γράφει ο Παντελής Μπουκάλας
Δύο χρόνια και δύο μήνες πριν.
Τέλη Γενάρη του 2020. Για εμάς εδώ ο κορωνοϊός ήταν ακόμα μια εξωτική φήμη.
Αλλά και ο ΠΟΥ μόλις τότε άρχισε να συνειδητοποιεί ότι στην παγκοσμιοποιημένη
εποχή μας ο ιός θα ταξιδέψει με ταχύτητα αεροπλάνου και όχι καραβέλας, όπως οι
ιοί τoν καιρό των «Ανακαλύψεων». Η απόφαση του Οργανισμού να αναβαθμίσει τον
κίνδυνο από μέτριο σε υψηλό, έστω και αργοπορημένη, έστρεψε το βλέμμα όλων μας
στη Γουχάν.
Η κινεζική πόλη, που θεωρήθηκε
πρώτη εστία της νόσου, βίωσε μια ασφυκτική καραντίνα. Και πόσοι δεν είχαν
ελπίσει τότε ότι ο βαριά αντιδημοκρατικός και αστυνομοκρατικός χαρακτήρας του
κινεζικού καθεστώτος θα αναχαιτίσει τον ιό. Οι Γουχανίτες, εγκλωβισμένοι σε
πολυκατοικίες-μικρά χωριά, έβγαιναν στα μπαλκόνια και με τραγούδια και συνθήματα
προσπαθούσαν να αυτοπαρηγορηθούν, αλλά και να παρηγορήσουν προληπτικά όσους
έμελλε να υποστούν την ίδια μοίρα, στην Κίνα και παντού. «Με τα φώτα των
πολυκατοικιών αναμμένα, σαν φρυκτωρία αντίστασης», έγραφα τότε εδώ, «φωνάζουν
συνεχώς “Wuhan, jiayou”. Μην το βάζεις κάτω, Γουχάν. Κρατήσου…».
Σύμφωνα με τα στοιχεία του
Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς, βασισμένα εικάζω στις επίσημες κινεζικές
πληροφορίες, η Κίνα τα πήγε εξαιρετικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας:
συνολικά, μέχρι χθες, 13.465 νεκροί και 1.629.669 κρούσματα. Στην Ελλάδα –που
και αυτή διατείνεται ότι τα πήγε εξαιρετικά–, οι αριθμοί είναι καταθλιπτικοί
και στην απόλυτη τιμή τους και συγκρινόμενοι με τους κινεζικούς: 28.205 νεκροί,
3.180.556 κρούσματα. Ξέρουμε ότι αρκετές χώρες υπέκυψαν στον πειρασμό να
προστατέψουν την εικόνα τους διαχειριζόμενες τους αριθμούς. Ακόμα πάντως κι αν
η Κίνα, με τον τεράστιο πληθυσμό της (περίπου 140 Ελλάδες), συγκαταλέγεται σ’
αυτές, δεν θα μπορούσε να κρύψει τους αμέτρητους νεκρούς που θα της
αντιστοιχούσαν θεωρητικά, αν πορευόταν με υγειονομικό μοντέλο σαν το ελληνικό:
περίπου 4 εκατομμύρια.
Οσα συμβαίνουν τώρα στη Σαγκάη
δείχνουν ότι το κινέζικο μοντέλο του ανελέητου καθολικού λουκέτου προϋποθέτει
ανθρώπους πρόθυμους να απαρνηθούν όλα τους τα δικαιώματα. Αλλά οι εγκλωβισμένοι
κάτοικοι της πόλης δεν συμμορφώνονται στις υποδείξεις των ντρόουν «να ελέγξουν
την ψυχική τους επιθυμία για ελευθερία». Ναι, τώρα πια δεν τραγουδάνε όπως στη
Γουχάν. Τώρα ουρλιάζουν. Στο ουρλιαχτό τους ακούμε την αγωνία της ελευθερίας.
Το καθεστώς ίσως ακούει τη φωνή της ανταρσίας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου