Η TTIP (Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων) δεν είναι από τα θέματα που αναλύονται με «δυό λόγια», αφού, αν και θεωρητικά πρόκειται για μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, ουσιαστικά, και για να έχει λόγο ύπαρξης, θα επέμβει και θα επηρεάσει πολλούς τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής των συμβαλλομένων χωρών.
Στο σύμπαν του φιλελευθερισμού, των κερδοσκόπων και του διεθνούς κεφαλαίου, ωστόσο, δεν αποτελεί «κοσμογονία» αλλά μάλλον επέκταση και αναβάθμιση του ελέγχου των κρατικών και κοινωνικών μηχανισμών παγκοσμίως και κατ’ επέκταση της ζωής των πολιτών από εταιρικά συμφέροντα, μακράν ισχυρότερα από την παραδοσιακή παραγωγική και επιχειρηματική δραστηριότητα. Ενσωματώνει την εμπειρία από πολλές διακρατικές συμφωνίες που έχουν προηγηθεί, προσαρμοσμένη και τροποποιημένη υπό το πρίσμα των οικονομικών κρίσεων που έχουν αποδυναμώσει κράτη και λαούς. Απώτερος στόχος, η επέκταση και η αύξηση των κερδών των πολυεθνικών κολοσσών μέσω της κατάλυσης δικαιωμάτων και δημοκρατικών διαδικασιών.
Οι όροι που πιθανόν να υπογραφούν, είναι δεσμευτικοί -πραξικόπημα το χαρακτήρισε η Ντέμπι Μπάρκερ, διευθύντρια διεθνούς προγράμματος του Κέντρου για τη Διατροφική Ασφάλεια των ΗΠΑ- και μετά την επικύρωσή τους, κυριολεκτικά δεν υπάρχει επιστροφή, αφού στο μέλλον οι νομοθεσίες των κρατών θα πρέπει να προσαρμόζονται σε αυτούς.
Η γερμανίδα δημοσιογράφος, Ούλρικε Χέρμαν επισήμανε ότι οι δασμοί μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ είναι ήδη σε χαμηλά επίπεδα και το μεταξύ τους εμπόριο φθάνει στο 1,8 δισ. ευρώ. Έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι η TTIP δεν είναι απλώς μια εμπορική αλλά μια «ζωντανή», διαρκής και «πανταχού παρούσα» συμφωνία που απειλεί να καταλύσει τελωνειακούς κανονισμούς και ελέγχους ποιότητας, προδιαγραφών, φυτοϋγείας, ασφάλειας.
Ο διάλογος μεταξύ των μεγαλύτερων πολυεθνικών Ευρώπης και ΗΠΑ, με τη μορφή ελιτίστικης και κλειστής διαβούλευσης, ξεκίνησε το 1995. Σκοπός του ήταν η άρση των κανονισμών που εμποδίζουν την επέκτασή τους και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Σε θεσμικό επίπεδο, ωστόσο, οι συνομιλίες αναγγέλθηκαν τον Φεβρουάριο 2013 από τον ίδιο τον αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Τον Ιούλιο του 2013, ξεκίνησε ο πρώτος κύκλος διαπραγματεύσεων για τη Διατλαντική Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου (TAFTA) που μετονομάστηκε σε TTIP για λόγους «αισθητικής». (Το όνομα θύμιζε τη συνθήκη ACTA που υποτίθεται οτι προφύλασσε τα πνευματικά δικαιώματα, αλλά η οποία στόχευε στη νομιμοποίηση του ελέγχου των διαδικτυακών δραστηριοτήτων και απορρίφθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2012.)
Ο 5ος κύκλος συνομιλιών πραγματοποιήθηκε 19-23 Μαΐου (παραμονές ευρωεκλογών) στο Άρλινγκτον των ΗΠΑ και οι συνομιλίες έχει προβλεφθεί να ολοκληρωθούν μέχρι το 2015, στόχος που θεωρείται ανέφικτος, αν δημοσιοποιηθούν οι όροι της TTIP και δοθεί βήμα για δημόσια διαβούλευση.
Πρώτο «συναγερμό» για τις προθέσεις της συμφωνίας αποτελεί το γεγονός οτι οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται σε «κλίμα εμπιστευτικότητας», σύμφωνα με την επίσημη ορολογία. Τα πρακτικά και τα προσχέδια των διαβουλεύσεων δεν δημοσιοποιούνται και μετά τα αιτήματα των εμπλεκομένων χωρών για διαφάνεια και δημόσιο διάλογο, αλλά και διαρροές, μόνο κάποιοι από τους όρους έγιναν γνωστοί. Η πρόσβαση ακόμα και για κυβερνητικούς αξιωματούχους της ΕΕ είναι περιορισμένη σε καθορισμένα αναγνωστήρια από όπου τα έγγραφα απαγορεύεται να απομακρυνθούν ή να αντιγραφούν. Επιπλέον, ούτε οι βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων έχουν πρόσβαση στα αιτήματα των ΗΠΑ στα οποία εμπλέκονται οι χώρες τους.
Ένα χρόνο αργότερα, και λόγω των αντιδράσεων που δημιουργήθηκαν και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η επίσημη πληροφόρηση έλαβε τη μορφή προπαγάνδας που απλώς επιδιώκει να καθησυχάσει με παραπλανητικό, αν όχι λαϊκιστικό τρόπο, την κοινή γνώμη και βεβαίως, με όλα τα διαθέσιμα μέσα και Μέσα, εκθειάζονται τα οφέλη που θα προκύψουν για τις δύο πλευρές.
Σύμφωνα με τις προσεκτικές διατυπώσεις, οι στόχοι και τα ωφέλη για τις ΗΠΑ περιλαμβάνουν «οικονομική ανάπτυξη, θέσεις εργασίας και διεθνή ανταγωνιστικότητα», ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «διαφημίζει» τις διαπραγματεύσεις με τον ισχυρισμό πως «όσο μεγαλύτερη η απελευθέρωση του εμπορίου, τόσο καλύτερο το συνολικό αποτέλεσμα». Το οικονομικό όφελος έχει υπολογιστεί από την Επιτροπή (αισιόδοξα) σε 0,5% μέχρι το 2027 (0,036% ανά έτος).
Μάλλον ταπεινωτικό για τους λαούς της Ευρώπης μοιάζει το επιχείρημα ότι η οικονομική ωφέλεια για την οικονομία της ΕΕ, ισοδυναμεί με ένα επιπλέον ποσό 545 ευρώ ετησίως για ένα τετραμελές νοικοκυριό! Και με ποιό κόστος;
Θέσεις εργασίας
Παρά τις αλματώδεις «προόδους» της ΕΕ στην υποβάθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων, οι ΗΠΑ διατηρούν το πλεονέκτημα, αφού δεν έχουν επικυρώσει διεθνείς συμβάσεις του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας. Συνδικάτα εργαζομένων και από τις δύο πλευρές αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο για τις κατακτήσεις τους και τις όποιες διεκδικήσεις τους στο μέλλον.
Οι ίδιοι οι Αμερικανοί, που έχουν ήδη χάσει θέσεις εργασίας ως συνέπεια της αντίστοιχης συμφωνίας ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού (NAFTA), επικεντρώνονται στους κινδύνους διάσπασης των εργαζομένων, την κατάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων και την αφαίρεση του δικαιώματος σε απεργία. Στον τομέα της αύξησης θέσεων εργασίας, την οποία οι δύο πλευρές ευαγγελίζονται, η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην Αξιολόγηση Επιπτώσεων της TTIP, αναγνωρίζει «τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της βιομηχανίας των ΗΠΑ έναντι των ευρωπαίων ομολόγων τους και τις συνακόλουθες αρνητικές συνέπειες», ενώ προβλέπει ότι συγκεκριμένοι παραγωγικοί τομείς «θα οδηγηθούν σε αναδιάρθρωση». Η κα Χέρμαν επέμεινε ότι η κατανάλωση, και άρα η παραγωγή και οι θέσεις εργασίας, δεν θα αυξηθούν και η μόνη διαφοροποίηση θα αφορά στο πού παράγεται το προϊόν.
Ασφάλεια τροφίμων
Προσπάθεια σύγκλισης δύο διαφορετικών κόσμων. Οι ΗΠΑ είναι ο παράδεισος των εταιρειών βιοτεχνολογίας, εκείνων που δημιουργούν μεταλλαγμένες καλλιέργειες, χημικά που επηρεάζουν το ανθρώπινο ορμονικό σύστημα ή εντομοκτόνα και τις οποίες δεν έχει καταφέρει να περιορίσει και να αντιμετωπίσει το αμερικανικό νομικό σύστημα.
Επιπλέον, πρακτικές στην κτηνοτροφία (αυξητικές ορμόνες στο βοδινό κρέας) και στην επεξεργασία και πώληση τροφίμων (χημική επεξεργασία - χλωρίωση κρέατος πουλερικών και μη σήμανση προϊόντων με μεταλλαγμένα συστατικά), παραμένουν απαγορευμένες στην ΕΕ.
Οι διαφορές στις νομοθεσίες αποτελούν εμπόδιο για τις εξαγωγές των ΗΠΑ και η TTIP έχει σαφή στόχο τη σύγκλιση, τον εναρμονισμό και την ομοιομορφία, μέσω της υποβάθμισης των υφιστάμενων κριτηρίων ποιότητας και ασφάλειας, όχι βεβαίως προς όφελος της δημόσιας υγείας.
Η Ντέμπι Μπάρκερ τόνισε ότι αρχικές «ασυμφωνίες» δεν πρέπει να καθησυχάζουν τους πολίτες αφού δεδομένης της μυστικότητας και της εμπλοκής των αμερικανικών εταιρικών λόμπι, ακόμα και γενικευμένοι όροι που θα δείχνουν καθησυχαστικοί, τελικά θα μπορούν να μεταστραφούν με κανονιστικές ρυθμίσεις. Ήδη χαρακτηρίζονται «μη επιστημονικά τεκμηριωμένα» τα ευρωπαϊκά πρότυπα ασφαλείας που λειτουργούν απαγορευτικά για εισαγωγές τροφίμων -εμβολιασμένα κρέατα, μεταλλαγμένα κ.ά.- και άλλων προϊόντων.
Περιβάλλον
Τα ανεπαρκή και κάτω από κοινωνικές πιέσεις βήματα που έχουν γίνει για την προστασία του περιβάλλοντος θα αντιστραφούν αν τελεσφορήσουν οι πιέσεις για άρση των νομοθεσιών και των κανονισμών της ΕΕ, η οποία έχει θέσει αυστηρότερους στόχους από τις ΗΠΑ για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και έχει διαφορετικές νομοθεσίες στην παραγωγή, αξιολόγηση και χρήση τοξικών χημικών. Η παντοκρατορία των πετρελαϊκών αμφισβητεί τα ευρωπαϊκά πρότυπα που λειτουργούν περιοριστικά για τις εξαγωγές τους.
Πρόκειται για έναν τομέα όπου η ΕΕ αντιστέκεται σθεναρά, θέτοντας όρο την προσαρμογή της αμερικανικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Στο παρασκήνιο, ωστόσο, και σύμφωνα με πληροφορίες, η ΕΕ, παρά τις προδιαγραφές για τα ορυκτά καύσιμα, έχει ήδη εισάγει φορτία πισσώδους πετρελαίου από τον Καναδά. Αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι ΗΠΑ πιέζονται για την κατασκευή του αγωγού Keystone XL που θα μεταφέρει το καύσιμο από τον Καναδά στον Κόλπο του Μεξικού, το προς εξαγωγή προϊόν αναζητά έτοιμο προορισμό την ΕΕ.
Δημόσιες υπηρεσίες και παροχές
Αν η Ελλάδα θεωρηθεί αντιπροσωπευτικό δείγμα, η ιδιωτικοποίηση δημόσιων παροχών όπως η υγεία, η παιδεία και το νερό, βρίσκονται σε «καλό δρόμο» και στην ΕΕ. Αμερικανική απαίτηση είναι η απελευθέρωση των υπηρεσιών, περιλαμβανομένων και των δημόσιων, όπως προστατεύονται ακόμα και από τη συμφωνία GATS του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου (WTO). Η ΕΕ φαίνεται να την αποδέχεται, με εξαίρεση τα δικαστικά σώματα, την αστυνόμευση συνόρων και τον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας.
Μια τέτοια εξέλιξη θα σημαίνει ότι αυτές οι υπηρεσίες δεν θα προστατεύονται από τις εθνικές νομοθεσίες και -χειρότερο όλων- μετά την ιδιωτικοποίηση, θα καθίσταται ουσιαστικά αδύνατη η επάνοδος στο προηγούμενο καθεστώς. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν εκφράσει ανησυχίες για τις υπηρεσίες υγείας, αφενός λόγω της ανεπαρκούς προστασίας τους από την Συνθήκη της Λισαβόνας, αφετέρου λόγω των επιθετικών πολιτικών των αμερικανών -η Μπάρκερ τους χαρακτήρισε «οδοστρωτήρες» που δεν βγαίνουν από διαπραγματεύσεις χωρίς να αποκομίσουν κέρδη-, οι οποίοι μόνο ως εμπόδιο βλέπουν τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες.
Οι ανησυχίες από την πλευρά της αντίστασης στις ΗΠΑ περιλαμβάνουν δύο κομβικά θέματα κοινωνικής πρόνοιας. Το ένα είναι οι διατάξεις για την αγορά τοπικών προϊόντων (Buy America) και το άλλο, το οποίο οι εκπρόσωποι των αμερικανικών εταιρειών επιθυμούν διακαώς να απαλειφθεί, είναι η Αρχή της Προφύλαξης, που αποτελεί βασική αρχή διεθνών συμβάσεων του ΟΗΕ, έχει υιοθετηθεί από την ΕΕ και αφορά στις προδιαγραφές για τα τρόφιμα, την κτηνοτροφία και τις καλλιέργειες με κριτήριο τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην ασφάλεια και στη δημόσια υγεία.
Προστασία προσωπικών δεδομένων
Τα εταιρικά κέρδη είναι ασύμβατα με την ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στις πληροφορίες και ευθέως ανάλογα με την εταιρική πρόσβαση στις επικοινωνίες και στα προσωπικά δεδομένα των πολιτών. Η συμφωνία θα δίνει στις εταιρείες δικαίωμα πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα για «εμπορικούς σκοπούς».
Επίσης, με το πρόσχημα της πνευματικής ιδιοκτησίας, της πατέντας και των εμπορικών σημάτων, θα εγείρονται εμπόδια στη δημόσια πρόσβαση σε γνώσεις και πληροφορίες ακόμα και για σχολεία ή βιβλιοθήκες, όπως αποτυχημένα αποπειράθηκαν να επιβάλουν η ACTA στην ΕΕ και η SOPA στις ΗΠΑ.
Κι ενώ οι αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν για τις υποκλοπές και τις παρακολουθήσεις από υπηρεσίες των ΗΠΑ είχαν εφοδιάσει την ΕΕ με ένα ισχυρό διαπραγματευτικό μέσο («Εποχή», 23.3.2014), πρόσφατα οι ΗΠΑ πέρασαν σε παγκόσμια «αντεπίθεση», επιστρατεύοντας ένα νέο «φάντασμα», αυτό της βιομηχανικής κατασκοπείας.
Επίλυση διαφορών κράτους-επενδυτών (ISDS)
Το ISDS ίσως είναι η μεγαλύτερη απειλή που θέτει η TTIP. Πρόκειται για το μηχανισμό διαιτησίας μεταξύ των κρατών και των επενδυτών-εταιρειών, τον οποίο η ΕΕ επιθυμεί να προσυπογράψει.
Τα διαιτητικά δικαστήρια αποτελούνται από ιδιώτες δικηγόρους, παρακάμπτουν/αχρηστεύουν τα εθνικά νομικά συστήματα και οι αποφάσεις τους έχουν ως τώρα δικαιώσει τις εταιρείες-επενδυτές, σε βάρος των χωρών.
Τα παραδείγματα κρατών που υποχρεώθηκαν να πληρώσουν εξωπραγματικές αποζημιώσεις, σκιαγραφούν αδρά τους κινδύνους. Μέσα στην ΕΕ, αντιπροσωπευτική είναι η περίπτωση της σουηδικής πολυεθνικής εταιρείας ενέργειας, η οποία μήνυσε τη γερμανική κυβέρνηση και αξίωσε αποζημίωση 3,7 δισ. ευρώ, όταν αποφάσισε να κλείσει τους σταθμούς πυρηνικής ενέργειας μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα.
Οποιαδήποτε προσπάθεια διαφοροποίησης του καθεστώτος και των όρων κερδοφορίας των εταιρειών, θα επισύρει μηνύσεις και υπέρογκες αποζημιώσεις.
Όπως επισήμανε η Ούλρικε Χέρμαν, η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις αξιώσεις των επενδυτών (δεδομένου του «οργασμού» ιδιωτικοποιήσεων), οι οποίοι θα έχουν δικαίωμα να αποζημιωθούν ακόμα και στις περιπτώσεις που οι εργασιακές σχέσεις, η φορολόγηση ή άλλες διατάξεις διαφοροποιηθούν μετά την πραγματοποίηση της επένδυσης. Αυτονόητο είναι ότι οι τεράστιες αποζημιώσεις που αποφασίζονται βαρύνουν τους φορολογούμενους.
Το ISDS θεωρείται τόσο ευνοϊκό για τις εταιρείες, ώστε αρκετές εγχώριες μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό προκειμένου να υπαχθούν σε καθεστώς ξένων επενδυτών.
Η αντίθεση που εκδηλώθηκε με επιστολή από 200 οργανισμούς σε Ευρώπη και Αμερική και από κυβερνήσεις χωρών-μελών της ΕΕ, υποχρέωσαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναστείλει τις διαπραγματεύσεις για το ISDS, προκειμένου να γίνει δημόσια διαβούλευση. Ο επίτροπος εμπορίου της ΕΕ, Καρέλ Ντε Γκούχτ, αποκάλυψε ωστόσο ότι σκοπός της αναστολής είναι να πειστούν οι σκεπτικιστές και όχι να αναθεωρηθούν οι σχετικοί όροι.
Η Επιτροπή έχει αναρτήσει σχετικό ερωτηματολόγιο στον ιστότοπό της, στο οποίο οι πολίτες μπορούν να απαντούν σε «επιδέξια» διατυπωμένες ερωτήσεις, μέχρι τις 6.7.2014 (ec.europa.eu/yourvoice/ipm/forms/dispatch). Οπωσδήποτε δεν παρασχέθηκε από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ επαρκής, σαφής και αντικειμενική πληροφόρηση προκειμένου να τοποθετηθούν (με αυτόν το μόνο τρόπο) οι πολίτες.
Η «ουτοπία των πολυεθνικών», όπως ονομάζουν την TTIP οι φορείς αντίστασης, αν υπογραφεί, θα γίνει δυστοπία των λαών.
Εσείς τι ξέρετε για την TTIP;
Την ενημέρωση που αποφεύγουν μεθοδικά οι επίσημες εμπλεκόμενες πλευρές, Ευρωπαϊκή Ένωση και ΗΠΑ, για το κρίσιμο θέμα της Διατλαντικής Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων (Transatlantic Trade and Investment Partnership-TTIP), ανέλαβαν στην Ελλάδα (προεδρεύουσα του Συμβουλίου της ΕΕ από την αρχή του 2014), το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς.
Επιπλέον των ενημερωτικών εκδόσεών τους, διοργάνωσαν, την Τρίτη, συναντήσεις με δημοσιογράφους και το κοινό και, την Τετάρτη, παρουσίαση σε πολιτικό και επιστημονικό προσωπικό.
Η γερμανίδα δημοσιογράφος (της εφημερίδας «die tageszeitung») Ούλρικε Χέρμαν και η διευθύντρια του διεθνούς προγράμματος Center for Food Safety στις ΗΠΑ, Ντέμπι Μπάρκερ, στη σπάνια -αν όχι μοναδική- στην Ελλάδα ενημέρωση, αναφέρθηκαν στα σημεία-κλειδιά της TTIP και στις παγίδες και στους κινδύνους για τις χώρες και τους λαούς και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Η ενημερωτική έκδοση του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ από τον Τζον Χίλαρι, (εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης War on Want - Πόλεμος στην Ένδεια), οι ομιλήτριες και η πλούσια αρθρογραφία (εκτός Ελλάδας), δίνουν το στίγμα της TTIP και το εύρος των επιπτώσεων στους τομείς που οι εμπνευστές της σχεδιάζουν να περιλαμβάνει.
ΠΗΓΗ:
Ελισάβετ Πετρίδου για την ΕΠΟΧΗ
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου