Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Για τις εφημερίδες και την (αν)αξιοπιστία





Mπορεί οι αναγνώστες εφημερίδων όλο και να λιγοστεύουν, δεν παύει εντούτοις το χαρτί να προκαλεί ακόμη συγκίνηση σε όσους επιμένουν να διαβάζουν με τον παραδοσιακό τρόπο και να κάθονται στη συνέχεια να πιουν έναν καφέ και να αρχίσουν ψιλοκουβέντα για ό,τι διάβασαν, για ό,τι τους συνεπήρε, ή δεν τους μάγεψε ή τους άφησε αδιάφορους και ίσως και ανικανοποίητους. Είναι πάντως νόστιμες, έτσι λένε μερικοί τουλάχιστον, οι στιγμές που αφιερώνουν στην ανάγνωση και οι στιγμές που ακολουθούν.

Μικρή νοστιμιά, εννοώ μικρής έκτασης, αλλά αυτοί επιμένουν. Μάλλον θα αρχίσουμε να στήνουμε ανδριάντες στους «γενναίους» αυτούς αναγνώστες. Τόσες μέρες στην επαρχία ούτε ένας δεν κουβαλούσε μια εφημερίδα υπό μάλης, όπως γινόταν τα παλιότερα χρόνια. Μπορεί ο εικοστός πρώτος αιώνας να είναι ένας αιώνας χωρίς αναγνώστες εφημερίδων; Δεν νομίζω -πάντα θα υπάρχει η ανάγκη να ξεφυλλίζονται εφημερίδες, εσωτερική ανάγκη περισσότερο και όχι ανάγκη-φετίχ μερικών αλλοπαρμένων και αμετανόητων εραστών της επί φύλλου χάρτου ανάγνωσης.

Η γραφή είναι προοίμιο στη γνώση και τη χαρά, επιτυγχάνεται καλύτερη εποπτεία του αντικειμένου [της γλώσσας] -και για μερικούς είναι μαγικό το δίχτυ της γλώσσας. Τέλος πάντων μπλέκει κανείς με τη γραφή και την ανάγνωση, άσε που μερικοί φιλόσοφοι, εδώ και δύο αιώνες, όχι πρόσφατα, εξαπολύουν λιβέλους κατά εφημεριδογράφων και κυρίως κριτικών, αποκαλώντας τους ψευδείς, προπέτες, ναρκισσιστές, μεγαλόγλωσσους, μικρόψυχους και άλλα κοσμητικά. Θα πει κανείς, φιλόσοφοι είναι αυτοί, ό,τι θέλουν μπορούν να γράψουν, χτίζουν όμως μια αρνητική παράδοση όσο να 'ναι. Είναι και τούτο, που φαίνεται κάπως παρήγορο: στην Ιαπωνία, λένε οι στατιστικές, αλλά και στη Φινλανδία οι αναγνώστες εφημερίδων πληθαίνουν, σε πείσμα των καιρών και της ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας.

Ερμηνείες υπάρχουν [υποδομές παιδείας λ.χ., κλιματικές συνθήκες] αλλά οι εξαιρέσεις αυτές δεν μπορούν να αντιστρέψουν το κλίμα που επικρατεί στο αναγνωστικό φαινόμενο, την αποστροφή των αναγνωστών προς τις εφημερίδες. Και είναι να απορεί κανείς, που σε έναν κουρασμένο, γερασμένο, παρότι τεχνολογικά προηγμένο πολιτισμό, κάθεται κανείς και αναρωτιέται για το μέλλον της έντυπης δημοσιογραφίας [στο τέλος θα τον πούνε και τρελούτσικο, ή κάπως αλλιώς, πάντως δεν θα είναι καλός και ήπιος χαρακτηρισμός...].

Είναι επίσης και που οι δημοσιογράφοι έχουμε απολέσει αρκετή από την αξιοπιστία αλλά και τη χαρούμενη διάθεση που θα οφείλαμε να έχουμε κατά νου όταν γράφουμε μια είδηση, ένα σχόλιο, οτιδήποτε. Είναι άσχημα τα περισσότερα που μας περιτριγυρίζουν, μερικά και «ασήκωτα», υπάρχει όμως ζωή ανάμεσα στα σκουπίδια και τις δυσάρεστες μυρωδιές, ανάμεσα στους ξεριζωμούς ανθρώπων και στην προσπάθεια να σωθεί η ανθρωπιά -και σώζεται, παρά το γεγονός ότι δύσκολα τη βλέπουμε ή την ανακαλύπτουμε. Αλλά γιατί έχει χαθεί η αξιοπιστία; Μήπως έχουμε στρέψει τα νώτα στην πραγματικότητα και μένουμε μακριά από ό,τι πραγματικά ταλανίζει τον πολίτη;

Μήπως η επικρατούσα σύγχυση μας έχει κάνει να χάσουμε τα αυγά και τα πασχάλια, τέλος πάντων τον σκοπό για τον οποίο ανακαλύφθηκαν οι εφημερίδες; Και μήπως ξεχάσαμε να γράφουμε και μήπως ακόμη δεν μάθαμε ποτέ; Τέλος, μήπως βάλαμε την «ιδεολογία» μας πάνω από την κοινωνία;


0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *