Μία
εξαιρετική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πάρου βάζει τα πράγματα στη θέση
τους όσον αφορά τη συμβολή των Τραπεζών στην υπερχρέωση των πολιτών και
τις επιθετικές πρακτικές προώθησης των προϊόντων τους κατά το παρελθόν.
Οι
τράπεζες δεν είναι άμοιρες ευθυνών…….. η εν λόγω πιστώτρια, θα μπορούσε
να αρνηθεί τη δανειοδότηση της αιτούσας, εφόσον διαπίστωνε ότι ήταν
μειωμένης πιστοληπτικής ικανότητα….. αντιθέτως …… δόθηκε στην αιτούσα το
ως άνω στεγαστικό δάνειο, εκ 250.000 ελβετικών φράγκων αποβλέποντας στα
πρόσκαιρα οφέλη από αυτήν και συντελώντας έτσι στην υπερχρέωση της.
Μία εξαιρετική απόφαση
[PDF] του Ειρηνοδικείου Πάρου βάζει τα πράγματα στη θέση τους όσον
αφορά τη συμβολή των Τραπεζών στην υπερχρέωση των πολιτών και τις
επιθετικές πρακτικές προώθησης των προϊόντων τους κατά το παρελθόν.
Ειδικότερα, η αιτούσα είναι κάτοικος Αντιπάρου με μηνιαίο μισθό 460
ευρώ περίπου. Η οφειλή της ανέρχεται στο ποσό των 273.869,23 ευρώ και
έχει στην κυριότητά της διώροφη κατοικία που αποτελείται από ισόγειο
επιφανείας 99,96 τ.μ., πρώτο όροφο επιφανείας 97,44 τ.μ. και υπόγειο
(αποθήκη) 122,36 τ.μ., σε οικόπεδο έκτασης 704,60 τ.μ., που βρίσκεται
στην Αντίπαρο. Περαιτέρω η αιτούσα είναι άγαμη και λόγω της εργασίας
της, διαμένει φιλοξενούμενη στην Αθήνα, το δε εισόδημά της που ανέρχεται
στο ποσό των 460 ευρώ μηνιαίως μόλις που επαρκεί για την διαβίωσή της,
με αποτέλεσμα να περιέλθει σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής των
ληξιπρόθεσμων χρεών της.
Το Δικαστήριο έκρινε πως «αδυναμία συνιστά όχι απαραίτητα
κάποιο έκτακτο γεγονός όπως π.χ. πρόβλημα υγείας, αλλά και άλλοι
παράγοντες, όπως αστοχία σχετικά με τις οικονομικές δυνατότητες του
δανειολήπτη, ατυχείς προγραμματισμοί, επιθετικές πρακτικές προώθησης των
πιστώσεων, εισοδηματική στενότητα, υψηλά επιτόκια κλπ. Η αδυναμία της
αιτούσας στη συγκεκριμένη περίπτωση, κρίνεται μόνιμη λαμβανομένης υπόψη
της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα, του υψηλού ποσοστού
ανεργίας των πολιτών, του χαμηλού ύψους των μηνιαίων αποδοχών των
εργαζόμενων. Γεγονότων γνωστών σε όλους, που λαμβάνονται υπόψη
αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 336 Κ.Πολ.Δ.».
Η ένσταση περί δόλιας περιέλευσης της αιτούσας σε μόνιμη αδυναμία
πληρωμής των οφειλών της, η οποία θεμελιώνεται στη μεγάλη δυσαναλογία
μεταξύ των υποχρεώσεων που αναλάμβανε και των εισοδημάτων της
απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, διότι ο δόλος πρέπει να αναφέρεται
στο χρονικό σημείο μετά την ανάληψη του χρέους και όχι στο χρόνο σύναψης
της δανειακής σύμβασης.
«Εκτός αυτού, μόνο οι πιστωτές βαρύνονται με την απόδειξη του
ισχυρισμού αυτού και στη συγκεκριμένη περίπτωση η καθ΄ ης, δεν
προσκόμισε κανένα σχετικό αποδεικτικό στοιχείο. Επιπλέον ο δανειολήπτης,
ο οποίος αιτείται τη λήψη δανείου, δεν έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει
τον πιστωτή να αποδεχθεί την πρότασή του. Ιδιαίτερα, τα πιστωτικά
ιδρύματα έχουν τη δυνατότητα – εκτός από την έρευνα των οικονομικών των
οικονομικών στοιχείων του αιτουμένου του δάνειο (μέσω εκκαθαριστικών,
φορολογικών δηλώσεων και βεβαιώσεις αποδοχών) – να διαπιστώσουν αν
υπάρχουν άλλες δανειακές υποχρεώσεις του σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα ή
την εν γένει οικονομική του συμπεριφορά (ύπαρξη ακάλυπτων επιταγών) μέσω
του διατραπεζικού συστήματος «Τειρεσίας» και αναλαμβάνουν την ευθύνη
της χορήγησης ή μη των δανείων που τους ζητούνται. Έτσι, η εν λόγω
πιστώτρια, θα μπορούσε να αρνηθεί τη δανειοδότηση της αιτούσας, εφόσον
διαπίστωνε ότι ήταν μειωμένης πιστοληπτικής ικανότητας και δε θα
μπορούσε να ανταποκριθεί στις δανειακές υποχρεώσεις της. Δολιότητα θα
μπορούσε να υπάρξει μόνο αν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της
Τράπεζας, προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις
του που για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων
που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψήφιων
πελατών τους, περιστατικά που δε συντρέχουν στη συγκεκριμένη.
Παράλληλα, οι τράπεζες δεν είναι άμοιρες ευθυνών, αφού στα πλαίσια της
επιθετικής πρακτική προώθησης πιστώσεων των τραπεζών και του μεταξύ τους
ανταγωνισμού που κυριάρχησε κατά τα τελευταία χρόνια στο τραπεζικό
σύστημα της Ελλάδας, δόθηκε στην αιτούσα το ως άνω στεγαστικό δάνειο, εκ
250.000 ελβετικών φράγκων αποβλέποντας στα πρόσκαιρα οφέλη από αυτήν
και συντελώντας έτσι στην υπερχρέωση της. Επιπλέον ο δανειολήπτης δεν
έχει καμία εξουσία διαμόρφωσης ή τροποποίησης των όρων των δανειακών
συμβάσεων που συνάπτονται με τις τράπεζες αφού πρόκειται για συμβάσεις
προσχωρήσεως, σε εκτέλεση των οποίων αυτές (τράπεζες) - αφού εκτιμούσαν
ορισμένες παραμέτρους στο πρόσωπο του δανειολήπτη και βαθμολογούσαν την
πιστοληπτική τους ικανότητα, - χορηγούσαν το τραπεζικό προϊόν.
Εντούτοις, με επίκληση της ίδιας σύμβασης, σήμερα οι Τράπεζες
μεταστρέφουν την άποψη τους και προβάλλουν – αβάσιμα όμως – δολιότητα
του δανειολήπτη».
Με βάση τα προελεχθέντα, το Δικαστήριο έκρινε ότι συντρέχουν στο
πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση
του νόμου 3869/2010. Ως εκ τούτου όρισε μηδενικές καταβολές έως την
έκδοση οριστικής απόφασης και νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό τυχόν
μηνιαίων καταβολών την 10η Νοεμβρίου 2014.
Δείτε την απόφαση πατώντας ΕΔΩ
Δημήτριος Αναστασόπουλος
Δικηγόρος, LL.M.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου