Τα "συν" και τα
"πλην" στο σενάριο του να γίνουν εκλογές αυτή την χρονιά.
γράφει ο Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Με την άφιξη των πρώτων εμβολίων
στην χώρα, που «έδειξαν φως στο τούνελ της πανδημίας» ήρθαν και τα εκλογικά
σενάρια. Με πολλά από αυτά να μιλούν για σχεδιασμούς κάλπης στους φθινοπωρινούς
μήνες του 2021. Ο χθεσινός ανασχηματισμός που έφερε αλλαγές στην σύνθεση της
κυβέρνησης ενίσχυσε τις εικασίες αυτές.
Όντως υπάρχουν τουλάχιστον
αρκετοί λόγοι που θα δικαιολογούσαν την επιλογή για κάλπες το επόμενο φθινόπωρο.
Όπως, όμως, υπάρχουν και οι ακριβώς αντίθετοι. Κι εξίσου ισχυροί.
Τα Υπέρ
Η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να
αλλάξει αφήγημα. Όπως και να έρθουν τα πράγματα δεν μπορεί να συνεχίσει με
γνώμονα τις υποσχέσεις που έδωσε το καλοκαίρι του 2019 ώστε να γίνει κυβέρνηση.
Ιδίως όταν αυτές σε σημαντικό βαθμό αφορούσαν την λεγόμενη «μεσαία τάξη» και
τους ελεύθερους επαγγελματίες. Δηλαδή τις κοινωνικές ομάδες που έχουν πληγεί
καθοριστικά από την οικονομική κρίση, κι ένα τμήμα τους είναι φανερό ότι θα
πάει «πιο κάτω» στην κοινωνική διαστρωμάτωση.
Είναι επίσης φανερό ότι ο
Κυριάκος Μητσοτάκης θα επιθυμούσε μία πιο «πιστή» κοινοβουλευτική ομάδα. Μπορεί
έως στιγμής να μην έχει εμφανώς αντιμετωπίσει προβλήματα και να έχουν ψηφιστεί
όλα του τα νομοσχέδια δίχως απώλειες. Όμως οι 3 συμβάσεις για την εφαρμογή της
Συμφωνίας των Πρεσπών που παραμένουν «στα συρτάρια» του Προέδρου της Βουλής
-γιατί θα κατέγραφαν διαρροές αν «έμπαιναν» σε ψηφοφορία- δείχνουν ότι τα
πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα όσο φαίνονται με την Κοινοβουλευτική Ομάδα της
Ν.Δ.
Η κυβέρνηση θα προτιμούσε μια
εκλογική διαδικασία πριν οι προθέσεις των ευρωπαίων για επαναφορά στην
κανονικότητα των πλεονασματικών προϋπολογισμών γίνουν άμεση απαίτηση. Κάτι που
όπως όλα δείχνουν θα συμβεί είτε το 2022, είτε (στο καλύτερο σενάριο) το 2023.
Τότε οι ανάγκες «προσαρμογής» της ελληνικής οικονομίας θα είναι πολύ
περισσότερα δις κάθε χρόνο, από όσα μπορεί να αντέξει μια προεκλογική
εκστρατεία.
Το Μέγαρο Μαξίμου πιθανότατα
επιθυμεί να κεφαλαιοποιήσει έγκαιρα, αυτό που θεωρεί «επιτυχή» αντιμετώπιση της
πανδημίας. Είτε αυτό σημαίνει τα μεγάλα ποσοστά αποδοχής που είχε στην πρώτη
φάση αντιμετώπισης του Covid 19, είτε το κλίμα που περιμένει να δημιουργηθεί με
τους εμβολιασμούς και παράλληλα με την έλευση των πρώτων «πακέτων» από το
ευρωπαϊκό Ταμείο Ανασυγκρότησης.
Τέλος είναι πρόδηλο πως ένας
λόγος που η κυβέρνηση διατηρεί στον αφρό τα εκλογικά σενάρια, είναι η
στασιμότητα που καταγράφεται στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ιδίως σε εκείνα
που μπορούν να αποτελέσουν τον εναλλακτικό προοδευτικό πόλο και ιδιαίτερα τον
ΣΥΡΙΖΑ. Η αξιωματική αντιπολίτευση καταφέρνει και διατηρεί ένα σημαντικό και
«σκληρό» όπως φαίνεται πυρήνα ψηφοφόρων. Απέχει όμως πολύ από το να
«δημιουργήσει ρεύμα» στην ελληνική κοινωνία. Το ίδιο ισχύει και για το ΚΙΝ.ΑΛ
για το οποίο η Ν.Δ είναι φανερό ότι προσβλέπει και στην διαμόρφωση ειδικών
σχέσεων.
Τα "κατά"
Σε αντίθεση με την παραπάνω
επιχειρηματολογία, το να μιλά κανείς για εκλογές «μετά την αντιμετώπιση της
πανδημίας», είναι σαν να «πουλά το τομάρι της αρκούδας, πριν την σκοτώσει».
Σύμφωνα με μια παλιά ρωσική παροιμία.
Υπάρχουν «μπροστά»10 τουλάχιστον
μήνες σκληρής αναμέτρησης με τον Covid 19. Με την παγκόσμια επιστημονική
κοινότητα να μιλά για επερχόμενο τρίτο κύμα και το Εθνικό Σύστημα Υγείας να
έχει οριακά μπορέσει να διατηρηθεί όρθιο έως τώρα. Επίσης η υπόθεση των
εμβολιασμών μοιάζει πιο δύσκολο εγχείρημα από όσο παρουσιάζονταν όταν τα
εμβόλια ήταν μία αισιόδοξη πιθανότητα. Με δεδομένο ότι ο χθεσινός
ανασχηματισμός δεν άλλαξε τους πολιτικούς διαχειριστές της υπόθεσης αυτής,
είναι φανερό ότι η δημοφιλία της κυβέρνησης συνεχίζει να κρέμεται σε «μια
κλωστή».
Τα σημάδια της οικονομικής
κρίσης, δεν έχουν φανεί ακόμη στο σύνολό τους. Ήδη σημαντικά κοινωνικά τμήματα
βρίσκονται σε οριακή κατάσταση. Όμως από τον Φλεβάρη και μετά, είναι που το
κράτος θα απαιτήσει από τους οικονομικά ενεργούς πολίτες να πληρώσουν τους
φόρους τους. Από τον Ιούνιο θα αρχίσουν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του νέου
πτωχευτικού δικαίου που προβλέπει «πτώχευση» ακόμη και φυσικών προσώπων, όπως
και πλειστηριασμούς κατοικιών. Οι συνθήκες που θα δημιουργηθούν κάθε άλλο παρά
αποκλείουν σημαντικές πολιτικές μετακινήσεις στους ψηφοφόρους. Με ότι αυτό
συνεπάγεται για τους κοινωνικο-πολιτικούς συσχετισμούς.
Ένας ακόμη καθοριστικός
παράγοντας είναι το ότι η κυβέρνηση δείχνει εμμονή σε συγκεκριμένες επιλογές
που οδηγούν σε συγκλίσεις την αντιπολίτευση. Για λόγους που ίσως σχετίζονται με
εκλογικά «ψαρέματα» στα δεξιά της. Ενισχύει έτσι το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ για
ευρείες δημοκρατικές και προοδευτικές συναινέσεις. Χαρακτηριστικός ήταν ο
τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε το θέμα του εορτασμού της επετείου του
Πολυτεχνείου. Αν ή ίδια λογική επεκταθεί και σε ζητήματα άλλα, περαν των
δημοκρατικών δικαιωμάτων, τότε οι πολιτικές μεταστροφές μπορούν να συντελεστούν
με ταχύτητες πολύ μεγαλύτερες από το σημερινό «στατικό» πολιτικό κλίμα.
Ας μην ξεχνάμε τέλος πως οι
επόμενες εκλογές θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Μια μορφή
καταμέτρησης της βούλησης των ψηφοφόρων που η Νέα Δημοκρατία έχει αποδείξει ότι
απεχθάνεται, ψηφίζοντας την αλλαγή του σχετικού νόμου από τις μεθεπόμενες εκλογές.
Ταυτόχρονα όμως ότι την φοβάται. Θεωρεί ότι δεν δημιουργεί συνθήκες
κυβερνητικής σταθερότητας με τον σχηματισμό κυβέρνησης να προϋποθέτει
συναινέσεις και πολλαπλά κέντρα εξουσίας. Στοιχείο εντελώς αντίθετο από την
λογική της σημερινής κυβέρνησης, όπου το Μέγαρο Μαξίμου είναι «το κέντρο του
Σύμπαντος».
Το αν θα γίνουν εκλογές το
ερχόμενο Φθινόπωρο, είναι -πιθανά- σήμερα μια σκέψη του κυβερνητικού
επιτελείου. Στο μέλλον μπορεί να γίνει μια απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Είναι όμως εύκολο να μιλά κανείς για εκλογές το 2021. Το δύσκολο είναι να τις
κάνει και να τις κερδίσει.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου