γράφει η Κυριακή Μπεϊόγλου
Αργά αργά, βαριά βαριά, αφήνουν
το λιμάνι. Μοναχικοί, ζευγάρια, παρέες και οικογένειες. Σαν να μη θέλουν να
φύγουν, σαν να θέλουν να ρουφήξουν όσο καλοκαίρι γίνεται, όση θάλασσα μπορούν.
Πριν γυρίσουν πίσω. Το «πίσω» είναι το σπίτι. Στην πόλη ή αλλού. Ο εγκλεισμός
έγινε φόβος και όλοι τον έχουμε σε μια γωνιά του μυαλού μας. Κι αν μας κλείσουν
πάλι μέσα; Ακούω να λένε πολλοί. Ας το ξενυχτήσουμε λίγο ακόμα, λοιπόν. Κι
ύστερα; Περπάτα να προλάβουμε το τραμ το τελευταίο ή, αν δεν υπάρχει κι
αυτοκίνητο, θα γυρίσουμε με τα πόδια.
Ετσι οι θάλασσες, τα βουνά μας,
οι πλατείες με τα τραπεζάκια και οι προκυμαίες με το δροσερό αγέρι, ζουν
μεγάλες δόξες αυτές τις μέρες. Ανάμεσά μας κι οι τουρίστες, ενθουσιώδεις που
βρίσκονται επιτέλους στη χώρα που περίμεναν να δουν.
Τους συνάντησα σε νησιά και σε
βουνά, σε λιμάνια και σε αεροδρόμια. Κοκκινισμένοι, χορτασμένοι από ήλιο, από
Ιστορία κι από αρμύρα. Εχει πολλά να διηγηθεί αυτή η χώρα σε μας και σ’
εκείνους. Ομως εμείς θα πρέπει να τη δούμε με άλλα μάτια. Οχι σαν δεδομένη σχέση
που δεν αναπνέει. Αλλά σαν έρωτα που εμπνέει. Ισως ο εγκλεισμός να βοήθησε σ’
αυτό. Μόνο όταν κινδυνεύεις, όταν το στερείσαι, εκτιμάς αυτό που είχες.
Μια παρέα αγοριών, γύρω στα
είκοσι, τραγουδούν καθώς απομακρύνονται από το λιμάνι: «Τώρα πια αλάνι, ονειροπόλος,
μαχητής… Από το χωριό όπου βγάλει, αεροπλάνο, λεωφορείο, πλοίο τρένο πίσω πάλι,
μέχρι να τα καταφέρω, δεν βάζω μέσα κεφάλι, δεν ακούω τι λέν’ οι άλλοι, ξέρω
μόνο να δουλεύω, δε μιλάω όπως οι άλλοι», ό,τι πρόλαβα να ακούσω πριν χαθούν
στα στενά. Οπου βγάλει, λοιπόν, και τους εύχομαι σιωπηλά να έχουν ωραία όνειρα.
Ενα μωρό στο καροτσάκι κοιμάται
κι οι γονείς του τρώνε ήσυχοι ένα χωνάκι παγωτό. Η ευτυχία τους περνάει δίπλα
μου. Κι ύστερα πιο κάτω μια παρέα από γυναίκες στην ηλικία μου ξεσηκώνουν τη
νύχτα με το κελαρυστό τους γέλιο. Τις βλέπω και τις χαίρομαι.
Σίγουρα η καλοκαιρινή νύχτα
κρύβει και πόνο. Ανασφάλεια οικονομική και όχι μόνο. Αλλά απόψε είναι λες και
τα προβλήματα αποφάσισαν όλα μαζί να φύγουν από το κεφάλι των ανθρώπων. Να τους
αφήσουν να απολαύσουν μια νύχτα. Το σώμα του καλοκαιριού, ώριμο, όμορφο και
ηλιοκαμένο, κάνει το θαύμα του. Θα το καταλάβετε, στις βραδινές στράτες, όπου
κι αν βρίσκεστε, αχνίζει ένα φως θαλασσί.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου