Του Νίκου Ζολοταριώφ
Τον όρο “deepity” εισάγει ο γνωστός φιλόσοφος Daniel Dennett: Η βαθυστοχασιά (deepity) είναι μια πρόταση που φαίνεται ταυτόχρονα σημαντική και αληθής – και με βαθύ νόημα – αλλά αυτό το πετυχαίνει με το να είναι διφορούμενη. Από μια πρώτη ανάγνωση, είναι προφανώς λανθασμένη, αλλά θα ήταν συνταρακτικό αν ήταν αληθινή. Από μια άλλη ανάγνωση, είναι αληθινή αλλά ασήμαντη. Ο απρόσεκτος (ή ανυποψίαστης) ακροατής «τσιμπάει» στην αναλαμπή της αλήθεια από τη δεύτερη ανάγνωση και στη σπουδαιότητα από την πρώτη και σκέφτεται, Ουάου! Αυτό είναι μια βαθυστοχασιά. Μπορεί ίσως να μεταφραστεί ως σοφιστεία, μεγαλόστομη μπαρούφα, ή βαθυστόχαστη μπουρδολογία – σε κάθε περίπτωση το “deepity” έχει απαξιωτικό χαρακτήρα. Θα επιλέξω ως μετάφραση τον απαξιωτικό νεολογισμό «βαθυστοχασιά».
Η «πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν» είναι το μότο του Ποταμιού – μια άποψη που κατά τη γνώμη μου δεν είναι παρά μια τέτοια βαθυστοχασιά, όπως και πολλές άλλες θέσεις του Ποταμιού όπως προβάλλονται από ένα τηλεοπτικό σποτ. Εξηγούμαι αμέσως.
Το σύνθημα «πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν», για να έχει νόημα και να σημαίνει κάτι (σπουδαίο), παραπέμπει στο ό,τι το (όποιο) κομματικό παρελθόν είναι κάτι κακό. Προφανώς ο κομματισμός όταν κατισχύει σε κάθε πεδίο της δραστηριότητάς μας, κακό είναι! Αλλά είναι το κομματικό παρελθόν συλλήβδην κάτι κακό; Είναι το ίδιο κακό το κομματικό παρελθόν κάποιου οργανωμένου ακροδεξιού με εκπεφρασμένες ρατσιστικές ή φιλοχουντικές απόψεις που σήμερα μπορεί και να νέμεται της πολιτικής εξουσίας και κάποιου λ.χ. προερχόμενου από μια φιλελεύθερη κεντροδεξιά λογική της Νέας Δημοκρατίας; Δεν μπορώ να δεχθώ ότι τους κρίνουμε και τους αξιολογούμε το ίδιο – μόνο ότι έχουμε τις ίδιες δημοκρατικές αρχές για να τους κρίνουμε.
Η απουσία «κομματικού παρελθόντος» κάνει κάποιον πιο «καθαρό», πιο τίμιο και πιο ικανό; Αν ναι, αυτό σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι των κομματικών σωλήνων, αλλά και όλοι όσοι έχουν ενταχθεί και συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα χωρίς να προέρχονται από αυτά, δεν είναι (αρκετά) «καθαροί», τίμιοι και ικανοί; Προφανώς ούτε το ένα ισχύει σε απόλυτο βαθμό, ούτε το άλλο.
Στην πολιτική εκπομπή «Ανατροπή» του κ. Πρετεντέρη στο Mega στις 7 Γενάρη 2013 είχε τεθεί το ερώτημα «υπάρχει πολιτική χωρίς πολιτικούς;». Ο δημοσιογράφος τότε επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι οι καταξιωμένοι του δημοσίου θεάματος, όπως οι καλεσμένοι του, δικαιούνται να μιλούν για την πολιτική, χωρίς να είναι οι ίδιοι πολιτικοί. Άλλωστε, οι υποψηφιότητες πολλών δημοφιλών τηλεοπτικών και αθλητικών αστέρων, καθώς και καλλιτεχνών, δεν έλλειψαν ποτέ τα τελευταία χρόνια από τις κομματικές επιλογές. Με το Ποτάμι βέβαια, για πρώτη φορά, ένας δημοσιογράφος – τηλεοπτικός αστέρας, ηγείται κομματικής προσπάθειας με αξιώσεις.
Αλήθεια, τι το νέο μας κομίζει αυτή η πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν; Σε τι διαφέρει από το πολιτικό σύνθημα «πολιτική χωρίς πολιτικούς» που ευαγγελίζεται η ουλτρα-φιλελεύθερη «Δημιουργία Ξανά» και οι συν αυτή πολύ πριν από Το Ποτάμι; Κατά τη γνώμη μου τίποτα. Επαναλαμβάνει μονότονα μια κενή περιεχομένου επωδό η οποία απηχεί τα αντι-πολιτικά ιδεολογήματα αντιδημοκρατικών αντιλήψεων: ‘οι τεχνοκράτες πρέπει να λαμβάνουν τις αποφάσεις γιατί ξέρουν καλύτερα’, ‘οι πολιτικοί είναι βουτηγμένοι στη διαφθορά’ και άλλα τέτοια. Χωρίς να παρουσιάζονται συγκεκριμένες λύσεις και θεραπείες, εν είδει σχεδίου, σε προβλήματα της λειτουργίας του πολιτεύματος που είναι ήδη γνωστά και έχουν επί μακρόν αναλυθεί (όπως η πολιτική διαφθορά και το πελατειακό σύστημα, η διαπλοκή συμφερόντων, η λειτουργία της βουλής και η νομοθέτηση μεταξύ άλλων), το αποτέλεσμα είναι σίγουρο και μονοσήμαντο: απόρριψη της πολιτικής των πολιτικών. Υπονοείται βέβαια – αλλά υπονοείται – ότι οι κατηγορίες είναι κατά των επαγγελματιών της πολιτικής. Πού να στραφεί λοιπόν ο «θυμωμένος» κόσμος; Ας στραφεί σε αυτούς που είναι «καθαροί» και άφθαρτοι από την πολιτική, στους μη επαγγελματίες πολιτικούς. Τι ποιο καθαρό λοιπόν από Το Ποτάμι!
Πολλοί αναλυτές, επιστήμονες και πολιτικοί έχουν κατά καιρούς μιλήσει για το πρόβλημα των θεσμών στη χώρα μας σε επίπεδο λειτουργίας, εφαρμογής και αποτελεσματικότητας, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είναι απαρχαιωμένοι ή δεν αντανακλούν τις σύγχρονες συνθήκες. Προφανώς οι θεσμοί σε ένα πολιτικό σύστημα δεν λειτουργούν από μόνοι τους – χρειάζονται και το πολιτικό προσωπικό, όπως και τους απλούς υπαλλήλους ή τους ειδικούς «τεχνοκράτες». Ή έτσι μας λένε τουλάχιστον. Για την περίπτωση της Ελλάδας, συχνά επικαλούνται την ισχνή κοινωνία πολιτών, τη σημασία της οποίας κάποιοι έσπευσαν να αποδομήσουν με ευκολία μέσω της πρόσφατης σύνδεσης ΜΚΟ με κομματικά / πολιτικά συμφέροντα, αμφιβόλου νομιμότητας χρηματοδοτήσεις και σπατάλη πόρων. Κάθε πολιτικό σύστημα αντανακλά το κοινωνικό – ιστορικό γίγνεσθαι. Η αδυναμία των πολιτικών θεσμών και της κοινωνίας πολιτών, ο έντονος τοπικισμός και η εύκολη στροφή προς τα δημοφιλή πρόσωπα του θεάματος, δεν είναι απλές αντανακλάσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι της χώρας μας των τελευταίων δεκαετιών, αλλά πολύ βαθύτερες εκφράσεις της πολιτικής μας κουλτούρας που βέβαια δεν θα αναλύσουμε εδώ. Στην πανδηλούμενη κριτική του πολιτικού συστήματος και της λειτουργίας του, κάποιοι υποστηρίζουν ότι λύση είναι λ.χ. η πολιτική χωρίς πολιτικούς, χωρίς κομματικό παρελθόν, η επιβολή των εκλογών κάθε τέσσερα χρόνια και άλλες σοφιστείες ή, ας μου επιτραπεί, «βαθυστοχασιές» (deepities). Υπονοείται έτσι ότι υπάρχει μια εύκολη θεραπεία για το πολιτικό μας σύστημα. Η επιλογή πολιτικών προσώπων που δεν είναι πολιτικοί. Παράλληλα, μια – δυο ακόμα τέτοιες διευθετήσεις, όπως η σταθερή ανά τετραετία διεξαγωγή εκλογών ή το κόστος χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, θα μας φέρουν πιο κοντά στην ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία που ονειρευόμαστε. Δυστυχώς, υπάρχει κάτι άλλο πολύ πιο σημαντικό, κατά την ταπεινή μου γνώμη που αποκρύπτεται τεχνηέντως και συστηματικά.
Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η σύγχρονη αστική δημοκρατία είναι ένα εύκολο ή «φτηνό» στο κόστος λειτουργίας του πολίτευμα. Απαιτεί κανόνες, σεβασμό και εφαρμογή συγκεκριμένων αρχών, πόρους, χρόνο και ενέργεια των πολιτικών υποκειμένων. Απαιτεί παιδεία και την κατά το δυνατόν διάχυση τόσο του κόστους λειτουργίας της, όσο και της συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Απαιτεί θεσμικά αντίβαρα και ελέγχους (‘checks and balances’). Η (υπερ)συγκέντρωση ξέρουμε πολύ καλά ότι οδηγεί σε εκφυλισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος, σε εξωκοινοβουλευτικές και εξωθεσμικές παρεμβάσεις και διαδικασίες που ανατρέπουν την ουσία της δημοκρατικής νομιμοποίησης. Ουσία της δημοκρατίας, από την καταβολή της, είναι η συμμετοχή του ευρύτερου δυνατού αριθμού πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η «πολιτική χωρίς πολιτικούς» ή η «πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν» δεν απηχούν αυτό το αίτημα – το υποσκελίζουν και το αποκρύπτουν, παραδίδοντας εύκολα την πολιτική στους «μη πολιτικούς». Αλήθεια, υπάρχουν μη πολιτικοί; Ποιος είναι μη πολιτικός, δηλαδή ιδιώτης κατά τους αρχαίους προγόνους μας, “idiot” για τους Άγγλους ή αλλιώς ηλίθιος; Το πολιτικό υποκείμενο είναι εξ ορισμού ένα πολιτικό ον, τόσο με την αριστοτελική όσο και με την πλατωνική ανάλυση της πολιτικής. Το γεγονός ότι η πολιτική αφορά τους πάντες (χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι τα πάντα είναι πολιτική) δε συνεπάγεται και ότι άπαντες (μπορούν να) μετέχουν στην πολιτική. Το ζήτημα της δημοκρατίας μας δεν είναι μόνον αυτό, αλλά είναι και αυτό. Η αποσιώπηση αυτής της παραμέτρου είναι επικίνδυνη για την ποιότητα της δημοκρατίας και τη λειτουργίας της και ταυτόχρονα υπονοεί την υποβάθμιση του πολιτικού έναντι του τεχνοκρατισμού και του ελιτισμού.
Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στον Αριστοτέλη για να υποστηρίξουμε ότι η ‘τάξη των πολλών’ – η σύγχρονη μεσαία τάξη - αποτελεί εγγύηση της δημοκρατίας, ότι η γνώμη των πολλών έχει μεγαλύτερη σημασία και βαρύτητα από αυτή των ολίγων, ακόμα και όταν αυτοί οι τελευταίοι είναι «άριστοι». Αρκεί να δούμε το πώς έχει αναπτυχθεί και λειτουργήσει το δημοκρατικό πολίτευμα τα τελευταία 150 έτη, μέσα από κοινωνικούς αγώνες για την πολιτική χειραφέτηση, την αύξηση της συμμετοχής και την υλοποίηση του δημοκρατικού προτάγματος. Η διαπίστωση του λεγόμενου «ελλείμματος δημοκρατίας» τόσο σε διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς, όσο και μέσα στο πολιτικό σύστημα ενός σύγχρονου κράτους, τα φαινόμενα και οι επικρίσεις περί «μπερλουσκονισμού», υπερ-συγκέντρωσης των ΜΜΕ και των σχέσεων διαπλοκής με το πολιτικό σύστημα, ακόμα και οι πρόσφατες υποθέσεις Μπαλτάκου και οι αλλαγές στο εκλογικό σύστημα για τις ευρωεκλογές και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, χωρίς ουσιαστική διαβούλευση, λίγες εβδομάδες προ της διεξαγωγής των εκλογών, η αμνήστευση των παραβάσεων περί εκλογικών δαπανών και κανόνων προβολής από τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις – όλα αυτά – δεν είναι παρά όψεις του ίδιου προβλήματος της σύγχρονης δημοκρατίας. Σε όλα αυτά δεν απαντά κανείς ο οποίος θέλει ουσιαστική λύση, ουσιαστική συμμετοχή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, στη διαφάνεια, στην ισονομία και ισοπολιτεία με σοφιστείες του στυλ «πολιτική χωρίς πολιτικούς», μείωση του αριθμού των βουλευτών, ή με την αύξηση του τεχνοκρατισμού και των πρακτικών επιτήρησης. Η ουσία της δημοκρατικής πολιτείας παραμένει η συμμετοχή και ο έλεγχος όσων ασκούν πολιτική εξουσία.
Μια ουσιαστική συζήτηση για το πολιτικό μας σύστημα πρέπει να έχει τελείως διαφορετικούς άξονες και για να αποκατασταθεί η αλήθεια, η πολιτική χωρίς πολιτικούς δεν μπορεί να είναι ένα ακόμα πολιτικό σύνθημα χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Πολιτική χωρίς πολιτικούς μπορεί να σημαίνει άμεση δημοκρατία, ένα βασικό και ουσιαστικό αίτημα πολύ πριν τα πολιτικά κόμματα «Δημιουργία Ξανά» και «Το Ποτάμι» ανακαλύψουν τη δική τους πολιτική χωρίς πολιτικούς. Σημαίνει ότι οι τοπικές κοινωνίες, οι απλοί πολίτες ενημερώνονται και συμμετέχουν για τα θέματα που τους αφορούν χωρίς να χρειάζονται την πολιτική διαμεσολάβηση των «ειδικών». Επίσης, παραμένει μια ενεργή τάση στην πολιτική η προσπάθεια ρύθμισης τοπικών και όχι μόνο θεμάτων, μέσω της κοινωνίας των πολιτών και εκτός κυβερνητικών ρυθμίσεων υπό τον γενικό τίτλο της νέας πολιτικής (new politics).
Πολιτικοί είμαστε όλοι, εφ’ όσον μετέχουμε στο πολιτικό γίγνεσθαι και σε αυτό δεν χωρούν αυταπάτες και επικλήσεις σε ουτοπίες και πλατωνικές πολιτείες, ή σε νεο-φιλελεύθερα ιδεολογήματα. Χρειάζεται όμως μια ουσιαστική έννοια του πολίτη, μια εμβάθυνση στο τι σημαίνει πολίτης και πως αυτή η έννοια λειτουργεί θεσμικά, ειδικά μάλιστα σε σχέση με τις τεχνολογικές και κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις του 21ου αιώνα. Η πολιτική χωρίς πολιτικούς ως συνθηματολογία τα ξεχνάει όλα αυτά, όπως ξεχνάει – ή μήπως δικαιολογεί – την υποχώρηση της πολιτικής και της δημοκρατίας σε σχέση με το σύγχρονό μας οικονομικό τεχνοκρατισμό. Ένας πολιτικός φορέας – ένα νέο πολιτικό κόμμα – δε χτίζεται βάσει της λογικής FAQs (Frequently Asked Questions), δεν μετράει πρώτα την εκλογική του απήχηση και μετά καθορίζει την ιδεολογική του ταυτότητα. Δεν απαγορεύεται βέβαια, αλλά δεν αποτελεί κάποια ουσιαστική καινοτομία. Μάλλον περί αδυναμίας πρόκειται που στη σημερινή εποχή μπορεί εύκολα να μεταφραστεί σε παραπολιτική χειραγώγηση.
Νίκος Β. Ζολοταριώφ
Ο Νίκος Ζολοταριώφ είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ και έχει μεταπτυχιακό στην Πολιτική Θεωρία από το Πανεπιστήμιο του Essex Ηνωμένου Βασιλείου. Είναι υπάλληλος στο Δήμο Διονύσου και μέλος της Τ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ Μαραθώνα.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου