μόνο στη… θεωρία.
Ποιο είναι το κοινό σκεπτικό; Θα
επιδιώξουν να πείσουν τους θεσμούς, ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος, από
το 3,5% που πρέπει να διαμορφωθεί για την περίοδο μετά το 2018, να πέσει στο 2%
ώστε η διαφορά της μιάμιση ποσοστιαίας μονάδας να δημιουργήσει δημοσιονομικό
χώρο είτε για παροχές (σε αυτές πιστεύει ο πρωθυπουργός) είτε για μειώσεις
φόρων (αυτές εξήγγειλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αυτή η βασική παραδοχή πάνω στην
οποία οι δύο αρχηγοί στήριξαν τις εξαγγελίες τους, πατάει πάνω σε δύο λογικά
άλματα: πρώτον ότι οι θεσμοί θα εγκαταλείψουν την δεδηλωμένη σε όλους τους
τόνους άρνησή τους για την παραμικρή μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Και
δεύτερον, ότι η ελληνική οικονομία θα λειτουργήσει με τέτοιο τρόπο τα επόμενα
δύο χρόνια ώστε αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα να μπορούν να παραχθούν χωρίς
επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα.
Κατά την προχθεσινή του ομιλία, ο
Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε σαφείς τις προθέσεις του: να δημιουργήσει μέσα από
την κατακόρυφη μείωση των φορολογικών συντελεστών ειδικά για τις επιχειρήσεις,
γόνιμο έδαφος ώστε να τονωθούν οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα.
Μάλιστα, όρισε και τον πήχη: να
πραγματοποιηθούν επενδύσεις 100 δις. ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία ώστε το
σύνολο των επενδύσεων να φτάσει να αντιστοιχεί –ύστερα από την καθίζηση των
τελευταίων ετών- στο 20% του ΑΕΠ.
Το σχέδιο ενέχει ένα ρίσκο: οι
επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν το «δώρο» που προβλέπει η οικονομική πολιτική
της Νέας Δημοκρατίας, όχι για να πραγματοποιήσουν επενδύσεις αλλά για να
διανείμουν μερίσματα (για τα οποία επίσης προτείνεται κατακόρυφη μείωση του
συντελεστή στο ένα τρίτο από ότι είναι σήμερα).
Η πολιτική που παρουσίασε ο κ.
Μητσοτάκης, ενέχει ένα ακόμη ρίσκο: συνήθως υπάρχει σημαντική χρονική υστέρηση
ανάμεσα στη μείωση ενός φορολογικού συντελεστή και στο αποτέλεσμα αυτής της
μείωσης (προσέλκυση επενδύσεων, αύξηση των δηλωθέντων κερδών κλπ). Είναι λοιπόν
ένα ερώτημα το τι γίνεται στο μεσοδιάστημα από τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται
υπό αυστηρή δημοσιονομική επιτήρηση.
Ποιο όμως είναι το κόστος
των εξαγγελιών του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας
«Μειώνεται μεσοσταθμικά ο ΕΝΦΙΑ
κατά 30% εντός 2 ετών (20% τον πρώτο χρόνο, και 10% τον δεύτερο). Θα ωφεληθεί
όλη η κοινωνία και περισσότερο από όλους τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα»,
υποστήριξε ο κ. Μητσοτάκης.
Η φετινή βεβαίωση του ΕΝΦΙΑ
ανήλθε στα 3,17 δις. ευρώ. Η μεσοσταθμική μείωση κατά 20% τον πρώτο χρόνο θα
κοστίσει περίπου 600-650 εκατ. ευρώ χωρίς να ληφθεί υπόψη η επιβάρυνση στα
δημόσια έσοδα από την επερχόμενη νέα μείωση των αντικειμενικών αξιών (υπάρχει
μνημονιακή απαίτηση για εξίσωση των αγοραίων τιμών με τις αντικειμενικές κάτι
που θα επηρεάσει τον ΕΝΦΙΑ από το 2018 και μετά). Στον δεύτερο χρόνο, το
συνολικό δημοσιονομικό κόστος θα ανέλθει στο ένα δις. ευρώ.
«Μειώνεται ο φορολογικός
συντελεστής στα επιχειρηματικά κέρδη από το 29% στο 20% εντός δύο ετών
(στο 24% τον πρώτο χρόνο και στο 20% τον δεύτερο) καθώς και η φορολόγηση στα
μερίσματα από το 15% στο 5%». Η συνολική βεβαίωση του φόρου εισοδήματος νομικών
προσώπων, εκτιμάται για το 2016 (κέρδη 2015) περίπου στα 3,8-4 δις. ευρώ. Η
μείωση του συντελεστή από το 29% στο 24% κατά το πρώτο έτος επιφέρει μείωση των
φορολογικών εσόδων κατά τουλάχιστον 17% δηλαδή περίπου κατά 650 εκατ. ευρώ. Με
τη δεύτερη μείωση από το 24% στο 20%, τα έσοδα θα μειωθούν περαιτέρω κατά 16%
με αποτέλεσμα το συνολικό δημοσιονομικό κόστος στον δεύτερο χρόνο εφαρμογής των
μέτρων να ξεπεράσει τα 1,1-1,2 δις. ευρώ
«Μείωση των φορολογικών
συντελεστών στα φυσικά πρόσωπα με εισαγωγικό συντελεστή 9%». Η εξαγγελία είναι
αδύνατον να αποτιμηθεί δημοσιονομικά καθώς δεν αναφέρεται ποια θα είναι η νέα
φορολογική κλίμακα ούτε αν θα υπάρχει η φορολογική έκπτωση των 1900-2100 ευρώ
που ισχύει σήμερα. Αν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εννοούσε ότι θα
μειώσει τον σημερινό εισαγωγικό συντελεστή του 22% στο 9%, το δημοσιονομικό
κόστος μπορεί να ξεπεράσει τα 3 δις. ευρώ καθώς θα ωφεληθεί το σύνολο των
φορολογουμένων που εμφανίζουν εισόδημα πάνω από 8500 ευρώ.
Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών
των εργαζομένων. Κάθε μονάδα μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων
κοστίζει στον προϋπολογισμό των ασφαλιστικών ταμείων περίπου 400-500 εκατ.
ευρώ.
Μείωση του ΦΠΑ, με καθιέρωση δύο
συντελεστών 11% και 22%. Δεδομένου ότι τα ετήσια έσοδα από τον ΦΠΑ ανέρχονται
περίπου στα 14 δις. ευρώ, η μείωση των συντελεστών από το 13% στο 11% και από
το 24% στο 22% μπορούν να προκαλέσουν δημοσιονομικό κόστος της τάξεως των 1,4
δις. ευρώ σε ετήσια βάση. Το ποσό αυτό, μπορεί να περιοριστεί μόνο αν η μείωση
των συντελεστών οδηγήσει σε αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης.
Ο αρχηγός της αξιωματικής
αντιπολίτευσης, διαφοροποιούμενος εντελώς σε σχέση με την ακολουθούμενη
οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, αναφέρθηκε συγκεκριμένα και στην εξασφάλιση
πόρων από την περιστολή των δημοσίων δαπανών.
- 200 εκατομμύρια ευρώ, από τη μείωση των
καταναλωτικών δαπανών του Δημοσίου κατά 12%.
- 400 εκατομμύρια ευρώ, από τη βελτίωση των
αποτελεσμάτων των ΔΕΚΟ και όλων των Νομικών Προσώπων της Γενικής
Κυβέρνησης.
- 150 εκατομμύρια ευρώ, από την αναστολή των
προβλεπόμενων αυξήσεων στους δημοσίους υπαλλήλους.
- 140 εκατομμύρια ευρώ, από τη μείωση των
δαπανών για τόκους στα Έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, φτάνοντας
το κόστος στο ύψος του 2014. (σ.σ οι τόκοι δεν αφορούν στο πρωτογενές
πλεόνασμα. Δηλαδή, η μείωση των τόκων δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως
ισοδύναμο απέναντι στους δανειστές για να δικαιολογηθεί η μείωση κάποιου
φορολογικού συντελεστή.
- 140 εκατομμύρια ευρώ, από τον εξορθολογισμό
της κρατικής επιχορήγησης στα ευγενή ταμεία (σ.σ δεδομένου ότι η βασική
δαπάνη των ταμείων είναι οι συντάξεις, η περικοπή παραπέμπει σε μείωση
συντάξεων.
- 100 εκατομμύρια ευρώ, από το συμψηφισμό
οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΓΑ με αγροτικές επιδοτήσεις (δεν
είναι μέτρο μόνιμου χαρακτήρα).
- 150 εκατομμύρια ευρώ, από την ηλεκτρονική
διακυβέρνηση, τις ηλεκτρονικές προμήθειες και την Εθνική Στρατηγική για το
Φάρμακο.
- 20 εκατομμύρια ευρώ από τη συγχώνευση
κτιριακών υποδομών.
- 75 εκατομμύρια ευρώ τον πρώτο χρόνο και 300
εκατομμύρια ευρώ στην τετραετία, από τη διατήρηση της υπάρχουσας σχέσης
προσλήψεων και αποχωρήσεων στο δημόσιο.
- 100 εκατομμύρια ευρώ τον πρώτο χρόνο και 400
εκατομμύρια ευρώ στην τετραετία από την κατάργηση δομών που δημιουργήθηκαν
επί ΣΥΡΙΖΑ από τις αρχές του 2015 και από τη στρατηγική εκχωρήσεων
(outsourcing) στον ιδιωτικό τομέα.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου