Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Η ύποπτη στάση της Τουρκίας σε σχέση με το Ισλαμικό Κράτος

Του Θέμη Τζήμα
Ο Αχμέντ Νταβούτογλου και φυσικά ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίστηκαν στο προσκήνιο πριν από αρκετά χρόνια με το δόγμα των μηδενικών προβλημάτων της Τουρκίας με τους γείτονές της και ταυτόχρονα με έναν σχεδόν απροκάλυπτο νεοοθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό σε σχέση με την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων.
Η ένταση μεταξύ των δύο αντιφατικών αυτών επιδιώξεων έγειρε την πλάστιγγα υπέρ του μεγαλοϊδεατισμού και έστειλε στον κάλαθο των αχρήστων τη ρητορική περί μηδενικών προβλημάτων με αρκετές από τις γείτονες χώρες. Το πιο εμφανές δε, παράδειγμα είναι η περίπτωση της Συρίας.
Στη χώρα αυτή που εδώ και σχεδόν 4 χρόνια ρημάζει από την εσωτερική σύγκρουση, την έμμεση ιμπεριαλιστική επέμβαση, το γιγαντιαίο ανθρώπινο και οικονομικό κόστος, τις βαρύτατες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και φυσικά την επέκταση του “Ισλαμικού Κράτους”, όπως και άλλων σκοταδιστικών και βάρβαρων οργανώσεων, το δόγμα των μηδενικών προβλημάτων έχει εξελιχθεί σε καθαρή επιθετικότητα και σε προσπάθεια της Τουρκίας να πλασαριστεί ως ο περιφερειακός τοποτηρητής του ιμπεριαλισμού αποκομίζοντας για την ίδια τα αντίστοιχα οφέλη.
Μετά τις αρχικές προσπάθειες- προ του συριακού εμφυλίου- να επιτύχει σχέσεις συνεργασίας με το καθεστώς Άσαντ, η Τουρκία- εν μέσω εμφυλίου- αποτέλεσε και
αποτελεί την κύρια βάση εκπαίδευσης και αποστολής στο εσωτερικό της Συρίας κάθε λογής αντικαθεστωτικών.
Η σχέση της δε με τους φανατικούς ισλαμιστές, τόσο σε ό,τι αφορά τα προαναφερθέντα- εκπαίδευση, περίθλαψη, αποστολή, υποστήριξη- όσο και σε ό,τι αφορά τα έσοδα του Ισλαμικού Κράτους χάρη στη μαύρη αγορά πετρελαίου που λαμβάνει χώρα μέσα στην Τουρκία- προφανώς όχι εν αγνοία της κυβέρνησης- είναι καταφανής.
Πληρεί όλες τις προϋποθέσεις του εγκλήματος της επιθετικότητας εις βάρος κυρίαρχου κράτους, έγκλημα που ενίσχυσε και κάλυψε η Δύση, συμπεριλαμβανομένης και της ψοφοδεούς συγκυβέρνησης της Ελλάδας, σε ένα κρεσέντο ανόητης για την ίδια τη Δύση και καταστροφικής για την περιοχή πολιτικής.
Οι “τζιχαντιστές” δεν εμφανίστηκαν από το πουθενά, ούτε είναι άγνωστοι στη Δύση και στους συμμάχους της στην περιοχή. Οι τελευταίοι μάλιστα, ουδόλως τους υποτίμησαν σε αντίθεση ίσως με την εμφανώς βραχυκυκλωμένη ως προς το ζήτημα αυτό- και όχι μόνο- ηγεσία του Λευκού Οίκου.  
Η Τουρκία του Ερντογάν, επιδιώκοντας να προωθήσει με την ίδια στο επίκεντρο ένα συγκεκριμένο τύπο πολιτικού Ισλάμ ως μοντέλο για την ευρύτερη Μέση Ανατολή έχει βάψει τα χέρια της  με το αίμα του συριακού λαού και φέρει βαρύτατη ευθύνη για τις εγκληματικές αυτές ομάδες που επεκτείνονται στην περιοχή.
Σήμερα δε, επιδιώκει να αναβαπτιστεί μέσα από τη θολή συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους και εμφανιζόμενη ως άμεσα κινδυνεύουσα να πετύχει με ένα σμπάρο τρία τρυγόνια.
Μέσα από την πιθανότητα περιορισμένης ή πιο εκτεταμένης εισβολής της στη Συρία, επικαλούμενη επιθέσεις από το Ισλαμικό κράτος επιδιώκει πρώτον να “πουλήσει εκδούλευση” στις ΗΠΑ ενισχύοντας συγκεκριμένες αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Δεύτερον να αποπειραθεί να ελέγξει τις αυτόνομες κουρδικές περιοχές που βάσει της συμφωνίας του με τον Άσαντ επιχειρούν να δομήσουν στη Συρία ένα μοντέλο αντίστοιχο με αυτό του Β. Ιράκ. Και τρίτον να δημιουργήσουν μια de facto ζώνη κατοχής ή άμεσης τουρκικής επιρροής μέσα στη Συρία επικαλούμενες την ανάγκη μιας ουδέτερης ζώνης προστασίας της Τουρκίας.
Πρόκειται για παιχνίδι υψηλού ρίσκου από πλευράς Τουρκίας που πολύ πιθανά δε θα έχει αίσιο τέλος για την ίδια.
Σίγουρα πρόκειται για μια πολύ άσχημη εξέλιξη για τη Δύση και για την Ελλάδα. Μπορεί κανείς να μη συμπαθεί ιδιαίτερα το καθεστώς Άσαντ αλλά αν πραγματικά θέλει να πολεμήσει το Ισλαμικό Κράτος και να πετύχει προοπτικά κάποια σταθεροποίηση στη Συρία και ίσως μεσοπρόθεσμα κάποιου είδους ομαλότητα οφείλει να αναγνωρίσει ότι η de facto και de jure κυβέρνηση της Συρίας είναι αυτή του Άσαντ. 
Και βεβαίως η Δύση για τη δική της εν τέλει ασφάλεια- αφού για την ευημερία των λαών της περιοχής ελάχιστα ενδιαφέρεται- πρέπει να τερματίσει τις τυχοδιωκτικές παρεμβάσεις γειτονικών χωρών, με πρώτη αυτήν της Τουρκίας, η οποία οφείλει να κατανοήσει ότι η επέμβαση στο εσωτερικό άλλων χωρών έχει κόστος, αντί να τυγχάνει επιβράβευσης.
Αλλιώς η επίπτωση της ανοησίας, του χάους, του φανατισμού και της αιματοχυσίας θα είναι μεγάλο και για όλους μας.



0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *