γράφει ο Γιώργος Φραγγίδης*
Στην αυγή της νέας χρονιάς, οι
προκλήσεις για την ελληνική και την παγκόσμια κοινότητα συνεχίζονται. Το μέτωπο
της πανδημίας παραμένει ανοιχτό, η ενεργειακή κρίση κλιμακώνεται και
γενικεύεται και ο πληθωρισμός υποβαθμίζει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Οι
τιμές του πετρελαίου, του ρεύματος και του φυσικού αερίου διαγράφουν ανοδική
τροχιά, χωρίς σημάδια σταθεροποίησης. Η ενεργειακή εξάρτηση καθιστά ευάλωτη την
ευρωπαϊκή οικονομία σε κινδύνους όπως τα υπερβολικά κόστη και η ενδεχόμενη
ανεπαρκής προσφορά σε έκτακτες συνθήκες και γεωπολιτικές συγκρούσεις.
Στη χώρα μας, όπως επισημαίνει το
Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, ο τομέας ενέργειας παρουσιάζει
δομικές αλλαγές με απότομη μείωση των εξορύξεων και αύξηση της εισαγωγής
φυσικού αερίου, που σε συνδυασμό με την άνοδο των διεθνών τιμών σε αέριο και
πετρέλαιο, εκτινάσσουν το ενεργειακό κόστος. Η αλλαγή ενεργειακού μοντέλου, στο
πλαίσιο της στρατηγικής μείωσης των εκπομπών άνθρακα, υπαγορεύει όχι μόνο
μεγαλύτερη συμμετοχή των ΑΠΕ αλλά και επενδύσεις σε αποθηκευτικά συστήματα,
ενεργειακή αναβάθμιση και διαχείριση της ζήτησης. Γι’ αυτά, ελάχιστα πράττει η
κυβέρνηση. Η απολιγνιτοποίηση της ΔΕΗ αποδείχθηκε φιάσκο, αποκαλύπτοντας την
απουσία σχεδίου της κυβέρνησης για ομαλή και δίκαιη μετάβαση, όπως εξαρχής είχε
επισημάνει το Κίνημα Αλλαγής.
Η Ελλάδα στις 3/1 είχε την
ακριβότερη τιμή χονδρικής στην Ευρώπη στον ηλεκτρισμό (195 ευρώ/μεγαβατώρα),
καταγράφοντας αύξηση 63% σε σχέση με την προηγούμενη μέρα, παρά τη μεγάλη
συμμετοχή των ΑΠΕ και των υδροηλεκτρικών στο μείγμα παραγωγής ενέργειας.
Τα παράδοξα και οι στρεβλώσεις
στην ελληνική αγορά ενέργειας δεν σταματούν εδώ. Οι παραγωγοί αγοράζουν έναν
μήνα πριν το φυσικό αέριο που θα χρειαστούν για τον επόμενο μήνα, με τις τιμές
που ισχύουν εκείνη τη στιγμή. Ετσι, παρά την πτώση της τιμής τις τελευταίες
μέρες, το αέριο που χρησιμοποιείται τώρα έχει αγοραστεί με τις υψηλές τιμές του
Δεκεμβρίου. Εξάλλου, η απουσία ουσιαστικού ανταγωνισμού προσδίδει στην αγορά
ενέργειας μονοπωλιακά χαρακτηριστικά. Οι καθετοποιημένοι προμηθευτές ενέργειας
μεταφέρουν ρίσκο και επιβαρύνσεις στους πελάτες τους, ενώ η κυβέρνηση
παρακολουθεί αδρανής. Ταυτόχρονα, αδιαφορεί για τη δίκαιη πράσινη μετάβαση και
τους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες.
Οι αυξημένες τιμές αγαθών και
υπηρεσιών συρρικνώνουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών και το μηνιαίο κόστος
διαβίωσης έχει αυξηθεί δραματικά. Οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι και τα
φειδωλά μέτρα της κυβέρνησης αδυνατούν να αντισταθμίσουν την επιβάρυνση
νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η ΕΚΤ εκτιμά ότι το 2022 ο πληθωρισμός θα
διαμορφωθεί στο 3,2%, από 2,6% το 2021.
Ο πρωτογενής τομέας και ο
τουρισμός πλήττονται σοβαρά από πανδημία και ακρίβεια. Το κύμα των ανατιμήσεων
σε αγροτικά εφόδια και ενέργεια έχει εκτοξεύσει το κόστος παραγωγής οδηγώντας
αγρότες και κτηνοτρόφους σε απόγνωση. Στον τουρισμό, οι επιδημιολογικές
εξελίξεις και τα περιοριστικά μέτρα φέρνουν ακυρώσεις και μηδαμινές πληρότητες
στα καταλύματα, αμέσως μετά τις γιορτές. Η ακρίβεια επιβαρύνει τα λειτουργικά
κόστη σε αερομεταφορές και επιχειρήσεις, ενώ η έλλειψη ρευστότητας κορυφώνεται.
Καμία κυβερνητική δέσμευση για στήριξη του σφοδρά πληττόμενου κλάδου της
εστίασης. Ο κατώτατος μισθός παραμένει καθηλωμένος και η συμβολική αύξηση του
2% αγγίζει τα όρια του εμπαιγμού.
Ανίκανη να διαχειριστεί την
κατάσταση, η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει ότι η κρίση είναι παροδική.
Ταυτόχρονα, επαίρεται σχεδόν εμμονικά για τους ρυθμούς ανάπτυξης, που
δικαιολογούνται δυστυχώς από το γεγονός ότι η ύφεση της ελληνικής οικονομίας το
2020 ήταν η δεύτερη βαθύτερη στην Ε.Ε.-27.
Τη στιγμή που άλλες ευρωπαϊκές
κυβερνήσεις έχουν ήδη λάβει μέτρα για να στηρίξουν τα μικρομεσαία οικονομικά
στρώματα και τις επιχειρήσεις, αντισταθμίζοντας τις πιέσεις από την επέλαση της
ακρίβειας και τη δαπανηρή αλλά αναγκαία πράσινη μετάβαση, η κυβέρνηση της Ν.Δ.
«περί άλλα τυρβάζει».
* βουλευτής Κιλκίς ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝ.ΑΛΛ.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου