γράφει ο Γιώργος Αλεξάκης
Μετά την πανδημία, ο πληθωρισμός
και η ακρίβεια. Αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ φαίνεται ότι δίνει φλόγα στην "πυρομάχι"
των ανισοτήτων, όντας πλέον το βασικό ζήτημα που αναζητά θεραπεία σε επίπεδο
οικονομικού γίγνεσθαι. Κι αυτό, πριν η φωτιά εξαπλωθεί και τροφοδοτήσει λογής
λογής ακρότητες και θεσμικές αμφισβητήσεις πλήττοντας τη δημοκρατία, τους θεσμούς
και την ίδια την κοινωνία.
Πώς άλλωστε μέσα σε ένα καθεστώς
φτώχειας για πολλούς, έκπτωσης του επιπέδου ζωής για άλλους, αλλά και αφανισμού
του κινητήριου για δράση οράματος για κοινωνική κινητικότητα και άνοδο, θα
μπορέσουν οι πολίτες να πειστούν ότι η δημοκρατία διασφαλίζει ευημερία και
ειδικότερα βοηθά την πολύπαθη χώρα να γυρίσει σελίδα “πατώντας” σε στέρεες
βάσεις, επουλώντας τις πληγές των μνημονίων, που τείνουμε να ξεχάσουμε.
Ουσιαστικά το κλασικό αίτημα των
μεταπολεμικών αστικών πολιτικών παραδόσεων για δικαιοσύνη, ίσες ευκαιρίες,
αναλογική κατανομή των πόρων καθίσταται περισσότερο παρά ποτέ επίκαιρο και θα
έλεγα αναγκαίο, για να καθορίσει την ατζέντα των επόμενων εκλογών. Τα περιθώρια
άλλωστε εφησυχασμού είναι μηδενικά, μετά από δέκα και πλέον χρόνια, μνημονιακών
“εκπτώσεων” σε θέματα αγοράς εργασίας, κοινωνικών πολιτικών και εισοδημάτων,
όπου ήρθε να προστεθεί και ο καλπάζων πληθωρισμός αλλά και η ανάγκη για έναν
νέο κύκλο μετα - πανδημικής δημοσιονομικής προσαρμογής με νέους στόχους πλεονασμάτων.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ακόμη
και η Τράπεζα της Ελλάδος στην ενδιάμεση έκθεσή της για την ελληνική Οικονομία
στέλνει σήμα κινδύνου για τις ανισότητες. λόγω του πληθωρισμό προβλέποντας ότι
το 2023 θα κινηθεί στα επίπεδα του 5,8%, υψηλότερα δηλαδή και από 5% που εκτιμά
στον προϋπολογισμό η κυβέρνηση.
«Ο πληθωρισμός έχει σημαντικές
αναδιανεμητικές επιδράσεις, πλήττοντας περισσότερο τα χαμηλά εισοδήματα που
έχουν υψηλότερη ροπή προς κατανάλωση» τονίζει στην έκθεσή της η ΤτΕ εστιάζοντας
στο θέμα των ανισοτητων.
Η νέα μορφή της φτώχειας
Να σημειωθεί ότι, ήδη, νέες
μορφές παίρνει η φτώχεια στην Ελλάδα καθώς πλέον όχι μόνο κοινωνικές ομάδες,
όπως άνεργοι κτλ, αλλά ακόμη και εργαζόμενοι δεν μπορούν να καλύψουν βασικές
τους ανάγκες, έχοντας πλέον μισθούς Βουλγαρίας, αλλά κόστη Δυτικής Ευρώπης, με
βάση και την τελευταία Αναφορά του Ελληνικού Δικτύου για την Καταπολέμηση της
Φτώχειας.
Ουσιαστικά από Αναφορά βλέπουμε
ότι έχουμε φτωχούς εργαζόμενους με μερική απασχόληση, αλλά κι ένα ποσοστό που
φτάνει 1/3 εργαζομένων να είναι με μισθούς μεταξύ 360 - 400 ευρώ το μήνα.
Επίσης υπάρχουν πολλά νοικοκυριά
με στέρηση σε βασικά αγαθά, που δεν τρέφονται σωστά, δεν έχουν πρόσβαση στο
διαδίκτυο, δεν έχουν ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια, δεν έχουν χρήματα για μια
έκτακτη επίσκεψη σε γιατρό.
Εστιάζοντας στα θέματα διατροφής
θα πρέπει να σημειώσουμε ότι με βάση την ΕΛΣΤΑΤ πάνω από 600.000 Έλληνες
αντιμετώπισαν πρόβλημα τροφής, ενώ 156.000 Ελληνες πεινάνε, δηλαδή, δεν τρώνε
για μια μερα την εβδομαδα ή δεν έχουν φάει αν και πεινάνε.
Επίσης πάνω από 3.090.000 είναι
στα όρια της φτώχειας, ενώ στο 32% είναι ο κίνδυνος εισοδηματικής φτώχεια στα
παιδιά που μάλιστα βιώνουν περισσότερη φτώχεια σε σχέση με τους ενήλικες.
Σχεδόν ένα στα τέσσερα παιδιά,
ζει σε νοικοκυριό με κίνδυνο φτώχειας και ένα στα τρία σε κίνδυνο φτώχειας ή
κοινωνικού αποκλεισμού.
Σε όλα αυτά, για να μην ξεχνάμε
ότι πέρα από την “αστραφτερή” εικόνα που πάνε να “πουλήσουν” κάποιοι/ες,
υπάρχει και τα όσα έχει αναφέρει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για την κρίση
κόστους ζωής στην Ελλάδα, το οποίο καταγράφει την εξέλιξη της ακρίβειας στη
χώρα μας και αποτυπώνει την όξυνση της οικονομικής ανισότητας, τη μείωση της
αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και τις επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των
νοικοκυριών. Αναφέρει,δε, ότι ο κατώτατος μισθός έχει χάσει περίπου το 19% της
αγοραστικής του δύναμης από τον Απρίλιο , ενώ τονίζει ότι μέσα στο 2022, οι
απώλειες αγοραστικής δύναμης φτάνουν στο 40% για τα νοικοκυριά με μηνιαίο
εισόδημα έως 750 ευρώ, στο 9-14% για τα νοικοκυριά με εισόδημα 751-1.100 ευρώ,
στα άλλα εισοδηματικά κλιμάκια είναι μικρότερες από 11% και μειώνονται όσο
αυξάνεται το εισόδημα.
Στο φόντο αυτό αξίζει να
σημειωθεί ότι με βάση ανάλυση που κάνει για τον πληθωρισμό η Isabel Schnabel,
μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σημειώνεται
ότι τα τελευταία 50 χρόνια το μερίδιο της μισθωτής εργασίας μειώνεται σε στενή
συσχέτιση με τη μείωση της συμμετοχής των μισθωτών στα συνδικάτα. Παράλληλα
τονίζεται ότι όσο μειώνεται η συμμετοχή των μισθωτών στα συνδικάτα και πέφτει
το μερίδιο (%) της μισθωτής εργασίας στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ, τόσο αυξάνεται το
μερίδιο των επιχειρηματικών κερδών. Συγκεκριμένα το ποσοστό των επιχειρηματικών
κερδών επί του ΑΕΠ, πριν 50 χρόνια ήταν σε ποσοστό 23% και σήμερα έχει φτάσει
στο 33% του ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Αυτά τα λίγα για να μην ξεχνάμε και να βλέπουμε πιο καθαρά τα προτάγματα του αύριο.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου