Η κοινότητα του φέισμπουκ είναι
εθιστική αλλά και αβίωτη, χρήσιμη αλλά και φορές φορές εκνευριστική. Ένα
ετερόκλητο πλήθος που μάχεται να ακουστεί, να κάνει πλάκα, να ξεχωρίσει, να
επιβάλει απόψεις, να προπαγανδίσει, να αποδοκιμάσει,
να επιδοκιμάσει, να πολιτικολογήσει, να βρίσει και να βριστεί για την ομάδα ή
το κόμμα του, να επιβεβαιωθεί με ένα λάικ ή να αποθεωθεί με μια κατακόκκινη
φωτεινή καρδούλα. Άνθρωποι ίδιοι, σχεδόν ίδιοι ή διαμετρικά αντίθετοι –κάποτε
τελείως ξένοι, αλλά σκιώδεις «φίλοι»!– ενωμένοι με έναν αόρατο ηλεκτρονικό
κρίκο. Και η αγωνία να ακουστούν, να αγκιστρώσουν την προσοχή τού περιφερόμενου
διαδικτυακού πλήθους με ένα κείμενο, μια ατάκα, ένα προτεινόμενο τραγούδι, μια
φωτογραφία, ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα κείμενα, ατάκες, προτεινόμενα
τραγούδια, φωτογραφίες. Διάχυτο το άγχος των μελών της κοινότητας να ξεχωρίσουν
μέσα στο ποδοβολητό του πλήθους που τρέχει ρολάροντας βιαστικά πάνω κάτω τη
σελίδα –με πυρετώδη πέιτζ απ, πέιτζ ντάουν– για να σταθεί για λίγο σε κάτι που
το ενδιαφέρει ή μπορεί να το ενδιαφέρει.
Τι μας/τους τραβάει εθιστικά στο
φέισμπουκ –και στα άλλα σόσιαλ; Μπορεί η ανάγκη για να τροφοδοτηθεί το Εγώ
μας/τους με συνεχή προβολή στιγμών της προσωπική ζωής:
(εγώ) εδώ πίνω καφέ,
(εγώ) εδώ ταξιδεύω,
(εγώ) εδώ γλεντάω,
(εγώ) εδώ είμαι με τον φίλο μου,
(εγώ) εδώ στο πτυχίο του παιδιού
μου.
Μπορεί να είναι και η δοτική χαρά
που μας/τους κάνει να διακτινίζουν τις προσωπικές στιγμές για να τις μοιραστούν
με «όλον» τον κόσμο. Με ένα πάτημα του έντερ φεύγουν με ασύλληπτη ταχύτητα προς
όλες τις κατευθύνσεις της γειτονιάς, της πόλης, της χώρας και του πλανήτη,
φωτογραφίες, κείμενα, ευφυολογήματα, προκλήσεις, απαντήσεις σε προκλήσεις.
Το φέισμπουκ είναι ένα
ηλεκτρονικό εξομολογητήριο. Μαζί με τις στιγμές χαράς ταξιδεύουν στους
διαδικτυακούς δαίδαλους κι εκείνες της προσωπικής λύπης ή συντριβής. Κάνουμε
αυτό που κάναμε άλλοτε μπροστά σε μια παλιά φωτογραφία ενός απόντος –εννοώ για
πάντα απόντος. Απευθυνόμαστε από το ανοικτό βήμα του κυβερνοχώρου σε
αγαπημένους, σε γνώριμους ή απλώς σε γνωστούς που έχουν φύγει, περιμένοντας να
μας ακούσουν –αν υπάρχει... wi fi στο Εκεί.
Και μέσα σε όλο αυτό πλήθος τού
φέισμπουκ, ζει και μια σιωπηλή πλειοψηφία διαδικτυακών φίλων που τους ξεχνάμε
βυθισμένους μέσα στη σιωπή τους. Αμέτοχοι στα λόγια, στις αναρτήσεις, στις
φωτογραφίες. Δεν μιλάνε, δεν ανεβαίνουν στη σκηνή του Διαδικτύου• μόνο
παρακολουθούν παράμερα –σαν τα ήσυχα παιδιά της τάξης που δεν ξεχύνονται όπως
τα άλλα στην έδρα, στους διαδρόμους, στα διπλανά θρανία όταν για μια στιγμή ο
δάσκαλος βγει από την αίθουσα.
Το φέισμπουκ (και τα συναφή)
είναι ένα από τα δυσεξήγητα πράγματα της σύγχρονης ζωής, όπου ζούμε μια
δυσερμήνευτη συμπεριφορά των ανθρώπων. Είναι ένα φαινόμενο• ούτε το
δαιμονοποιείς ούτε τα προσκυνάς. Είναι εργαλείο, ένα μέσο επικοινωνίας κι ας
μιλάνε για «ψυχρό, απρόσωπο» κατασκεύασμα. Εκεί μέσα βλέπεις χαρακτήρες. Τους
κακούς, τους ρομαντικούς, τους εμπαθείς, τους εγωπαθείς, τους νάρκισσους, τους
πολιτικοποιημένους, τους απολίτικους, τους σεμνούς, τους ευγενικούς. Και σε
βοηθάει να αναζητήσεις χαμένες διαδρομές και πρόσωπα. Φίλος μού έλεγε ότι βρήκε
από το φέισμπουκ συμμαθητή του μετά από σαράντα χρόνια («ευχαριστώ που με
βρήκες!» του είπε ο αναζητούμενος). Κι άλλος, όταν έψαξε και βρήκε τον δικό του
φίλο, πήρε στο ίνμποξ θλιβερό μήνυμα. «Ευχαριστούμε που γράψατε, αλλά ξέρετε, ο
παππούς έφυγε από τη ζωή πριν από δυο χρόνια –είμαι ο εγγονός του».
Για όλα αυτά δεν απορρίπτεις
αβασάνιστα το Διαδίκτυο και τις σελίδες «κοινωνικής δικτύωσης» όπως εύηχα τις
λέμε. Το παρατηρείς, το αποδέχεσαι ως κάτι νέο που ακόμα το εξερευνούμε,
προσέχεις πού πατάς και, όσο μπορείς, κινείσαι στη φωτεινή πλευρά τού πλανήτη
Διαδίκτυο.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου