Mάλλον κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι πως είναι ακριβώς οι απολυμένες καθαρίστριες, οι οποίες σε αντιδιαστολή με τις περισσότερες κατηγορίες εργαζομένων και τους περισσότερους επαγγελματικούς κλάδους που χτυπήθηκαν από τα πάσης λόγης μνημονιακά μέτρα,
άντεξαν, επέμειναν και δεν το έβαλαν κάτω.
Και σίγουρα κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι που τις μέρες που ο αγώνας των καθαριστριών δικαιώνεται δικαστικά και εμπνέει (όσο εν πάση περιπτώσει επιτρέπει η εποχή την έμπνευση),
τις μέρες που η Κωνσταντίνα Κούνεβα εξελέγη πανηγυρικά στο ευρωκοινοβούλιο,
ο Ψαριανός λέει στον Μαργαρίτη ότι στον ΣΥΡΙΖΑ «θα τους βάζουν να σφουγγαρίζουν σκάλες».
Δεν είναι τυχαίο όχι μόνο ως ενδεικτικό του τρόπου σκέψης του συγκεκριμένου Ψαριανού ή της συγκεκριμένης εκδοχής της Αριστεράς του Χουάν Κάρλος, αλλά ως ενδεικτικό και του τρόπου σκέψης μιας ολόκληρης εποχής και μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Το ερώτημα όμως είναι αν εξακολουθούμε να μιλάμε για την εποχή και την κοινωνία προ της κρίσης, αν δηλαδή ο τρόπος σκέψης εξακολουθεί να παραμένει ο ίδιος.
Έτσι, αρχές του 2010, ελάχιστα πριν μπούμε στο μνημόνιο, έγραφα: Δουλειές σαν της καθαρίστριας τις κάναμε κάποτε. Μετά σπουδάσαμε τα παιδιά μας. Κι ανήλθαμε κοινωνικώς. Συνολικά ως κοινωνία. Και πάνω στην ώρα ήρθαν οι ξένοι. Και τους αναθέσαμε όλες τις σχετικές δουλειές. Έτσι, τυχόν δίλημμα «μοντελοβιζιτού ή καθαρίστρια», εύκολα θα λυνόταν υπέρ της πρώτης επιλογής. Με τις ανεπιφύλακτες ευλογίες της οικογένειας: είναι αφάνταστα πιο ατιμωτικό το παιδί σου να καθαρίζει σκάλες από το να συνοδεύει κοκάκιες στη Μύκονο. Η φτώχεια είναι ατιμωτική, όχι το να είσαι κοντά στον πλούτο. Το να σφουγγαρίζεις τις βρώμες των άλλων σαν δουλικό είναι ατιμωτικό, όχι το να είσαι μέσα στα φώτα (για όσο κρατήσουν και με όποιους όρους κι αν χρειαστούν για να ανάψουν).
Αρχές του 2013, για τα καλά πια μέσα στην κρίση, το τροπάριο είχε κάπως έτσι: Οι αόρατες, εξορισμένες από τον μέινστριμ μιντιακό λόγο καθαρίστριες, επανέρχονται αιφνιδίως από την πίσω πόρτα. Όχι ως μέλη της εργατικής τάξης, αλλά ως πιθανά θύματα τρομοκρατίας. Η σφαίρα που βρήκε το γραφείο του Πρωθυπουργού ξεσηκώνει αγανάκτηση: κι αν την ώρα εκείνη ήταν εκεί μια καθαρίστρια; ... Τι ρόλο έχει λοιπόν το υποκείμενο «καθαρίστρια» στο δημόσιο διάλογο; Η καθαρίστρια που απολύεται από τη ΔΟΥ δεν θα βρει θέση στα δελτία ειδήσεων. Η καθαρίστρια ως μέλος της εργατικής τάξης, όπως και ίδια η έννοια της εργατικής τάξης, δεν έχουν θέση στο δημόσιο διάλογο.
Μέσα του 2014 είναι σαφές πως αν η καθαρίστρια ως μέλος της εργατικής τάξης δεν έχει θέση μία φορά στο δημόσιο διάλογο, δεν πρέπει να έχει θέση εκατόν μία ως μέλος της εργατικής τάξης που αντιστάθηκε συλλογικά, δεν λύγισε συλλογικά, δικαιώθηκε δικαστικά και που η Κυβέρνηση αποφάσισε πως παρόλες τις δικαστικές αποφάσεις θα συνεχίσει τον παράνομο τσαμπουκά της εις βάρος της.
Δεν είναι καθόλου καλό πρότυπο οι εργαζόμενοι που αντέχουν και νικούν.
Επικράτησε το πρότυπο της ήττας, του συμβιβασμού, της παραίτησης.
Και αν έχουν από κάτι να κρατηθούν, είναι ότι οι καθαρίστριες δεν είναι σέξι κατηγορία αγωνιστών, δεν μπορεί να ταυτιστεί εύκολα ο άλλος με καθαρίστριες, ο άλλος μεγάλωσε φανταζόμενος πως ο (σωστά φτιαγμένος) κόσμος του ανήκει, ο άλλος μεγάλωσε φανταζόμενος τις καθαρίστριες ως κάτι που βρίσκεται πιο κάτω από τον ίδιον, ο άλλος μεγάλωσε σκεφτόμενος πως αυτές είναι κάτι άλλο,
και να που στην πράξη αποδεικνύεται ότι είναι κάτι άλλο,
κάτι φτιαγμένο από διαφορετικό μέταλλο,
από μέταλλο μη ιλουστρασιόν,
από το μέταλλο που μας έλειψε
και χάρη στην έλλειψή του
έγιναν όσα έγιναν
και κατά πάσα πιθανότητα
θα γίνουν όσα είναι ακόμα να γίνουν.
oldboy
άντεξαν, επέμειναν και δεν το έβαλαν κάτω.
Και σίγουρα κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι που τις μέρες που ο αγώνας των καθαριστριών δικαιώνεται δικαστικά και εμπνέει (όσο εν πάση περιπτώσει επιτρέπει η εποχή την έμπνευση),
τις μέρες που η Κωνσταντίνα Κούνεβα εξελέγη πανηγυρικά στο ευρωκοινοβούλιο,
ο Ψαριανός λέει στον Μαργαρίτη ότι στον ΣΥΡΙΖΑ «θα τους βάζουν να σφουγγαρίζουν σκάλες».
Δεν είναι τυχαίο όχι μόνο ως ενδεικτικό του τρόπου σκέψης του συγκεκριμένου Ψαριανού ή της συγκεκριμένης εκδοχής της Αριστεράς του Χουάν Κάρλος, αλλά ως ενδεικτικό και του τρόπου σκέψης μιας ολόκληρης εποχής και μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Το ερώτημα όμως είναι αν εξακολουθούμε να μιλάμε για την εποχή και την κοινωνία προ της κρίσης, αν δηλαδή ο τρόπος σκέψης εξακολουθεί να παραμένει ο ίδιος.
Έτσι, αρχές του 2010, ελάχιστα πριν μπούμε στο μνημόνιο, έγραφα: Δουλειές σαν της καθαρίστριας τις κάναμε κάποτε. Μετά σπουδάσαμε τα παιδιά μας. Κι ανήλθαμε κοινωνικώς. Συνολικά ως κοινωνία. Και πάνω στην ώρα ήρθαν οι ξένοι. Και τους αναθέσαμε όλες τις σχετικές δουλειές. Έτσι, τυχόν δίλημμα «μοντελοβιζιτού ή καθαρίστρια», εύκολα θα λυνόταν υπέρ της πρώτης επιλογής. Με τις ανεπιφύλακτες ευλογίες της οικογένειας: είναι αφάνταστα πιο ατιμωτικό το παιδί σου να καθαρίζει σκάλες από το να συνοδεύει κοκάκιες στη Μύκονο. Η φτώχεια είναι ατιμωτική, όχι το να είσαι κοντά στον πλούτο. Το να σφουγγαρίζεις τις βρώμες των άλλων σαν δουλικό είναι ατιμωτικό, όχι το να είσαι μέσα στα φώτα (για όσο κρατήσουν και με όποιους όρους κι αν χρειαστούν για να ανάψουν).
Αρχές του 2013, για τα καλά πια μέσα στην κρίση, το τροπάριο είχε κάπως έτσι: Οι αόρατες, εξορισμένες από τον μέινστριμ μιντιακό λόγο καθαρίστριες, επανέρχονται αιφνιδίως από την πίσω πόρτα. Όχι ως μέλη της εργατικής τάξης, αλλά ως πιθανά θύματα τρομοκρατίας. Η σφαίρα που βρήκε το γραφείο του Πρωθυπουργού ξεσηκώνει αγανάκτηση: κι αν την ώρα εκείνη ήταν εκεί μια καθαρίστρια; ... Τι ρόλο έχει λοιπόν το υποκείμενο «καθαρίστρια» στο δημόσιο διάλογο; Η καθαρίστρια που απολύεται από τη ΔΟΥ δεν θα βρει θέση στα δελτία ειδήσεων. Η καθαρίστρια ως μέλος της εργατικής τάξης, όπως και ίδια η έννοια της εργατικής τάξης, δεν έχουν θέση στο δημόσιο διάλογο.
Μέσα του 2014 είναι σαφές πως αν η καθαρίστρια ως μέλος της εργατικής τάξης δεν έχει θέση μία φορά στο δημόσιο διάλογο, δεν πρέπει να έχει θέση εκατόν μία ως μέλος της εργατικής τάξης που αντιστάθηκε συλλογικά, δεν λύγισε συλλογικά, δικαιώθηκε δικαστικά και που η Κυβέρνηση αποφάσισε πως παρόλες τις δικαστικές αποφάσεις θα συνεχίσει τον παράνομο τσαμπουκά της εις βάρος της.
Δεν είναι καθόλου καλό πρότυπο οι εργαζόμενοι που αντέχουν και νικούν.
Επικράτησε το πρότυπο της ήττας, του συμβιβασμού, της παραίτησης.
Και αν έχουν από κάτι να κρατηθούν, είναι ότι οι καθαρίστριες δεν είναι σέξι κατηγορία αγωνιστών, δεν μπορεί να ταυτιστεί εύκολα ο άλλος με καθαρίστριες, ο άλλος μεγάλωσε φανταζόμενος πως ο (σωστά φτιαγμένος) κόσμος του ανήκει, ο άλλος μεγάλωσε φανταζόμενος τις καθαρίστριες ως κάτι που βρίσκεται πιο κάτω από τον ίδιον, ο άλλος μεγάλωσε σκεφτόμενος πως αυτές είναι κάτι άλλο,
και να που στην πράξη αποδεικνύεται ότι είναι κάτι άλλο,
κάτι φτιαγμένο από διαφορετικό μέταλλο,
από μέταλλο μη ιλουστρασιόν,
από το μέταλλο που μας έλειψε
και χάρη στην έλλειψή του
έγιναν όσα έγιναν
και κατά πάσα πιθανότητα
θα γίνουν όσα είναι ακόμα να γίνουν.
oldboy
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου