γράφει ο Παντελής Μπουκάλας
Οταν με το καλό λυτρωθούμε από
τον βρόχο του κορωνοϊού, ωφέλιμο θα ’ναι και τίμιο να ξαναδούμε με προσοχή
κάποιες παραμέτρους του πολιτικού βίου μας. Χωρίς το άγχος του πιεστικού χρόνου
και των έκτακτων συνθηκών. Ενα άγχος που, όπως καλά ξέρουμε, συχνά χρησιμοποιείται
σαν απλή πρόφαση ή άλλοθι, προς διεκπεραίωση αλλοτρίων υποθέσεων. Αυτό
συμβαίνει, λ.χ., με το πατροπαράδοτο τέχνασμα των απευθείας αναθέσεων.
Οποιος ισχυριστεί πως η
συγκεκριμένη ευέλικτη μέθοδος αποτρέπει την κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος
και ενισχύει τη διαφάνεια, πρέπει να προσκομίσει αντίγραφο του γενεαλογικού του
δέντρου. Ωστε, εξετάζοντας με μεγεθυντικό φακό τον κορμό και τα κλαδιά, να
βεβαιωθούμε ότι στους αιματικούς προγόνους του δεν συγκαταλέγεται ο βαρώνος
Μινχάουζεν ούτε ο Θεόδωρος Πάρλας ή Ψευτοθόδωρος, ωραία παιγμένος από τον Ντίνο
Ηλιόπουλο στην ταινία «Ζητείται ψεύτης».
Η διαδικασία των απευθείας
αναθέσεων χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στη σπάταλη προολυμπιακή περίοδο, ακόμα
και μέχρι τον Ιούνιο του παραμυθένιου 2004. Και χρησιμοποιείται και τώρα, με
την αφορμή (ή την ευκαιρία;) της πανδημίας. Μάλιστα, τέλη του Φλεβάρη το
υπουργείο Ανάπτυξης κατέθεσε σχέδιο νόμου που προβλέπει την αύξηση του σχετικού
χρηματικού ορίου: από τις 20.000 ευρώ στις 30.000 για την προμήθεια αγαθών και
υπηρεσιών και στις 60.000 για τα δημόσια έργα.
Δεν προλαβαίναμε τότε, διότι τα
πράγματα είχαν «κατεπείγοντα χαρακτήρα». Δεν προλαβαίνουμε και τώρα, αφού και
πάλι τα πράγματα επιβάλλουν την κατεπείγουσα αντιμετώπισή τους, δίχως
«αντιπαραγωγική εμμονή» σε χρονοβόρες λεπτομέρειες, όπως οι διαγωνισμοί, και δη
οι μη φωτογραφικοί. Γιατί ακριβώς έχει κατεπείγοντα χαρακτήρα η προμήθεια
απορρυπαντικών για τις φυλακές, λ.χ., δεν εξηγείται εύκολα. Και ακόμα πιο
δύσκολο είναι να πειστούν όλοι ότι ενίοτε το κατεπείγον του πράγματος, που
συγχωρεί πολλά, δεν προκύπτει από εσκεμμένη «αφηρημάδα».
Οι απευθείας αναθέσεις είναι μια ευφημιστική πατέντα που αποδεικνύει ότι ο παλαιοκομματισμός καλά κρατεί και στον 21ο αιώνα, τον τρίτο του ελεύθερου εθνικού μας βίου. Αποδεικνύει επιπλέον τη βαθιά αλήθεια του δόγματος «ο χρόνος είναι χρήμα»: Πράγματι, όταν αφήνεις τον χρόνο να χάνεται άπραγος, τον μετατρέπεις σε ζεστό χρήμα για τον ευνοούμενο, τον απευθείας αναλαμβάνοντα τη μια ή την άλλη προμήθεια. Κακά τα ψέματα. Με το δημόσιο χρήμα, όλοι φερόμαστε με γαλαντομία. Προβλεπτικοί και σφιχτοχέρηδες είμαστε με τα του οίκου μας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου