Του Κώστα Μαρούντα
Για οποιονδήποτε συμμετέχει με τη θέληση του σε διάφορους ανταγωνισμούς υπάρχουν πάντα οι αυξημένες πιθανότητες της αποτυχίας. Έτσι συμβαίνει και στον πολιτικό ανταγωνισμό. Μια πολιτική δύναμη, ειδικά από αυτές που ανήκουν σε εκείνες που ασκούν εξουσία, γνωρίζει και εκλογικούς θριάμβους, και εκλογικές συντριβές, άλλες πάλι φορές σημειώνει ήπιες νίκες ή ήττες. Έτσι είναι το «παιχνίδι» και θεωρητικά τους όρους του τους γνωρίζουν οι πάντες. Επομένως, κάθε απολογιστική διαδικασία γίνεται πάνω στον καμβά των κοινώς αποδεκτών δεδομένων που συνιστούν τις «άτυπες νομοτέλειες» του κάθε φαινομένου. Υπάρχουν άραγε εξαιρέσεις; Συνήθως, όχι. Αν ανατρέξουμε στο πρόσφατο παρελθόν των μετεκλογικών διεργασιών στα όποια κόμματα γνώρισαν κάποια μορφή ήττας ακολουθήθηκε μέσες άκρες η πεπατημένη χωρίς μεγάλες αποκλίσεις. Οι όποιες εξελίξεις (πχ, σε ζητήματα ηγεσίας και χάραξης καινούριας πολιτικής γραμμής) συμβάδιζαν στις περισσότερες των περιπτώσεων με ένα είδος λογικής, ανεξάρτητα από τη χροιά της νέας κατεύθυνσης.
Η Νέα Δημοκρατία μετά τη σημαντική ήττα που υπέστη στις τελευταίες εθνικές εκλογές ακολούθησε ένα δρόμο, που σε πολλούς προξενεί ευλόγως εντύπωση. Και όχι τη θετικότερη δυνατή… Η τακτική που εφαρμόζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποτελεί μια κραυγαλέα ομολογία πως η ίδια η στρατηγική χωλαίνει. Περισσότερο προσομοιάζει σε ένα είδος ακατάληπτου πείσματος, παρά σε ουσιαστική διάθεση για κατανόηση των αιτιών της μεγάλης ήττας και της αναζήτησης των βάσεων για μια μετέπειτα χρηστική για τη χώρα (και τους πολίτες της, γιατί η χώρα είναι -κάτι που αγνοούν πολλοί συνειδητά- κατά βάση η πλειοψηφία της κοινωνίας και οι όποιοι όροι διαβίωσης σε ένα εύρος πολιτισμικών παραμέτρων), αλλά και για το ίδιο το κόμμα που εκπροσωπεί ένα σημαντικό κομμάτι του κοινωνικού σώματος. Ακόμα και σήμερα που έχει οδηγηθεί εξαιτίας των επιλογών της ηγεσίας του στην ουσιαστική απώλεια εμπιστοσύνης από ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό παραδοσιακών υποστηρικτών του. Γιατί, αρκετοί συντηρητικοί πολίτες διαβλέπουν παγιωμένη απομάκρυνση της ΝΔ από τις δικές τους απαιτήσεις. Είτε αφορούν ιδεολογικές αποστασιοποιήσεις, είτε αδυναμία εκπλήρωσης υλικής μορφής εξυπηρετήσεων. Όμως, απέναντι σε όλα αυτά η σημερινή ηγεσία της ΝΔ επιλέγει τις μονολεκτικές υπεκφυγές για τα πεπραγμένα της και την με κάθε τρόπο εναντίωση στον αντίπαλο. Έχουν κουράσει, και όσο δεν το καταλαβαίνουν τόσο πιο πολύ ενισχύουν αυτούς που θέλουν να φθείρουν. Έχουν απογοητεύσει ακόμα και τμήμα της εγχώριας άρχουσας ελίτ, που μπορεί να τους αναγνωρίζει προσήλωση, αλλά όχι αποτελεσματικότητα και κυρίως μηδαμινή δυνατότητα δημιουργίας του κατάλληλου κλίματος συνοχής στην ελληνική κοινωνία που θα επέτρεπε ριζική αναδιάταξη των συνθηκών.
Ίδιον του ακραίου συντηρητισμού είναι η δυσκολία προσαρμογής στις καινούριες συνθήκες. Ο συντηρητισμός τρέφεται από τη δική του ερμηνεία περί «δικαίου», που βασίζεται επί της ουσίας στη δυνατότητα να αποκρούσει τις όποιες εστίες ανάφλεξης αποτελούν αρχικά σπερματικές ουσίες μιας άλλης κατάστασης. Όταν αυτές προκαλούνται από τους κοντινούς «αντιπάλους», πχ τους σοσιαλδημοκράτες, δεν ανησυχεί γιατί γνωρίζει τη συνάφεια. Όταν όμως δέχεται πίεση από την αριστερά για παράδειγμα, νιώθει πως τραβιέται βάναυσα το χαλί κάτω από τα πόδια του, άρα τίθεται θέμα ασφάλειας ακόμα και της «ορθοστατικής υπότασης» μιας πάλαι ποτέ σταθερής ισορροπίας. Και ενώ έχει τις βασικές ευθύνες για το ξέσπασμα της «κοινωνικής πυρκαγιάς» (εξαιτίας της παρελθούσας επιτηδευμένης «αμέλειας»), αντί να βοηθήσει στο κουβάλημα του νερού που θα σβήσει τη φωτιά, κάθεται σε μια γωνία και κατακεραυνώνει αυτούς που επιχειρούν να σβήσουν (αρχικά να περιορίσουν) τις μεγάλες εστίες. Μα, δεν καταλαβαίνει πως οι ιδιοκτήτες των σπιτιών που «καίγονται» βλέπουν ποιοι προσπαθούν και ποιοι όχι... Και στο τέλος, ενδέχεται αυτοί που «αδρανούσαν κατηγορώντας» και «κατηγορούσαν υποσκάπτοντας» να έχουν αυτοί ανάγκη για βοήθεια… Θα βρεθεί κανείς; Υπό τις παρούσες συνθήκες, λίγοι, πολύ λίγοι, ίσως οι λιγότεροι που στάθηκαν δίπλα εδώ και πολλές δεκαετίες. Ας είναι…
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου