Της Μίκας Ιατρίδη
Σε τί δίκαιο και με ποιους όρους συζητά η κυβέρνηση δανεισμό απ την Κίνα;
Σε τί δίκαιο και με ποιους όρους συζητά η κυβέρνηση δανεισμό απ την Κίνα;
Από το 1974 μέχρι το 2010 δεν υπήρξε ούτε μία χρονιά που η ελληνική οικονομία να μην κριθεί ως έχουσα προβλήματα, άλλοτε μεγαλύτερα και άλλοτε μικρότερα. Πόσο μάλλον που στο διάστημα αυτό των τεσσάρων, σχεδόν, δεκαετιών η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με μία σειρά κρίσεων, πετρελαϊκών, διεθνών, ευρωπαϊκών, πολιτικών, νομισματικών, τραπεζικών και άλλων.
Στις δεκαετίες ’70 και ’80 η Ελλάδα κατατασσόταν στα «Λιγότερο Αναπτυγμένα Κράτη» και θεωρούνταν μία «φτωχή, ευρωπαϊκή χώρα» η οποία προς τα τέλη του ’80 είχε, ήδη, υπερβολικό χρέος και έλλειμμα. Στην αυγή της δεκαετίας του ’90 η χώρα χτυπήθηκε από τη σφοδρή ευρωπαϊκή κρίση και την παγκόσμια ύφεση, οι οποίες και οδήγησαν στην ελληνική κυβέρνηση συνεργασίας σε μία προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα οικονομικοπολιτικά προβλήματα που είχαν προκύψει.
Ακολούθησε η άνοδος και η βίαιη πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο θάνατος Παπανδρέου και η αντικατάσταση του από τον κ. Σημίτη, η φούσκα και το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, η είσοδος στο ευρώ και η ταχύτατη ανατίμηση του κόστους ζωής, η καταστροφική σπατάλη των Ολυμπιακών Αγώνων, η απογείωση της τιμής του ευρώ έναντι του δολαρίου και η μείωση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας, η εκτόξευση των τιμών των εμπορευμάτων που οδήγησε το πετρέλαιο και τα τρόφιμα σε τιμές ρεκόρ, το ξέσπασμα της αμερικανικής κρίσης ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, η διεθνής τραπεζική και τελικά η παγκόσμια οικονομική κρίση.
Κόντρα σε όλα τα παραπάνω εμπόδια και με εξαίρεση τον κρυφό δανεισμό Σημίτη, η Ελλάδα μπόρεσε στις τέσσερις αυτές δεκαετίες να δανειστεί από τις αγορές κεφαλαίων στο ελληνικό δίκαιο και χωρίς να χρειαστεί ως αντάλλαγμα να δεσμεύσει κρατική περιουσία και μελλοντικά έσοδα του κράτους από φόρους.
Πράγματι, το 2010, περίπου το 99% του ελληνικού χρέους υπαγόταν στο ελληνικό δίκαιο και ήταν ελεύθερο από νομικά βάρη ενώ στο 1% του δανεισμού σε ξένο δίκαιο δεν συμπεριλάμβανε καμία ύποπτη νομική ρήτρα, πάντα με εξαίρεση το swap Σημίτη.
Η σύμβαση δανεισμού που συνόδευσε το πρώτο Μνημόνιο άλλαξε αυτήν την πρακτική δεκαετιών και για πρώτη φορά ανάγκασε την Ελλάδα προκειμένου να εξασφαλίσει δανεικά κεφάλαια να ταπεινωθεί ως μία κατακτημένη χώρα, δηλαδή να προβεί σε υποθήκευση της ελληνικής περιουσίας και των μελλοντικών εσόδων από φόρους, να δανειστεί υπό ξένο δίκαιο και να παραδώσει τον έλεγχο της οικονομίας της στους δανειστές της. Η τραγική αυτή εξέλιξη παρουσιάστηκε ως έχουσα το ελαφρυντικό πως έσωζε την Ελλάδα από ακόμη χειρότερες καταστάσεις και ότι αποτελούσε μία λύση ανάγκης με περιορισμένη και απόλυτα προσδιορισμένη διάρκεια, με σκοπό να λειτουργήσει αποκλειστικά και μόνο για όσο οι αγορές κεφαλαίων θα παρέμεναν κλειστές για την Ελλάδα.
Έτσι, το πρώτο Μνημόνιο ήταν μία διακρατική συμφωνία δανεισμού με τη συμμετοχή του ΔΝΤ που, μεταξύ άλλων, λειτούργησε ως ένας μηχανισμός μεταφοράς της Ελλάδας από την περίοδο της «πιστωτικής και οικονομικής ελευθερίας» σε αυτήν την «πιστωτικής και οικονομικής ανελευθερίας», επιτελώντας δύο βασικές διεργασίες:
α) μετατρέποντας το χρέος που μέχρι τότε υπαγόταν στο ελληνικό δίκαιο και ήταν απαλλαγμένο από εγγυήσεις και οποιαδήποτε ιδιαίτερη νομική ρήτρα σε χρέος υπαγμένο στο αγγλικό δικαίου και εγγυημένο με ελληνική περιουσία και μελλοντικά έσοδα από φόρους
β) μεταφέροντας αυτό το χρέος από τους ιδιώτες κατόχους του στα κράτη της ευρωζώνης και στο ΔΝΤ, ώστε ο ιδιωτικός τομέας να ελαφρυνθεί από το ρίσκο μίας ενδεχόμενης πτώχευσης της Ελλάδας και αυτό το ρίσκο να επιβαρύνει την Τρόικα, η οποία και για να προστατευθεί θα αναλάμβανε τον οικονομικό έλεγχο της Ελλάδας μέχρις ότου εξασφαλιστεί η ικανότητα της να αποπληρώνει τα δανεικά μόνη της και χωρίς ιδιαίτερο κίνδυνο για τους κατόχους του χρέους της.
Ο στόχος στο τέλος του δρόμου του Μνημονίου ήταν η έξοδος στις αγορές ώστε να υποκατασταθεί ο μηχανισμός άντλησης δανεικών κεφαλαίων μέσω της δέσμευσης ελληνικής περιουσίας και φόρων από τον κανονικό, προ κρίσης, μηχανισμό που ισχύει για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, αποδεσμεύοντας την Ελλάδα από ένα μία σύμβαση με οσμή ήττας σε πόλεμο και όχι με άρωμα αλληλεγγύης μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών.
Η αρχική ημερομηνία που, επισήμως, είχε τεθεί ως εναρκτήρια αυτής της διαδικασίας ήταν στο πρώτο με δεύτερο τρίμηνο του 2012. Όμως, η παταγώδης και για πολλούς προδιαγεγραμμένη αποτυχία του πρώτου Μνημονίου ακύρωσε αυτήν την προοπτική και οδήγησε στον ορισμό μίας δεύτερης ημερομηνίας, μέσα στο 2015, που θα προέκυπτε ως αποτέλεσμα της επιτυχίας του δεύτερου Μνημονίου και της αναδιάρθρωσης του χρέους.
Όμως, λίγο πριν τις ευρωεκλογές του 2014 και ενώ η ελληνική κυβέρνηση διαφήμιζε το success story της, προχώρησε σε δανεισμό από τις αγορές με αγγλικό δίκαιο υπογράφοντας νομικούς όρους που εγγυώνται την αποπληρωμή ελληνικών ομολόγων στα χέρια κερδοσκοπικών ιδιωτικών εταιριών με ελληνική περιουσία και έσοδα από φόρους καταστρέφοντας κάθε ελπίδα για μία οικονομική και χρηματοοικονομική απελευθέρωση της Ελλάδας από τους πολεμικούς όρους δανεισμού. Μάλιστα, το υπουργείο Οικονομικών με ειδικό σημείωμα ζήτησε και πέτυχε τη σιωπή πολλών ΜΜΕ και απέκρυψε με σχέδιο από τη Βουλή και τον ελληνικό λαό τη νομική σύμβαση που συνόδευσε την «έξοδο» στις αγορές, θέτοντας ένα προηγούμενο το οποίο από την πρώτη στιγμή υποστήριξα πως θα δέσμευε τη χώρα στις επόμενες προσπάθειες της για ελεύθερο από βάρη δανεισμό.
Όταν προσπάθησα, προεκλογικά, να εξηγήσω αυτήν εξέλιξη δημόσια διαπίστωσα μία έντονη άρνηση μεγάλων ΜΜΕ να την αναπαράγουν. Αναφερόμενη στο θέμα σε συζήτηση σε γνωστή πρωινή εκπομπή καναλιού πανελλήνιας εμβέλειας, είδα, έκπληκτη, τον παρουσιαστή να αναπηδά από την καρέκλα του και όρθιος αλλά και έξαλλος να μου επιτίθεται θέτοντας μου το απίστευτο ερώτημα αν και η Αγγλία, πέρα απ” την Ελλάδα, δανείζεται σε αγγλικό δίκαιο (λες και θα μπορούσε η Αγγλία να δανειστεί στο ελληνικό!), φανερώνοντας πως είτε κάποια μεγάλα ΜΜΕ δεν έχουν κατανοήσει τί ακριβώς συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση είτε πως συνεργούν στο έγκλημα της απόκρυψης της αλήθειας από τον κόσμο.
Φτάνοντας στο σήμερα και στις πρόσφατες δηλώσεις των αξιωματούχων της ελληνικής κυβέρνησης ότι προγραμματίζεται πώληση ελληνικών ομολόγων στην Κίνα, το ερώτημα που τίθεται είναι πολύ απλό: σε ποιο δίκαιο και με ποιους όρους συζητείται να γίνει αυτός ο δανεισμός; Οι πληροφορίες της γράφουσας είναι ότι στις πρώιμες συζητήσεις το αγγλικό δίκαιο και οι επαχθείς νομικές ρήτρες εξελήφθησαν ως δεδομένα.
Σε κάθε περίπτωση αν αυτός ή οποιοσδήποτε νέος, εκτός Μνημονίων δανεισμός, γίνει σε ελληνικό δίκαιο και με τους προ κρίσης όρους τότε θα έχει ενεργοποιηθεί, επιτέλους, ο μηχανισμός μετάφρασης του ελληνικού χρέους από δεσμευμένο με πολεμικές νομικές ρήτρες υποδούλωσης σε δανεισμό ελεύθερου κράτους.
Αν, όμως, ο δανεισμός γίνει στο αγγλικό δίκαιο και στα νομικά πλαίσια αυτού της πρόσφατης «εξόδου» της Ελλάδας στις αγορές, τότε θα σφραγίσει τη δημιουργία ενός καινούργιου μηχανισμού χρηματοοικονομικής υποδούλωσης της χώρας στους όποιους νέους δανειστές της και αυτό θα αποτελέσει την ολοκλήρωση ενός εθνικού εγκλήματος.
Και επειδή τα κόμματα της αντιπολίτευσης δείχνουν να μην έχουν, ούτε αυτά, κατανοήσει το πόσο σημαντικό είναι αυτό το θέμα για το μέλλον της χώρας, μέσα από αυτό το άρθρο κάνω μία πρόσκληση σε όσους βουλευτές – ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας – θέλουν να συνδράμουν στην ανάδειξη του και την αποκάλυψη της αλήθειας στο λαό, να συνυπογράψουν και να καταθέσουν μαζί μου μία σχετική ερώτηση στη Βουλή, γνωρίζοντας πως θα έχουν στη διάθεση τους από τη γράφουσα όλα τα στοιχεία που χρειάζονται.
* Η Μίκα Ιατρίδη είναι ανεξάρτητη Βουλευτής
Στις δεκαετίες ’70 και ’80 η Ελλάδα κατατασσόταν στα «Λιγότερο Αναπτυγμένα Κράτη» και θεωρούνταν μία «φτωχή, ευρωπαϊκή χώρα» η οποία προς τα τέλη του ’80 είχε, ήδη, υπερβολικό χρέος και έλλειμμα. Στην αυγή της δεκαετίας του ’90 η χώρα χτυπήθηκε από τη σφοδρή ευρωπαϊκή κρίση και την παγκόσμια ύφεση, οι οποίες και οδήγησαν στην ελληνική κυβέρνηση συνεργασίας σε μία προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα οικονομικοπολιτικά προβλήματα που είχαν προκύψει.
Ακολούθησε η άνοδος και η βίαιη πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο θάνατος Παπανδρέου και η αντικατάσταση του από τον κ. Σημίτη, η φούσκα και το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, η είσοδος στο ευρώ και η ταχύτατη ανατίμηση του κόστους ζωής, η καταστροφική σπατάλη των Ολυμπιακών Αγώνων, η απογείωση της τιμής του ευρώ έναντι του δολαρίου και η μείωση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας, η εκτόξευση των τιμών των εμπορευμάτων που οδήγησε το πετρέλαιο και τα τρόφιμα σε τιμές ρεκόρ, το ξέσπασμα της αμερικανικής κρίσης ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, η διεθνής τραπεζική και τελικά η παγκόσμια οικονομική κρίση.
Κόντρα σε όλα τα παραπάνω εμπόδια και με εξαίρεση τον κρυφό δανεισμό Σημίτη, η Ελλάδα μπόρεσε στις τέσσερις αυτές δεκαετίες να δανειστεί από τις αγορές κεφαλαίων στο ελληνικό δίκαιο και χωρίς να χρειαστεί ως αντάλλαγμα να δεσμεύσει κρατική περιουσία και μελλοντικά έσοδα του κράτους από φόρους.
Πράγματι, το 2010, περίπου το 99% του ελληνικού χρέους υπαγόταν στο ελληνικό δίκαιο και ήταν ελεύθερο από νομικά βάρη ενώ στο 1% του δανεισμού σε ξένο δίκαιο δεν συμπεριλάμβανε καμία ύποπτη νομική ρήτρα, πάντα με εξαίρεση το swap Σημίτη.
Η σύμβαση δανεισμού που συνόδευσε το πρώτο Μνημόνιο άλλαξε αυτήν την πρακτική δεκαετιών και για πρώτη φορά ανάγκασε την Ελλάδα προκειμένου να εξασφαλίσει δανεικά κεφάλαια να ταπεινωθεί ως μία κατακτημένη χώρα, δηλαδή να προβεί σε υποθήκευση της ελληνικής περιουσίας και των μελλοντικών εσόδων από φόρους, να δανειστεί υπό ξένο δίκαιο και να παραδώσει τον έλεγχο της οικονομίας της στους δανειστές της. Η τραγική αυτή εξέλιξη παρουσιάστηκε ως έχουσα το ελαφρυντικό πως έσωζε την Ελλάδα από ακόμη χειρότερες καταστάσεις και ότι αποτελούσε μία λύση ανάγκης με περιορισμένη και απόλυτα προσδιορισμένη διάρκεια, με σκοπό να λειτουργήσει αποκλειστικά και μόνο για όσο οι αγορές κεφαλαίων θα παρέμεναν κλειστές για την Ελλάδα.
Έτσι, το πρώτο Μνημόνιο ήταν μία διακρατική συμφωνία δανεισμού με τη συμμετοχή του ΔΝΤ που, μεταξύ άλλων, λειτούργησε ως ένας μηχανισμός μεταφοράς της Ελλάδας από την περίοδο της «πιστωτικής και οικονομικής ελευθερίας» σε αυτήν την «πιστωτικής και οικονομικής ανελευθερίας», επιτελώντας δύο βασικές διεργασίες:
α) μετατρέποντας το χρέος που μέχρι τότε υπαγόταν στο ελληνικό δίκαιο και ήταν απαλλαγμένο από εγγυήσεις και οποιαδήποτε ιδιαίτερη νομική ρήτρα σε χρέος υπαγμένο στο αγγλικό δικαίου και εγγυημένο με ελληνική περιουσία και μελλοντικά έσοδα από φόρους
β) μεταφέροντας αυτό το χρέος από τους ιδιώτες κατόχους του στα κράτη της ευρωζώνης και στο ΔΝΤ, ώστε ο ιδιωτικός τομέας να ελαφρυνθεί από το ρίσκο μίας ενδεχόμενης πτώχευσης της Ελλάδας και αυτό το ρίσκο να επιβαρύνει την Τρόικα, η οποία και για να προστατευθεί θα αναλάμβανε τον οικονομικό έλεγχο της Ελλάδας μέχρις ότου εξασφαλιστεί η ικανότητα της να αποπληρώνει τα δανεικά μόνη της και χωρίς ιδιαίτερο κίνδυνο για τους κατόχους του χρέους της.
Ο στόχος στο τέλος του δρόμου του Μνημονίου ήταν η έξοδος στις αγορές ώστε να υποκατασταθεί ο μηχανισμός άντλησης δανεικών κεφαλαίων μέσω της δέσμευσης ελληνικής περιουσίας και φόρων από τον κανονικό, προ κρίσης, μηχανισμό που ισχύει για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, αποδεσμεύοντας την Ελλάδα από ένα μία σύμβαση με οσμή ήττας σε πόλεμο και όχι με άρωμα αλληλεγγύης μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών.
Η αρχική ημερομηνία που, επισήμως, είχε τεθεί ως εναρκτήρια αυτής της διαδικασίας ήταν στο πρώτο με δεύτερο τρίμηνο του 2012. Όμως, η παταγώδης και για πολλούς προδιαγεγραμμένη αποτυχία του πρώτου Μνημονίου ακύρωσε αυτήν την προοπτική και οδήγησε στον ορισμό μίας δεύτερης ημερομηνίας, μέσα στο 2015, που θα προέκυπτε ως αποτέλεσμα της επιτυχίας του δεύτερου Μνημονίου και της αναδιάρθρωσης του χρέους.
Όμως, λίγο πριν τις ευρωεκλογές του 2014 και ενώ η ελληνική κυβέρνηση διαφήμιζε το success story της, προχώρησε σε δανεισμό από τις αγορές με αγγλικό δίκαιο υπογράφοντας νομικούς όρους που εγγυώνται την αποπληρωμή ελληνικών ομολόγων στα χέρια κερδοσκοπικών ιδιωτικών εταιριών με ελληνική περιουσία και έσοδα από φόρους καταστρέφοντας κάθε ελπίδα για μία οικονομική και χρηματοοικονομική απελευθέρωση της Ελλάδας από τους πολεμικούς όρους δανεισμού. Μάλιστα, το υπουργείο Οικονομικών με ειδικό σημείωμα ζήτησε και πέτυχε τη σιωπή πολλών ΜΜΕ και απέκρυψε με σχέδιο από τη Βουλή και τον ελληνικό λαό τη νομική σύμβαση που συνόδευσε την «έξοδο» στις αγορές, θέτοντας ένα προηγούμενο το οποίο από την πρώτη στιγμή υποστήριξα πως θα δέσμευε τη χώρα στις επόμενες προσπάθειες της για ελεύθερο από βάρη δανεισμό.
Όταν προσπάθησα, προεκλογικά, να εξηγήσω αυτήν εξέλιξη δημόσια διαπίστωσα μία έντονη άρνηση μεγάλων ΜΜΕ να την αναπαράγουν. Αναφερόμενη στο θέμα σε συζήτηση σε γνωστή πρωινή εκπομπή καναλιού πανελλήνιας εμβέλειας, είδα, έκπληκτη, τον παρουσιαστή να αναπηδά από την καρέκλα του και όρθιος αλλά και έξαλλος να μου επιτίθεται θέτοντας μου το απίστευτο ερώτημα αν και η Αγγλία, πέρα απ” την Ελλάδα, δανείζεται σε αγγλικό δίκαιο (λες και θα μπορούσε η Αγγλία να δανειστεί στο ελληνικό!), φανερώνοντας πως είτε κάποια μεγάλα ΜΜΕ δεν έχουν κατανοήσει τί ακριβώς συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση είτε πως συνεργούν στο έγκλημα της απόκρυψης της αλήθειας από τον κόσμο.
Φτάνοντας στο σήμερα και στις πρόσφατες δηλώσεις των αξιωματούχων της ελληνικής κυβέρνησης ότι προγραμματίζεται πώληση ελληνικών ομολόγων στην Κίνα, το ερώτημα που τίθεται είναι πολύ απλό: σε ποιο δίκαιο και με ποιους όρους συζητείται να γίνει αυτός ο δανεισμός; Οι πληροφορίες της γράφουσας είναι ότι στις πρώιμες συζητήσεις το αγγλικό δίκαιο και οι επαχθείς νομικές ρήτρες εξελήφθησαν ως δεδομένα.
Σε κάθε περίπτωση αν αυτός ή οποιοσδήποτε νέος, εκτός Μνημονίων δανεισμός, γίνει σε ελληνικό δίκαιο και με τους προ κρίσης όρους τότε θα έχει ενεργοποιηθεί, επιτέλους, ο μηχανισμός μετάφρασης του ελληνικού χρέους από δεσμευμένο με πολεμικές νομικές ρήτρες υποδούλωσης σε δανεισμό ελεύθερου κράτους.
Αν, όμως, ο δανεισμός γίνει στο αγγλικό δίκαιο και στα νομικά πλαίσια αυτού της πρόσφατης «εξόδου» της Ελλάδας στις αγορές, τότε θα σφραγίσει τη δημιουργία ενός καινούργιου μηχανισμού χρηματοοικονομικής υποδούλωσης της χώρας στους όποιους νέους δανειστές της και αυτό θα αποτελέσει την ολοκλήρωση ενός εθνικού εγκλήματος.
Και επειδή τα κόμματα της αντιπολίτευσης δείχνουν να μην έχουν, ούτε αυτά, κατανοήσει το πόσο σημαντικό είναι αυτό το θέμα για το μέλλον της χώρας, μέσα από αυτό το άρθρο κάνω μία πρόσκληση σε όσους βουλευτές – ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας – θέλουν να συνδράμουν στην ανάδειξη του και την αποκάλυψη της αλήθειας στο λαό, να συνυπογράψουν και να καταθέσουν μαζί μου μία σχετική ερώτηση στη Βουλή, γνωρίζοντας πως θα έχουν στη διάθεση τους από τη γράφουσα όλα τα στοιχεία που χρειάζονται.
* Η Μίκα Ιατρίδη είναι ανεξάρτητη Βουλευτής
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου