γράφει ο Θωμάς Τσαλαπάτης
Το φετινό καλοκαίρι είναι μια
αναβολή που αναβλήθηκε. Ενα παρ’ όλα αυτά που κατοχυρώθηκε από το πουθενά. Μια
απροσδόκητη ρουτίνα που δεν θυμίζει σε τίποτα τις ολόιδιες ρουτίνες των
περασμένων ετών. Δεν είναι η συνέπεια του καύσωνα, δεν είναι το άδειασμα της
πόλης, δεν είναι η προσδοκία της παύσης και της θάλασσας. Αυτό που δίνει τον
τόνο είναι η γνώση, η καθημερινή επιβεβαίωση πως αυτό που θα ακολουθήσει θα
είναι άσχημο και σκληρό. Ηδη τα πρώτα άρθρα στον ελληνικό και τον ξένο Tύπο
μιλούν για ένα δεύτερο -ενδεχομένως πιο επιθετικό- κύμα της πανδημίας. Κανείς
δεν γνωρίζει ποια ακριβώς θα είναι τα μέτρα που θα το διαδεχτούν, αλλά ακόμη
και οι υποθέσεις είναι αρκετές για να συνειδητοποιήσεις πως αυτό που
καιροφυλαχτεί δεν είναι και τόσο ευοίωνο. Ταυτόχρονα το οικονομικό σύστημα που
συγκροτεί τις κοινωνίες πνέει τα λοίσθια. Οι αντιδράσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης
είναι όσο μίζερες και φοβικές περιμέναμε να είναι, τα διάφορα πακέτα και δάνεια
είμαστε σίγουροι πού θα πάνε. Ο πρώτος γύρος άλλωστε της πανδημίας ήταν απλώς η
αρχή, μια ενδεικτική οικονομική διαχείριση μιας νέας έκτακτης ανάγκης μέχρι την
επόμενη.
Και συ μέσα σ’ όλα αυτά ζητάς την
παύση. Να φύγεις για λίγο. Να αδειάσεις για λίγο. Πριν όλα αυτά, τα τόσο
πρόσφατα στη ζωή σου, επιστρέψουν. Και θα φύγεις. Και θα πας. Αλλά όλα σε
εμποδίζουν. Αυτή η αίσθηση πως κάτι μπορεί να συμβεί. Η καθημερινή σου
ενημέρωση για τον αριθμό των νέων κρουσμάτων. Η έγνοια σου να μάθεις σε ποια
περιοχή καταγράφηκαν, μπας και είναι η περιοχή που παραθερίζεις. Η καχυποψία
σου για την ενημέρωση και τους αριθμούς. Η φοβική στάση του σώματος και των
κινήσεών σου όπως σου έμεινε από την περίεργη άνοιξη που βίωσες στην καραντίνα.
Ενα σώμα σε πλήρη αντίθεση με τα σώματα των καλοκαιριών που είχες συνηθίσει.
Διακοπεύεις από κεκτημένη ταχύτητα. Περισσότερο αντανακλαστικά παρά από
επιλογή. Και το ξέρεις.
Είναι λίγο σαν να φεύγεις για
διακοπές και να αφήνεις πίσω ένα πρόσωπο αγαπημένο σε κρίσιμη κατάσταση, έναν
συγγενή στο νοσοκομείο, μια ενδεχόμενη πληγή ανοιχτή. Και δεν μπορείς να
ησυχάσεις και το τηλέφωνο σου κλέβει την ηρεμία. Και δεν χτυπά και δεν χτυπά
και κυρίως τότε είναι πιο ύποπτο όταν δεν αποκαλύπτει νέα, μόνο σε αφήνει
στάσιμο. Ενα ατελείωτο «τα ίδια» τις φορές που μαθαίνεις νέα. Που δεν είναι
νέα, είναι απλώς η επιβεβαίωση μιας κατάστασης. Μιας κατάστασης που άφησες πίσω
και μιας κατάστασης που σε εμποδίζει διαρκώς να βρεθείς μακριά όσο και αν
ταξιδέψεις. Ενα «τα ίδια» που κουβαλάει τις αποσκευές σου και σε ορίζει στάσιμο
μέσα σε κάθε είδους ταχύτητα. Γιατί το γνωρίζεις πως κάθε στιγμή μπορεί να είναι
η στιγμή που το τηλέφωνο θα χτυπήσει και εσύ θα πρέπει να γυρίσεις πίσω.
Το φετινό καλοκαίρι προέκυψε
σχεδόν από τύχη. Δεν κατασκευάστηκε για να σε ξεκουράσει. Κατασκευάστηκε για να
το καταναλώσεις όσο περισσότερο μπορείς. Εσύ μαζί με όποιον τουρίστα τον φέρει
εδώ ο δρόμος του. Είμαστε μια κοινωνία υπηρεσιών. Για να υπάρξει η κοινωνία
πρέπει οι υπηρεσίες να συνεχίσουν. Ακόμα και αν χρειαστεί εμείς για φέτος να
παριστάνουμε τους πελάτες. Και σου κάνει εντύπωση που όπου και αν πας ξαφνικά
όλοι είναι πιο ευγενικοί μαζί σου.
Οχι δεν είναι καλοκαίρι αυτό.
Είναι προθάλαμος για κάτι που δεν γνωρίζουμε. Εμπλουτισμένο με ζέστη και
καμουφλαρισμένο με παλιές συνήθειες. Ο,τι και να ναι θα το αντιληφθούμε
αναδρομικά. Θα το καταλάβουμε αφού έχει περάσει. Προς το παρόν θα συνεχίσουμε
να προσποιούμαστε. Θα συνεχίσουμε να ετοιμαζόμαστε για κάτι που δεν γνωρίζουμε
καν. Θα χρησιμοποιήσουμε τις φράσεις-κονσέρβα αυτή τη φορά με απόλαυση γιατί
έχουμε ανάγκη από την κοινοτοπία τους, από την καθησυχαστική χαζομάρα τους:
«Γεμίζουμε τις μπαταρίες μας», «καλοκαιράκι», «τα τζιτζίκια, το Αιγαίο, ο
Ελύτης μπλαμπλαμπλα». Και μόλις γυρίσουμε θα ευχηθούμε για πρώτη φορά ηδονικά
αυτό το απαίσιο: «καλό χειμώνα». Ακριβώς γιατί θα γνωρίζουμε πως ο χειμώνας
μάλλον δεν θα ’ναι καλός και πως αυτό ήταν το πιο παράδοξο καλοκαίρι. Καλό
χειμώνα λοιπόν.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου