Της Λώρης Κέζα
Με τους παπάδες έχουμε ορισμένα προβληματάκια. Προκύπτουν από τη βασική ιδέα διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. Ας αντιγράψουμε τη μέθοδο Ξηρού: λέμε ότι όσοι ανήκουν στον κλήρο είναι «το και το», τους φορτώνουμε ιστορικά κρίματα, θυμίζουμε τις αμαρτίες, παίρνουμε ένα περίστροφο, πάμε στο χωριό του Χριστόδουλου και πυροβολούμε τον πατέρα του στο κεφάλι. Πάει ξώφαλτση η σφαίρα και σκοτώνει τη μάνα του. Ωραίο; Αυτή είναι πάντως η μέθοδος. Γενίκευση, προσωποποίηση, φόνος. Πέρα από το ζήτημα της αφαίρεσης ανθρώπινης ζωής προκύπτει ένα άλμα λογικής. Το οποίο φοβάται και ο ίδιος ο δραπέτης.
Ο δολοφόνος της 17 Νοέμβρη μέσα στο επαναστατικό του ντελίριο και τις ασυναρτησίες του, έδειξε το δικό του φόβο: «Μην τολμήσετε να κανιβαλλίσετε τους συγγενείς μου και τα αγαπημένα μου πρόσωπα». Εχει αγαπημένους. Εχει οικείους. Τι θέλει λοιπόν για τους συγγενείς και τα αγαπημένα πρόσωπα; Να νιώθουν ασφάλεια. Και να παραμείνουν ζωντανά. Δεν θέλει να δει νεκρή τη φίλη του, ως παράπλευρη απώλεια μιας ένοπλης μάχης. Απεύχεται μια κατάληξη τύπου Τσουτσουβή. Ο ίδιος όμως ξεκινά αντάρτικο, κι όποιον πάρει ο Χάρος.
Οι απειλές του εκτοξεύει ο κατά συρροή δολοφόνος είναι όντως τρομακτικές. Είναι λυσσασμένος κι έχει βγει για να σπείρει το θάνατο. Στο όνομα ενός απροσδιόριστου λαού. Δεν δρα όμως εκ μέρους κανενός λαού. Δεν δρα εκ μέρους κανενός ιδεολογικού χώρου. Δεν δρα ούτε καν εκ μέρους της οργάνωσης, της 17Ν. Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος το παρουσιάζει ως τσιράκι, ως πράκτορα: «Γιατί του έδωσαν το ελεύθερο να πηγαίνει καθημερινά όπου θέλει, στο αρχιφυλακείο, στους πυρήνες, στους σημαντικότερους ποινικούς; Ποιος έδωσε τη διαταγή; […] Η διαταγή ήρθε από τα πάνω. Από την Αντιτρομοκρατική, την ΕΥΠ και άρα από την κυβέρνηση που την εποπτεύει»
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Οτι σε κάθε πιθανό σενάριο ο Χριστόδουλος Ξηρός θα έχει την ίδια μοίρα. Δεν θα βρίσκει τρύπα να κρυφτεί. Θα ζει με τον φόβο, για τη δική του μοίρα και για τη μοίρα των αγαπημένων του.
Ο δολοφόνος της 17 Νοέμβρη μέσα στο επαναστατικό του ντελίριο και τις ασυναρτησίες του, έδειξε το δικό του φόβο: «Μην τολμήσετε να κανιβαλλίσετε τους συγγενείς μου και τα αγαπημένα μου πρόσωπα». Εχει αγαπημένους. Εχει οικείους. Τι θέλει λοιπόν για τους συγγενείς και τα αγαπημένα πρόσωπα; Να νιώθουν ασφάλεια. Και να παραμείνουν ζωντανά. Δεν θέλει να δει νεκρή τη φίλη του, ως παράπλευρη απώλεια μιας ένοπλης μάχης. Απεύχεται μια κατάληξη τύπου Τσουτσουβή. Ο ίδιος όμως ξεκινά αντάρτικο, κι όποιον πάρει ο Χάρος.
Οι απειλές του εκτοξεύει ο κατά συρροή δολοφόνος είναι όντως τρομακτικές. Είναι λυσσασμένος κι έχει βγει για να σπείρει το θάνατο. Στο όνομα ενός απροσδιόριστου λαού. Δεν δρα όμως εκ μέρους κανενός λαού. Δεν δρα εκ μέρους κανενός ιδεολογικού χώρου. Δεν δρα ούτε καν εκ μέρους της οργάνωσης, της 17Ν. Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος το παρουσιάζει ως τσιράκι, ως πράκτορα: «Γιατί του έδωσαν το ελεύθερο να πηγαίνει καθημερινά όπου θέλει, στο αρχιφυλακείο, στους πυρήνες, στους σημαντικότερους ποινικούς; Ποιος έδωσε τη διαταγή; […] Η διαταγή ήρθε από τα πάνω. Από την Αντιτρομοκρατική, την ΕΥΠ και άρα από την κυβέρνηση που την εποπτεύει»
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Οτι σε κάθε πιθανό σενάριο ο Χριστόδουλος Ξηρός θα έχει την ίδια μοίρα. Δεν θα βρίσκει τρύπα να κρυφτεί. Θα ζει με τον φόβο, για τη δική του μοίρα και για τη μοίρα των αγαπημένων του.
http://www.tovima.gr/
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου