Του Θέμη Τζήμα
Για όσους την παρακολούθησαν, η
κοινή συνέντευξη τύπου Τραμπ- Πούτιν αποτέλεσε ένα μοναδικό τηλεοπτικό-πολιτικό
γεγονός, το οποίο εν πολλοίς απεικονίζει τη νέα εποχή των διεθνών σχέσεων στην
οποία βρισκόμαστε.
Πρώτον, η εν γένει παρουσία του
Ντόναλντ Τραμπ και ειδικότερα οι απαντήσεις του ιδίως προς το τέλος της
συνέντευξης τύπου, όταν άσκησε κριτική ευθέως στο FBI και εμμέσως στις
υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας του, σε συνέχεια μάλιστα μιας σειράς επιθέσεων
κατά των προκατόχων του και των Δημοκρατικών, μάλλον έφερε στα πρόθυρα της
νευρικής κρίσης ένα μεγάλο μέρος του κατεστημένου των ΗΠΑ. Η αναμετάδοση και ο
σχολιασμός από το CNN για παράδειγμα ήταν εύγλωττος. Δεν πρόκειται μόνο για μια
διπλωματικώς ανορθόδοξη συμπεριφορά.
Το κυριότερο είναι ότι ο πρόεδρος
Τραμπ έδινε την εικόνα ενός σχεδόν «πολιορκημένου» στο εσωτερικό της χώρας του
ηγέτη, από τους κρατικούς μηχανισμούς. Βεβαίως, δεν είναι ο μόνος πρόεδρος των
ΗΠΑ που έχει βρεθεί σε αυτή τη θέση. Είναι, ωστόσο, ένας από τους λίγους που
έχουν βρεθεί σε τέτοια σχέση αντιπαράθεσης με το «βαθύ κράτος». Έως ότου αυτή η
σύγκρουση λήξει με ένα νικητή, ή έστω διακανονιστεί, θα παράγει αλυσιδωτές
αντιδράσεις και στο διεθνές επίπεδο.
Σχέσεις Ιράν-Ισραήλ
Δεύτερον, είναι προφανές ότι η
ασφάλεια του Ισραήλ, σε σχέση με το Ιράν και τα υψίπεδα του Γκολάν κυριάρχησε
στις συζητήσεις των δύο ηγετών. Το αν επιτεύχθηκε μια ουσιαστική συμφωνία
περιορισμού του Ιράν και κατά πόσο -εάν επιτεύχθηκε- θα εφαρμοστεί μένει να
φανεί τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες. Αυτό που διεφάνη για άλλη μια φορά
είναι ότι η Ρωσία δεν επιθυμεί σύγκρουση Ιράν και Ισραήλ ή αλλαγές του status
quo στο Γκολάν. Επομένως, ούτε και μια ανεξέλεγκτη επέκταση της ιρανικής
παρουσίας πλησίον των συνόρων Συρίας και Ισραήλ. Ωστόσο, δε φάνηκε να υπήρξε
σαφής δέσμευση πίεσης από πλευράς Ρωσίας προς το Ιράν για μείωση της παρουσίας
του τελευταίου στη Συρία.
Δεν ξέρουμε τι διαμείφθηκε πίσω
από τις κλειστές πόρτες, αλλά αν όντως δεν προσφέρθηκαν τέτοιες ρωσικές
εγγυήσεις -ή τουλάχιστον όχι του είδους που το Ισραήλ επιθυμεί- μπορούμε να
περιμένουμε περαιτέρω εντατικοποίηση των σχεδιασμών του Ισραήλ για στρατιωτική
αντιπαράθεση με το Ιράν. Η κλιμάκωση αυτής της κατάστασης θα φέρει σε δύσκολη
θέση τόσο τη Ρωσία όσο και τις ΗΠΑ.
Η Ρωσία διατηρεί συμμαχία με το
Ιράν, αλλά δε θέλει να βρεθεί σε τροχιά αντιπαράθεσης με το Ισραήλ. Οι ΗΠΑ του
Τραμπ θέλουν να γονατίσουν το Ιράν, αλλά προτιμούν να το κάνουν με οικονομικά
μέσα και όχι με μια ευθεία στρατιωτική σύγκρουση. Εν γένει για το θέμα της
Συρίας δεν φάνηκε να προκύπτει κάποιο χειροπιαστό αποτέλεσμα. Ο πόλεμος για τη
Συρία και με αφορμή τη Συρία φαίνεται ότι θα συνεχιστεί.
Δεν είναι εχθρός
Τρίτον, είναι σαφές ότι ο
πρόεδρος Τραμπ δεν θεωρεί τη Ρωσία εχθρό των ΗΠΑ – και έχει δίκιο. Η Ρωσία δεν
απειλεί οικονομικά τις ΗΠΑ, ενώ ταυτοχρόνως ακολουθεί μια διεθνοπολιτικά
ενεργητική, αλλά αμυντική τακτική. Για τον πρόεδρο των ΗΠΑ, εχθροί είναι
εκείνοι που απειλούν να πλήξουν την οικονομική πρωτοκαθεδρία της χώρας του άρα
κυρίως η «γερμανική ΕΕ» -δηλαδή η Γερμανία ως επικεφαλής της ΕΕ- και η Κίνα.
Με τη Ρωσία επιδιώκει ύφεση των
εντάσεων, πράγμα που καταφανώς θέλει και ο Ρώσος πρόεδρος. Θα οδηγήσει αυτό σε
μια «εγκάρδια συνεννόηση» των δύο; Αμφίβολο. Όχι τόσο διότι πράγματι υπάρχουν
αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ των δύο χωρών, δομικού τύπου, αλλά επειδή ένα πολύ
μεγάλο μέρος του αμερικανικού κατεστημένου, για διαφόρους λόγους, δεν μπορεί να
δεχτεί τίποτε διαφορετικό από τη Ρωσία του Γιέλτσιν.
Εν κατακλείδι, σαφώς ο πρόεδρος
Πούτιν φάνηκε να κερδίζει στα σημεία τον πρόεδρο Τραμπ -εάν κανείς θέλει να αναγνώσει
έτσι τη συνάντηση- αλλά δεν είναι αυτό το μείζον. Τα σημαντικότερα συμπεράσματα
έγκεινται στην αδυναμία να αποκλιμακωθούν οι εστίες έντασης διεθνώς και γρήγορα
αλλά και στην εσωτερική αστάθεια και αμηχανία των ΗΠΑ. Η τελευταία μάλιστα
είναι σαφής από τη δεύτερη ακόμα θητεία του Μπους του νεώτερου τουλάχιστον, η
οποία σε συνδυασμό με την επιθετικότητά τους θα εξακολουθήσει να τροφοδοτεί τις
οξύνσεις παγκοσμίως.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου