Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

Με την Ελπίδα μιας στιγμής, μας χρέωσαν το μέλλον

 


γράφει ο Δημήτρης Νανούρης

 

Εκφράζω βάσιμες υποψίες πως κάποιοι σκώπτες υπερόπτες παρεισέφρησαν στην επιτροπή ονοματοδοσίας του κακού μας του καιρού και ασκούνται στην υποδόρια τέχνη του εισοδισμού τρολάροντάς μας κανονικότατα. Προσπερνώντας επιδεικτικά το «μακράς ελπίδας μισώ» του Αισώπου και το «η ελπίδα συνιστά τον μεγάλο πλαστογράφο της αλήθειας» του Μπαλτάσαρ Γκραθιάν, βάφτισαν με τον κωδικό «Ελπίς» τα ακραία φαινόμενα που πλήττουν από σήμερα σύμπασα τη χώρα με χιόνια και πολικές θερμοκρασίες ακόμα και στον απώτατο Νότο της. Δεν αντιλέγω, είναι ο μόνος τρόπος να δούμε άσπρη μέρα με τούτη την αλλοπρόσαλλη κυβέρνηση που τα ’χει κάνει ρόιδο και λογαριάζει τον λαό για εύηθες κορόιδο.

 

Λαμβάνεται ωστόσο ως τραγική και πικρή ειρωνεία να λέμε πως «αποκλείστηκαν δεκάδες χωριά εξαιτίας της “Ελπίδας”», ήτις ξαπόστειλε, ο μη γένοιτο, «στον λευκό τάφο πολύ πριν από την ώρα τους άτυχους συμπολίτες καταπλακωμένους από χιονοστιβάδα». Δεν χάθηκαν δα θηλυκά ονόματα από «έψιλον» συνυφασμένα με τη λαίλαπα και την καταστροφή. Εντελώς πρόχειρα αναφέρω την Ευρώπη, υπαίτια ποικίλων δεινών, την Εχιδνα, την Εκάτη ή έστω την Ειδοθέα. Ο ως άνω εισοδιστής, όμως, εμφορείται εμφανώς από το ανατρεπτικό φλέγμα του Νίτσε, όστις διατείνεται ότι «η ελπίδα είναι το χειρότερο κακό γιατί παρατείνει τα βάσανα των ανθρώπων».

 

Παντοιοτρόπως μας λοιδορεί, πάντως, ο αυτόκλητος νουνός μη διστάζοντας να χλευάσει τις ημιορεινές υπώρειες του πολιτικού τόξου. Ουδείς λησμονεί πως η ελπίδα ερχόταν, καλή ώρα, ορμητική και φουριόζα τέτοιες μέρες επτά χρόνια πριν με οδυνηρό επακόλουθο να παγιωθεί ο υδράργυρος σε επίπεδα Σιβηρίας πριν παρέλθουν δυο τέρμινα και να πάνε κατά διαόλου οι θολές και φρούδες προσδοκίες του χαχόλου πόπολου. «Οι ηγέτες είναι έμποροι ελπίδας», προειδοποιούσε ο Μέγας Ναπολέων, γνωρίζοντας τον αφορισμό του Μποσέ πως «κανένας άνθρωπος δεν παραπλανάται πιο εύκολα απ’ αυτόν που ελπίζει, επειδή προσφέρεται ο ίδιος προς εξαπάτηση». Ο Ρόμπερτ Λόουελ, άλλωστε, επεσήμανε εναργέστατα ότι «αν βλέπουμε φως στην άκρη του τούνελ, είναι ο προβολέας του τρένου που έρχεται καταπάνω μας».

Ιδιαιτέρως κατατοπιστικός, καθότι γνώστης των καθ’ ημάς λόγω εντοπιότητος, υπήρξε ο Γεώργιος Θεοτοκάς, καθώς διαπίστωνε πως: «Είμαστε τσακισμένοι, μαραμένοι, χαμένοι μες στον κυκεώνα της σύγχρονης ζωής. Κανείς δεν περιμένει κάτι καλό από την Ελλάδα. Καμιά ελπίδα δεν χαράζει πουθενά. Η στιγμή αυτή είναι βέβαια μια θαυμάσια στιγμή», με τον Φραντς Κάφκα να συναινεί και να επαυξάνει: «Υπάρχει άπειρη ποσότητα ελπίδας στο σύμπαν, αλλά όχι για εμάς». Τω όντι ειδυλλιακή η ώρα κατά την οποία το φιλντισένιο σεντόνι του σύμπαντος θα καλύψει βουνά και κάμπους για να διαλυθεί με τις πρώτες λιακάδες μαζί με τους ελαχίστως ανθεκτικούς χιονάνθρωπους στη σμίλευση των οποίων εξαντλούνται τα αποθέματα της αισιόδοξης θεώρησης της ζωής.

 

Συνυπογράφω τη λογική του Βαλκάνιου Εμίλ Σιοράν πως «η ελπίδα είναι μια φυσιολογική μορφή παραλογισμού» και τρέμω απέναντι στη σημαδιακή φράση του Παναγιώτη Κονδύλη: «Ελπίδα και φόβος παρεμποδίζουν την κατανόηση των ανθρώπινων πραγμάτων· η ελπίδα όμως ξεπερνιέται πολύ δυσκολότερα από τον φόβο». Τα ακραία καιρικά φαινόμενα αποσυντονίζουν, καταπώς φαίνεται, ώς και τους ποιητές μας. «Αφού έζησα όλο το μαρτύριο της ελπίδας, έφτασα στο πιο απάνθρωπο έγκλημα: να πιστέψω στους ανθρώπους», γράφει κάπου ο Τάσος Λειβαδίτης, για να παγώσει αμετάκλητα τον χρόνο ο Ρίτσος: «Με την ελπίδα μιας στιγμής, μας χρέωσαν όλο το μέλλον».

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *