γράφει ο Γιώργος Σταματόπουλος
Kέντρο νομίζω των πραγμάτων και
του νοήματος είναι ο γενέθλιος τόπος -καθορίζει τον καθένα στη μετέπειτα πορεία
του. Εξαρτάται βεβαίως από το σημείο που τον εγκαθιστά ο καθείς αυτός μέσα του
και αν τον καλλιεργεί και αν αντέχει να τον κουβαλάει, αν τον θωπεύει
καθημερινά και λοιπά. Εχει σημασία ο τόπος να αποκτήσει γλώσσα διάφανη, να
γίνει ποίηση της καθημερινότητας, να μη φύγουν ποτέ τα γενέθλια αρώματα και οι
ταραξικάρδιοι σπασμοί των πρώτων παραστάσεων, των πρώτων ακουσμάτων και λογής
εμπειριών. Ενας κύκλιος χορός ριζών και ταξιδιωτικής περιπέτειας είναι [θα
όφειλε να είναι] η ζωή. Η επιστροφή στις ρίζες δεν έχει νόημα άμα αυτές οι
ρίζες δεν βοήθησαν να γίνουμε αυτοί που είμαστε, εάν δεν ήσαν βαθιές και
υγιείς, βυθισμένες σε παρθένα χώματα και ποτισμένες από αείρροους υπόγειους
υδροφόρους ορίζοντες.
Πότε πέρασε η εβδομάδα στο χωριό
δεν το κατάλαβα και δεν μπορώ να χωνέψω ότι τώρα δα ετοιμάζομαι να επιστρέψω
στην πρωτεύουσα· είναι κομμάτι δύσκολο να μη σε ξυπνάνε πλέον τα κοκόρια του
χωριού αλλά οι εξατμίσεις των αυτοκινήτων. Θα πει κανείς ότι τη δεύτερη κιόλας
μέρα μετά την επιστροφή επανακάμπτεις στις συνήθειες της πόλης [γιατί άμα
θέλεις ας κάνεις κι αλλιώς]. Ναι, αλλά είναι πολύ βαριά η καρδιά τώρα που
ξεκινάει η προετοιμασία αυτής της επιστροφής, θέλει μεγάλη δύναμη να βρεις ώστε
να την παρηγορήσεις, έστω στο ελάχιστο. Οι μέρες εδώ είναι γεμάτες, μεγάλες,
ωραίες, χορταστικές και δεν έχει σημασία τόσο ο χρόνος που είναι έτσι
εντυπωσιακές και μαγευτικές όσο η πλημμύρα των συναισθημάτων -καλά, και μια τρυφερή
προσέγγιση της παιδικής ηλικίας, των πρώτων, είπαμε, αλαφιασμάτων και
συνείδησης.
Να, πεταλούδες πολύχρωμες
κάθονται στις φλέβες και το αίμα που ρέει μέσα τους γλυκαίνει και ρέει με
ηρεμία. Γιατί να είναι τόσο άδικη η ζωή με μερικούς νέους ανθρώπους, που πολύ
την αγάπησαν, αλλά... Πεταλουδίτσες... Ψυχούλες που χάθηκαν... Βαθύ παράπονο...
Γιατί...
Βγαίνω στη μικρή βεράντα και
αγναντεύω τα βουνά ένα γύρο, να πάρω μερικές ανάσες. Η λύπη είναι διαβρωτική. Η
πληγή αιμάσσουσα. Πολλοί αναγνώστες δικαιολογούν αυτήν τη δημοσιογραφική π α ρ
έ κ κ λ ι σ η, ευτυχώς. Ο Επίκουρος έλεγε ότι εάν δεν παρεξέκλιναν τα άτομα
κατά την πτώση τους δεν θα υπήρχε ζωή στη γη. Ισως να είχε δίκιο.
Περνούν καθημερινά από το χωριό
τρία αυτοκίνητα-φούρνοι -μία μόνο γυναίκα ζυμώνει και φουρνίζει· και είναι το
ψωμί της νοστιμότατο [αυτό έλειπε]. Μία φορά την εβδομάδα περνάει ο ψαράς και
άλλες δύο ένας μανάβης με φρούτα και λαχανικά που εδώ δεν έχουν φυτευτεί ακόμη:
(ν)τομάτες, κολοκύθια, μελιτζάνες, πιπεριές και λοιπά ζαρζαβατικά. Θυμάμαι πριν
από πολλές δεκαετίες -δεν υπήρχαν τότε ψυγεία- να έρχεται ο παγωτατζής και να
πανηγυρίζει η μαρίδα, τα μικρά παιδιά. Πώς να τα αποχωριστείς όλα αυτά; Δεν
μπορείς να κρύψεις και τη συγκίνηση, την ταραχή. Αθήναζε, δυστυχώς, λοιπόν.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου