Γράφει ο Περικλής Κοροβέσης
Ποιος το περίμενε ποτέ από ένα
κόμμα, εν προκειμένω τη Ν.Δ. (για την οποία μπορούμε να διαπιστώσουμε μια σειρά
ανακολουθίες, εντούτοις πρέπει να το παραδεχτούμε) πως σε ένα πράγμα θα ήταν
απολύτως συνεπές: στον αντικομμουνισμό. Ως κυβέρνηση όμως αξιοποιεί την
εμπειρία των μπολσεβίκων ως προς το κυβερνητικό μοντέλο.
Ολα ελέγχονται από τον πρωθυπουργό,
σε ρόλο γενικού γραμματέα, και κάθε υπουργείο έχει τον κομισάριό του για να
καθοδηγεί και να ελέγχει αν εφαρμόζεται η εντολή του αρχηγού. Παράλληλα έχει
καθιερωθεί εκ των πραγμάτων ένα σύστημα προπαγάνδας από όλα τα ΜΜΕ, ηλεκτρονικά
και έντυπα, που ελέγχονται από τους μεγαλοκαπιταλιστές, συν την κρατική
τηλεόραση που γίνεται το προσωπικό κανάλι του πρωθυπουργού, μέσω του
δημοσιογράφου-υπαλλήλου του, κ. Ζούλα.
Θα μπορούσε κάποιος να μου
αντιτάξει πως αυτό δεν είναι λογοκρισία. Υπάρχουν τρεις ημερήσιες εφημερίδες
που δεν συμπορεύονται με την κυβέρνηση. Και η καθεμιά κάνει την αντιπολίτευση
που θεωρεί σωστή. Ακόμα υπάρχουν κάποια ραδιόφωνα ή ιστότοποι που είναι
ανεξάρτητοι.
Εδώ πρέπει να προσέξουμε, και να
μην πέσουμε στην παγίδα να συγκρίνουμε πράγματα που δεν είναι συγκρίσιμα. Τα
τηλε-σκουπίδια έχουν εκατομμύρια θεατές. Δεν είναι ουδέτερα και διαμορφώνουν
νοοτροπίες: αυτές του ανταγωνισμού και της παθητικής υποταγής.
Ενα έγκυρο φυλλάδιο, που φέρει
τις υπογραφές προσωπικοτήτων εγνωσμένου κύρους για την επικείμενη εξόρυξη
υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, η οποία θα επιφέρει την καταστροφή της και θα
επεκταθεί και στην κλειστή θάλασσα της Μεσογείου (τα ατυχήματα είναι
αναπόφευκτα), θα αγγίξει ελάχιστους ανθρώπους. Το γεγονός της υπογραφής της
σύμβασης των εξορύξεων από τον πάντα χαμογελαστό κ. Τσίπρα, λίγες μέρες πριν
εγκαταλείψει τον πρωθυπουργικό θώκο, δεν αποτελεί καμία εγγύηση πως δεν θα
έχουμε ανεπανόρθωτες οικολογικές καταστροφές.
Κάποιοι αναλυτές έχουν διατυπώσει
την άποψη πως το κυβερνητικό μοντέλο μοιάζει στη δομή του με πολυεθνική
εταιρεία. Αυτός ο χαρακτηρισμός είναι πολύ πιο βαρύς από τον δικό μου. Οι
πολυεθνικές εταιρείες λειτουργούν ολοκληρωτικά και με στρατιωτική πειθαρχία.
Π.χ. αυτές που έχουν μετακομίσει από την Ευρώπη στην Ασία (Κίνα, Μπανγκλαντές,
Βιετνάμ, Μαλαισία κ.λπ.).
Το καθεστώς εργασίας που
επικρατεί δεν υπήρχε ούτε στον Μεσαίωνα (που δεν ήταν και τόσο Μεσαίωνας όσο
τον θεωρούμε): 365 μέρες εργασίας, 12ωρη ημερήσια απασχόληση, αμοιβή από 35-50
λεπτά την ώρα. Δεν υπάρχει κανένα εργασιακό δικαίωμα και η ιδέα του
συνδικαλισμού, έγκλημα καθοσιώσεως. Και μπορεί αυτό το μοντέλο εργασίας να
είναι το όνειρο κάθε καπιταλιστή, αλλά είναι δύσκολο να εφαρμοστεί στην παλιά Ευρώπη.
Προς το παρόν είμαστε στη φάση της διάλυσης της προστασίας της εργασίας. Το
πόσο θα διατηρηθούν τα κεκτημένα του εργατικού κινήματος εξαρτάται από τους
κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες.
Αλλά ο 21ος αιώνας βρίσκει τις
εργατικές-λαϊκές μάζες χωρίς φορείς. Σε αντίθεση με τον 19ο και τον 20ό αιώνα
που είχαμε ισχυρότατους θεσμούς (συνδικάτα, σοσιαλιστικά ή κομμουνιστικά
κόμματα) οι οποίοι υπεράσπιζαν τα λαϊκά συμφέροντα με απεργίες, εξεγέρσεις,
επαναστάσεις, σήμερα έχουν εκφυλιστεί και αποτελούν μέρος του συστήματος.
Και αυτό εξηγεί την άνοδο της
Ακροδεξιάς, που παρουσιάζεται αντισυστημική, όσο και αν σε τελική ανάλυση είναι
ο έσχατος στυλοβάτης του συστήματος (Χίτλερ και Μουσολίνι είχαν την πλήρη
υποστήριξη και χρηματοδότηση των βιομηχάνων και των τραπεζών). Αλλά το κίνημα
αντίστασης υπάρχει και χωρίς φορείς.
Ηδη από την εποχή του παρισινού
Μάη του ’68, που δεν ήταν μοναδικό φαινόμενο αλλά μέρος ενός παγκόσμιου
κινήματος, μέχρι σήμερα, όποιο μαζικό κίνημα είδαμε ήταν εκτός των παραδοσιακών
φορέων (κινήματα πλατειών, εναλλακτική παγκοσμιοποίηση, «αραβική άνοιξη»,
«κίτρινα γιλέκα» κ.λπ.), ναι μεν είχε μαζικότητα και ριζοσπαστισμό αλλά δεν
είχε εναλλακτική πολιτική προοπτική για το ξεπέρασμα και την ανατροπή του
καπιταλιστικού συστήματος. Και τέτοια πρόταση μέχρι τώρα δεν έχει διατυπωθεί.
Ούτε έχει δημιουργηθεί ένας νέος φορέας. Εικασίες κάνουμε και εκκλήσεις στην
ουτοπία. Αλλά οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά και οι δρόμοι δημιουργούνται
περπατώντας.
Εμείς τον εκφυλισμό της Αριστεράς
τον ζήσαμε με τον ΣΥΡΙΖΑ, που μας έφερε τη Ν.Δ. Αν δούμε τα τριάντα χρυσά
χρόνια που ακολούθησαν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1945-1975) όλες οι
αριστερές σοσιαλιστικές κυβερνήσεις ανέβασαν το βιοτικό επίπεδο του λαού. Στη
δε Σουηδία κυβέρνησαν για περίπου 70 χρόνια. Η ανάπτυξη μιας χώρας φαίνεται
στην τσέπη του λαού. Και όχι στον ισοσκελισμένο κρατικό προϋπολογισμό. Τώρα στο
πλαίσιο του ρεαλισμού, ένας ΣΥΡΙΖΑ του 32% δεν έχει περιθώρια για αριστερές
αναζητήσεις.
Γι’ αυτό και τα κείμενα που
είδαμε για τον δήθεν διάλογο της Αριστεράς ήταν πληκτικά και ανούσια. Το
ζητούμενο είναι να βρεθεί κάποιο χαρμάνι που θα έχει από όλα μέσα, το οποίο θα
επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ να επωφεληθεί από τη φθορά της Ν.Δ. και να ξαναγίνει
κυβέρνηση, για να συνεχίσει την ίδια νεοφιλελεύθερη πολιτική. Η εναλλακτική
πολιτική είναι οι πλατείες. Αλλά προς το παρόν οι πολίτες προτιμούν να είναι
καταναλωτές τηλεοπτικών σκουπιδιών.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου