Η πρώτη συμφωνία κυβέρνησης –
δανειστών. Ο Γιάνης Βαρουφάκης και η σελίδα που δεν γύρισε. Όλα όσα έγιναν πριν
από δύο χρόνια ακριβώς, στις 20 Φεβρουαρίου 2015
Το 'χει η μοίρα μας φαίνεται οι
αποφάσεις του Eurogroup για το
χρέος που όλο μεγαλώνει, την ρευστότητα που όλο μειώνεται και τις
μεταρρυθμίσεις που όλο συζητάμε, να συνδέονται με την 20ή Φεβρουαρίου. Σαν
κάποιο αόρατο χέρι της αγοράς ή των... Θεσμών να θέλει αποφάσεις για την
“ελληνική υπόθεση” αυτήν την ημέρα.
Eurogroup λοιπόν σήμερα για αυτήν την
ρημαδοαξιολόγηση που θα ολοκληρωνόταν πέρυσι τέτοιες μέρες για να πάμε παρακάτω
και ακόμη και τώρα είναι ανοιχτή και “παίζεται” εάν και πότε θα ολοκληρωθεί. Κι
ας είναι -υποτίθεται- κλειδί για την συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης και στην δρομολόγηση μέτρων για το χρέος.
Eurogroup όμως και πριν από δύο χρόνια,
ακριβώς τέτοια μέρα, για το αν θα γυρίζαμε σελίδα και θα τελειώναμε με τα
μνημόνια ή εάν η “Κύρια Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης” όπως την αποκαλούν
επισήμως τα συμβαλλόμενα μέρη, θα έπαιρνε παράταση, για να δούμε τι θα γίνει με
την χώρα και την ζωή μας.
Αυτή πήρε την παράταση αλλά η
κυβέρνηση και κατ' επέκταση η χώρα δεν πήρε τα κονδύλια που περίμενε και
βρεθήκαμε να πηγαίνουμε από αξιολόγηση σε αξιολόγηση και λύση να μην φαίνεται,
και σιγά σιγά, μέτρο με μέτρο και ανακοίνωση με ανακοίνωση, να αποκαλύπτεται
ότι ο συμβιβασμός δεν ήταν “λογικός” όπως μας έλεγαν, ούτε “δίκαιος” όπως
ελπίζαμε και καμιά “νέα κατεύθυνση” δεν υπήρχε.
Η μέρα της "δημιουργικής
ασάφειας"
Γιατί έγινε κι αυτό στις 20
Φεβρουαρίου του 2015, πριν κλείσει καν ένας μήνας από την εκλογική νίκη του
ΣΥΡΙΖΑ και τον σχηματισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και λίγες ημέρες μετά
από την υπερψήφιση στη Βουλή των προγραμματικών δηλώσεων: να μην βγαίνει άκρη
από τις αντικρουόμενες δηλώσεις, άλλα έλεγε η Αθήνα, άλλα οι Βρυξέλλες και άλλα
το Βερολίνο, άλλα ο Ντάισελμπλουμ, άλλα ο Σόιμπλε και άλλα ο Βαρουφάκης κι άντε
μετά οι απλοί άνθρωποι να βγάλουν άκρη, όταν δεν έβγαζαν οι Financial Times και το Bloomberg.
Γιατί οι δανειστές, όπως μάθαμε
από τον Γιάνη, είχαν ζητήσει να υπάρχει “δημιουργική ασάφεια” για να μπορούν
-ισχυρίζονταν- να περάσουν ευκολότερα τη “διευκόλυνση” της Ελλάδας από τα
κοινοβούλιά τους. Αυτό που δεν ήταν ασαφές ήταν ότι δεν επρόκειτο να γίνει η
καταβολή της δόσης του προγράμματος που εκκρεμούσε και δεν επρόκειτο να
υπάρξουν οι άλλες “διευκολύνσεις” μέχρι να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να
ληφθούν τα μέτρα που περιγράφονταν μεν ασαφώς αλλά μετά, στα Eurogroup που ακολούθησαν αναφέρθηκαν με
απόλυτη σαφήνεια οδηγώντας στο Τρίτο Μνημόνιο και σε αυτά που μάς έρχονται.
ΗΘΙΚΟ ΔΙΔΑΓΜΑ: αν τα κονδύλια, οι
δόσεις και οι άλλες διευκολύνσεις με το αζημίωτο δεν περιγράφονται σαφώς, οι
πιστωτές την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια και το χρήμα δεν εμφανίζεται ποτέ
στην ώρα του. Εάν επίσης, τα μέτρα που πρέπει να λάβει η χώρα που δανείζεται,
και οι μεταρρυθμίσεις, με ή χωρίς εισαγωγικά που της επιβάλλονται, δεν
αναφέρονται με απόλυτη σαφήνεια, τότε οι δανειστές τα γυρίζουν, και
“ανακαλύπτουν” την σαφήνεια ημέρες και μήνες αργότερα, οπότε ζητούν τα πάντα,
λογικά και παράλογα.
Και έτσι αφήνουν το ζήτημα των
ιδιωτικοποιήσεων, από τα αεροδρόμια και την Fraport μέχρι τον ΟΛΠ και την Cosco προσωρινά στην άκρη για να το λύσουν... εν
καιρώ, με την επιβολή της “σαφήνειας” των θεσμών, ενώ -εν ευθέτω χρόνω πάντοτε,
όπως... τώρα- θυμούνται και τις εργασιακές σχέσεις, που υποτίθεται ότι είχαν
“ξεχάσει” στην ασάφεια και τους ρίχνουν μια σαφήνεια για να τρέχεις.
Το σχέδιο του Βαρουφάκη
Τότε τον πρώτο λόγο, ειδικά προς
τα διεθνή ΜΜΕ που ήταν πάντα στο κατόπι του, τον είχε ως υπουργός Οικονομικών ο
Γιάνης Βαρουφάκης. Πλάι του ή ένα γύρω, συντονίζοντας, συνεπικουρώντας ή
περιμένοντας να έρθει η σειρά τους να αναλάβουν, ο Γιάννης Δραγασάκης, ως
αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ως αναπληρωτής υπουργός
και ο Γιώργος Χουλιαράκης, επικεφαλής ακόμα μόνο των ελληνικών τεχνικών
κλιμακίων. Τον τελικό λόγο βέβαια, και τότε όπως και τώρα, είχε ο Αλέξης
Τσίπρας.
Το σχέδιο όπως το είχε
αναπτύξει... παντού ο Βαρουφάκης ήταν μια “συμφωνία – γέφυρα” που “θα άφηνε
πίσω τα μνημόνια” και με “ένα εξάμηνο ουσιαστικών συζητήσεων” θα οδηγούσε “από
την 1η Σεπτεμβρίου σε ένα οριστικό συμβόλαιο Ελλάδας – εταίρων”, κάτι που -στις
αρχές Φεβρουαρίου του 2015- η ελληνική πλευρά θεωρούσε ότι μπορεί να επιτευχτεί
και σύντομα “μέχρι το Eurogroup της 16
Φεβρουαρίου”.
Ήταν τότε που που το Bloomberg αναρωτιόταν αν “είναι η Ελλάδα
το πρώτο ντόμινο της Ευρώπης” και ο Δραγασάκης, ο Βαρουφάκης και ο Τσακαλώτος
συναντιόντουσαν με τον επικεφαλής του Euroworking
Group Βίζερ και τον εκπρόσωπο
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην τρόικα Κοστέλο και μετά έλεγαν στους
δημοσιογράφους πόσο καλό κλίμα υπήρχε στις συζητήσεις.
Το Βερολίνο έσφιγγε τη θηλιά
Βέβαια, λίγο πιο... πέρα, ο πολύς
κ. Σόιμπλε ξεκαθάριζε ότι είναι “αβάσιμες οι πληροφορίες για συμβιβαστική
συμφωνία με την Ελλάδα” και άρχιζε να ζορίζει τα πράγματα συμπληρώνοντας: “Εάν
η Ελλάδα δεν θέλει το πρόγραμμα, όλα τελείωσαν”, ενώ ο Μοσκοβισί, πάντοτε ένα
βήμα πιο μακριά από το Βερολίνο και πιο κοντά στην Αθήνα, συμβούλευσε την
ελληνική κυβέρνηση “να ζητήσει παράταση του τρέχοντος προγράμματος”, κάτι που
το Μαξίμου απέρριπτε οριζοντίως και καθέτως.
“Μας εκβιάζουν”, είχε δηλώσει
τότε ο Αλέξης Τσίπρας, δίνοντας το πολιτικό στίγμα της περιόδου, “αλλά η
Ελληνική Δημοκρατία δεν εκβιάζεται”, ενώ ο κυβερνητικός εταίρος Π. Καμμένος
σχολίαζε: “Δεν φοβόμαστε κανέναν Σόιμπλε”.
Και μπορεί τα γερμανικά μέσα
ενημέρωσης να άρχισαν να ανεβάζουν τους τόνους και να προβάλουν τις δηλώσεις
του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, “Αν η Ελλάδα θέλει χρήματα τότε χρειάζεται
πρόγραμμα”, αλλά στην Ελλάδα οι πολίτες ήταν στους δρόμους θέλοντας με την φωνή
τους, από την Κάλυμνο μέχρι την Καστοριά κι από την Κρήτη μέχρι την Καβάλα να
στηρίξουν και αυτοί την ομάδα που έδινε την μάχη στις Βρυξέλλες.
Η γερμανική πλευρά όμως δεν
μετακινείται ούτε πόντο και μάλιστα δεν επιμένουν απλώς στο “προαπαιτούμενο”
της παράτασης του μνημονίου αλλά απαιτούν να το ζητήσει η ελληνική πλευρά, κάτι
που αρνείται πάντα η ελληνική κυβέρνηση που ανακοινώνει ότι “σε καμιά περίπτωση
δεν θα υπάρξει παράταση του τρέχοντος προγράμματος” με τον Βαρουφάκη να τονίζει
ότι χρειάζεται ένα “new
deal για την Ευρώπη” και τον
Νίκο Παππά να δηλώνει “γελάω με όσους ονειρεύονται κωλοτούμπες”.
Τα γερμανικά ΜΜΕ πάντως
ξεσαλώνουν: “Οι Έλληνες περιφρονούν την Ευρώπη” κραυγάζει το Spiegel, “Θρασύ ξεκίνημα” φωνάζει η Die Zeit. Την ίδια ώρα στην Αθήνα ο κυβερνητικός
εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης δηλώνει ότι “το μνημόνιο έχει τελειώσει,
συζητάμε ένα νέο πλαίσιο πολιτικής που θα δίνει ώθηση στην ανάπτυξη και στην
ανάσχεση της ανθρωπιστικής κρίσης”.
Η Τρόικα γίνεται... Θεσμοί
Οι παρεμβάσεις του Ρέγκλινγκ ότι
“μια έξοδος της Ελλάδας θα ήταν η ακριβότερη λύση για την Ελλάδα αλλά και για
την Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρωζώνη”, αλλά και του Αμερικανού υπουργού
Οικονομικών Τζακ Λιου που, στα μέσα Φεβρουαρίου, θεωρεί ότι υπάρχουν ευκαιρίες
για σημαντική πρόοδο” δείχνουν ένα έδαφος σύγκλισης που γίνεται πιο φανερό όταν
αποφασίζεται η τρόικα να αποκαλείται “θεσμοί” σύμφωνα με “την ακριβή γλώσσα που
συμφωνήθηκε στη συνάντηση Τσίπρα – Ντάισελμπλουμ”.
Ο πρωθυπουργός πιστεύει ότι η
συμφωνία επίκειται, για αυτό προφανώς και δηλώνει στο γερμανικό Stern ότι είναι “υπέρ μιας συμφωνίας win win: Να σώσω την Ελλάδα από μια τραγωδία και να
προστατεύσω την Ευρώπη από τον διχασμό”.
Δεν θα γίνει έτσι, τουλάχιστον
τότε. Στο Eurogroup της 16ης
Φεβρουαρίου ο Σόμπλε επιμένει: “Δεν θέλουμε έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη
αλλά πρέπει να μείνει στον ίδιο δρόμο και να συνεχίσει την ίδια πορεία”. “Ιδιος
δρόμος”, “ίδια πορεία”: προφανώς δηλαδή και “ίδιο” μνημόνιο. Η ελληνική κυβέρνηση
εξακολουθεί να το αρνείται και το Εurogroup
τελειώνει γρήγορα και άδοξα, χωρίς να υπάρξει πάλι συμφωνία.
Τα περιθώρια έχουν στενέψει και
αυτό γίνεται σαφές από τις δηλώσεις Ντάισελμπλουμ αμέσως μετά απο το ναυάγιο:
Μια εβδομάδα προθεσμία στην Ελλάδα για να υποβάλει αίτηση παράτασης του
μνημονίου. “Δεν υπάρχει κοινό πεδίο” συμπληρώνει. Στο κάδρο των πιέσεων για την
παραμονή στα μνημόνια και ο Μοσκοβισί, που ακροβατεί μεταξύ “της βούλησης του
ελληνικού λαού και των υποχρεώσεων της Ελλάδας” αλλά και η Λαγκάρντ που στέλνει
και τον λογαριασμό: Χωρίς πρόγραμμα δεν υπάρχει δόση.
Βαρουφάκης: Όταν συμφώνησα, τα
γύρισαν
Ο Γιάνης Βαρουφάκης μπορεί να
δηλώνει ότι εξακολουθεί να ελπίζει σε “μια θεραπευτική συμφωνία για την Ελλάδα
που θα είναι καλή για την Ευρώπη” αλλά η ρουκέτα που ρίχνει, δείχνει ότι τα
πράγματα δεν θα πάνε καλά:
“Συμφωνήσαμε” ανέφερε “σε
προσχέδιο κοινού ανακοινωθέντος που ετοίμασε ο Πιέρ Μοσκοβισί και το οποίο
αναγνώριζε την ανθρωπιστική κρίση και περιελάμβανε 4μηνο ενδιάμεσο πρόγραμμα,
αλλά αυτό το κείμενο ο Ντάισελμπλουμ το αντικατέστησε με άλλο που επανέφερε την
παράταση του τρέχοντος μνημονίου, προσθέτοντας μια νεφελώδη φράση για κάποια
ευελιξία”.
Πού πήγαινε το πράγμα φάνηκε και
από την προσπάθεια “Ευρωπαίων αξιωματούχων” να διαψεύσουν όσα είχε αποκαλύψει ο
Έλληνας υπουργός Οικονομικών επιμένοντας ότι “δεν υπήρξε πρόταση Μοσκοβισί”
αλλά όπως έγινε φανερό τις επόμενες ημέρες, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δια του Γερούν
Ντάισελμπλουμ και με την συνεπικουρία των διαφόρων πάντα... πρόθυμων από τους
Σλοβένους μέχρι τους Ούγγρους τορπίλησε την συμβιβαστική θέση που είχαν
υποστηρίξει και οι Λαγκάρντ και Ντράγκι.
Ο χρόνος μετρούσε ήδη αντίστροφα,
κάνοντας τις χτεσινές βεβαιότητες να χάνονται και φέρνοντας πιο κοντά την
στροφή στο Eurogoup της 20ής
Φεβρουαρίου. Ήδη μια μέρα μετά την “ασυμφωνία” της 16ης ο Έλληνας υπουργός
Οικονομικών μιλώντας στον γερμανικό κανάλι ZDF έκανε λόγο για παράταση χρηματοδότησης “για
μερικούς μήνες αν υπάρξουν κάποιες προϋποθέσεις”.
Από εκεί και πέρα η Αθήνα δεν
προλάβαινε να μετράει “πιέσεις”: Από τον Γιούνκερ μέχρι τον Λιου, οι πάντες
ζητούν “να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης” και
προειδοποιούν ότι “ενδεχόμενη ρήξη θα σημάνει την έναρξη μιας πολύ δύσκολης
περιόδου για την Ελλάδα”.
Εκδικητισμός εκτός ορίων από τον
Σόιμπλε
Στις 19 Φεβρουαρίου 2015 το
αίτημα παράτασης του Μνημονίου αποστέλλεται. Αλλά ο Σόιμπλε ακόμα και τώρα,
παρά την αλλαγή θέσης της Αθήνας και επί της ουσίας και επί του τύπου, με την
αποστολή του αιτήματος παράτασης όπως είχε ζητήσει το Βερολίνο, αρνείται να
“δεχτεί” την αίτηση δηλώνοντας, δια του εκπροσώπου του ότι “η επιστολή της
Αθήνας δεν αποτελεί ουσιαστική πρόταση λύσης”.
Ήταν σαφές ότι ο εκδικητισμός του
ξεπερνούσε τα όρια “διαφωνίας” που μπορούσαν να δεχτούν οι άλλοι εταίροι, από
τον Ολάντ μέχρι τον Ρέντσι, της Κομισιόν συμπεριλαμβανομένης. Τα τηλέφωνα
άναψαν και η καγκελαρία παρενέβη για να μαλακώσουν τα μέταλλα, ανακοινώνοντας
ότι θεωρεί βάση διαπραγμάτευσης την επιστολή της Αθήνας και ότι δεν χρειάζεται
να υποβληθεί νέο αίτημα, ανοίγοντας πλέον τον δρόμο για την συμφωνία της 20ής
Φεβρουαρίου 2015.
Για να υπάρξει συμφωνία βέβαια,
με τον Σόιμπλε να έχει βγάλει το τσεκούρι του πολέμου, όπως θα έκανε σχεδόν
κάθε μήνα από εκεί και πέρα μέχρι την υπογραφή του 3ου Μνημονίου, οι συζητήσεις
δεν σταμάτησαν σε όσα ανέφερε η επιστολή της Αθήνας. Οπως φάνηκε τους επόμενους
μήνες, οι ελληνικές υποχωρήσεις συνεχίστηκαν «ακόμη πιο πέρα», όπως
χαρακτηριστικά είχε αναφέρει στο Reuters “πηγή
της ευρωζώνης” που συμπλήρωσε ότι ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, η Κριστίν Λαγκάρντ
και ο Πιερ Μοσκοβισί σχημάτισαν «μια τριάδα η οποία συζήτησε εναλλάξ με τον
Έλληνα και τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών», που πλέον δεν συνομιλούσαν
απευθείας.
Πολλές υποχρεώσεις, αλλά καθόλου
χρήμα
Η τελική συμφωνία, με την
“δημιουργική (για τους δανειστές, όπως αποδείχτηκε) ασάφεια” μπορεί να
χαρακτηρίστηκε “εξορθολογισμένη και ισοσκελισμένη” από τον Μοσκοβισί αλλά
έγερνε πολύ προς την πλευρά των θεσμών, καθώς “Οι Έλληνες θα πρέπει να
καταπιούν το βαρύ κόστος, όπως είχε δηλώσει (γερμανική) πηγή “κοντά στις
συνομιλίες” στην Die
Welt.
Σαφής από την πλευρά της και η
Κριστίν Λαγκάρντ: «Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να καταθέσει μια σειρά από
μεταρρυθμίσεις τις οποίες θα αξιολογήσουν η ΕΚΤ, η ΕΕ και το ΔΝΤ, αν είναι
αρκετά επαρκείς για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης», σημείωσε η διευθύντρια του
ΔΝΤ. “Το πακέτο των μεταρρυθμίσεων θα κρίνει την ολοκλήρωση της συμφωνίας”,
πρόσθεσε, ξεκαθαρίζοντας ότι η Ελλάδα θα αργήσει να δει το χρώμα του χρήματος,
η εκταμίευση της δόσης θα πραγματοποιηθεί μετά την παρουσίαση των ελληνικών
προτάσεων.
Η ελληνική κυβέρνηση βέβαια είχε
προσπαθήσει να δώσει έναν αισιόδοξο τόνο στα αποτελέσματα του Eurogroup, ελπίζοντας μάλλον ότι κάτι
μπορεί να αλλάξει τους επόμενους μήνες και η “ευελιξία” της συμφωνίας να αποβεί
υπέρ των ελληνικών θέσεων. Δήλωνε λοιπόν ότι “η Ελλάδα άλλαξε σελίδα Δεν
συνεχίζει με Μνημόνια, αποτράπηκαν τα υφεσιακά μέτρα που είχε συμφωνήσει η
προηγούμενη κυβέρνηση και κερδήθηκε χρόνος 4 μηνών, στο πλαίσιο μίας ενδιάμεσης
συμφωνίας, για την οριστική μετάβαση στην πολιτική της ανάπτυξης και της
κοινωνικής δικαιοσύνης”.
Πιο κοντά ίσως στα όσα πράγματι
αποφασίστηκαν και στα όσα όντως είχαν δρομολογηθεί ήταν (ποιος άλλος;) ο
Σόιμπλε που μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup δήλωνε
ότι «είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσει η ελληνική κυβέρνηση το πρόγραμμα που
υποσχέθηκε στους ψηφοφόρους», καθώς «όσο η Ελλάδα δεν ολοκληρώνει το υπάρχον
πρόγραμμα, δεν θα πάρει καμία νέα χρηματοδότηση. Καμία».
Αυτό ήταν η βάση και όλων των
κινήσεων των δανειστών που ακολούθησαν. Βέβαια, τότε ακόμα ο Βαρουφάκης έλπιζε
ότι η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου 2015 “ήταν μεν ένα μικρό βήμα αλλά σε μια
νέα κατεύθυνση” και δεν είχε συνειδητοποιήσει πού πήγαινε το πράγμα.
Δεν είχε δηλαδή αντιληφθεί ότι
αυτός που είχε δίκιο ήταν ο παλαίμαχος αγωνιστής της Αριστεράς και τότε ακόμα
του ΣΥΡΙΖΑ, ο Μανόλης Γλέζος, που δήλωνε ότι «η μετονομασία της Τρόικας σε
Θεσμούς, του Μνημονίου σε Συμφωνία και των Δανειστών σε Εταίρους, όπως και όταν
βαφτίζεις το κρέας ψάρι, δεν αλλάζει την προηγούμενη κατάσταση”.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου