Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022

Μεθοδική καταγραφή λογαριασμών διαχειρίσεως

 


γράφει η Αρχοντία Κάτσουρα

 

 

Ησυχία. Τόση πολλή που σε κάνει να ξυπνάς μέσα στη νύχτα, ακόμη και αν η κούραση είναι μεγάλη και το σώμα διαμαρτύρεται. Μια χρονιά πέρασε, κυρίως μπροστά σε μια οθόνη, και τα χέρια άρχισαν να διαμαρτύρονται από τις ώρες που έδιναν μάχες με το πληκτρολόγιο, τα μάτια δακρύζουν για να ενυδατώσουν τις ταλαιπωρημένες από το μπλε φως κόρες και το μυαλό έχει αρχίσει να αντιδρά στις νέες πληροφορίες.

 

«Φτάνει», σου λέει. «Πρέπει να ξεκουραστείς. Να πάρεις μιαν ανάσα. Ηταν μια δύσκολη χρονιά».

 

«Και ποια δεν ήταν;», αναρωτιέσαι, με τα σκεπάσματα να σε τυλίγουν μέσα στη νύχτα. «Πρέπει να κοιμηθώ», λες και κλείνεις τα μάτια σου, που πάλι δακρύζουν. Αφού ξέχασες να τους βάλεις λίγο κολλύριο, οι δακρυϊκοί πόροι κάνουν αυτό που εσύ αμέλησες.

 

 

Σκέφτεσαι ότι διψάς, αλλά φοβάσαι ότι αν σηκωθείς, πάει ο ύπνος, τέλειωσε, κι ύστερα πώς θα σηκωθείς το πρωί; Το ξυπνητήρι θα χτυπήσει στις 6.30 ακριβώς. Ασε που θα ανάψεις το φως, θα δεις το ρολόι και μετά θα αγχωθείς πιο πολύ για τον οριστικά χαμένο ύπνο.

 

Αποφασίζεις να σηκωθείς με σβηστό το φως. Ψάχνεις στα τυφλά τις παντόφλες και τη ζακέτα και πας στην κουζίνα. Τα κατατόπια τα ξέρεις, αλλά σκουντουφλάς πάνω στη γωνία ενός τραπεζιού και πνίγεις το επιφώνημα του πόνου. Μην ξυπνήσει όλο το σπίτι… Το πρωί θα ψάξεις για τη μελανιά στο αριστερό γόνατο… Ανάβεις το φως του απορροφητήρα, γεμίζεις ένα ποτήρι νερό και το πίνεις μονορούφι. Το κόκκινο φως από το ρολόι της κουζίνας γελάει χαιρέκακα: 03.43.

 

Αναστενάζεις όλο απογοήτευση. Ξαναγεμίζεις το ποτήρι για να το πάρεις μαζί. Κάνει κρύο. Η θέρμανση έχει σβήσει ώρες τώρα. Αλλά δεν θέλεις να πας στο κρεβάτι. Πηγαίνεις στο σαλόνι, όπου αναβοσβήνουν τα λαμπάκια του δέντρου. Κάθεσαι στον καναπέ και ρίχνεις στα πόδια σου την κίτρινη κουβέρτα. Αφήνεις το βλέμμα να περιπλανηθεί στα στολίδια και σε απορροφά το ρυθμικό πολύχρωμο φως.

 

«Τέλος της χρονιάς», σκέφτεσαι, «και τι έγινε;». Θες δεν θες ο νους τρέχει στις ίδιες μέρες έναν χρόνο πριν. Εγκλεισμός και τηλεργασία, πολλά τηλεφωνήματα και λίγες συναντήσεις. Θυμάσαι ότι οι αθλητικές φόρμες και οι πιτζάμες σου έλιωσαν σχεδόν από τη χρήση, ενώ τα άλλα τα ρούχα, τα κανονικά, δεν είχαν αεριστεί καν. Τα ίδια λαμπάκια αναβόσβηναν στο ίδιο δέντρο, οι ίδιες σκέψεις σε προβλημάτιζαν. Η δουλειά, οι λογαριασμοί, οι υποχρεώσεις, η αγωνία για ένα αύριο που δεν ήξερες πώς να χρωματίσεις. Πόσα άλλαξαν; Λίγα.

 

Αλλά μέσα σε όλη τη μαυρίλα και την ταλαιπωρία, τη στενοχώρια και τις δυσκολίες, υπήρξαν και μέρες ή ώρες γνήσιας χαράς, ευτυχίας ίσως. Σαν αχτίδες ήλιου που σκάνε μέσα από τις γρίλιες ενός ξύλινου παντζουριού τον Ιούλιο στις Κυκλάδες ή σαν μουσικό κουτί που παίζει μελωδίες μόλις το ανοίξεις, ακόμη και σαν χαραμάδες που ανοίγουν και κλείνουν στον χρόνο. Μπαίνεις για λίγο μέσα και ενώ ο κόσμος γύρω συνεχίζει να γυρίζει, εσύ δεν το νιώθεις, έχοντας παρασυρθεί στην ομορφιά. Οταν βγεις, όλα τα άλλα είναι ίδια. Εσύ έχεις αλλάξει, κι αυτό είναι μαγικό, κι ας το ξέρεις μόνον εσύ.

 

Και ένα βράδυ, λίγο πριν φύγει ο χρόνος, αυτό που βαραίνει περισσότερο στο αόρατο σακίδιο που σου έδωσε είναι αυτή η κατάδική σου μαγεία, οι μικρές, πολύτιμες στιγμές. Τα τραγούδια και τα βιβλία που αγάπησες, οι άνθρωποι που αγκάλιασες. Οι κουβέντες που αντάλλαξες, η αγάπη που έδωσες και πήρες, τα γέλια που έκανες και τα δάκρυα που έχυσες.

 

Είναι εκείνο το βράδυ που θυμάσαι τα λίγα οικονομικά που ξέρεις και τον ορισμό της λέξης απολογισμός: μεθοδική καταγραφή των λογαριασμών διαχειρίσεως. Ή, έκθεση και δικαιολόγηση πράξεων για τις οποίες είναι κανείς υπεύθυνος.

 

Πριν προλάβεις να υπολογίσεις τα κέρδη και τις απώλειες, τα φωτάκια σε έχουν νανουρίσει αρκετά. Ασυνείδητα κουκουλώνεσαι την κίτρινη κουβέρτα και αποκοιμιέσαι. Οταν χτυπήσει το ρολόι, θα είναι μια άλλη μέρα.  

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *