Τις προάλλες ήταν μια δύσκολη μέρα. Μια πληρωμή που άργησε κάπως, με έφερε ενώπιον διλημμάτων. Τι να πληρώσει κανείς και τι να αφήσει. Τίποτα το πρωτότυπο ή το υπερβολικά δύσκολο. Λίγο όμως η ζέστη, λίγο η δυσκοιλιότητα του ΔΣΑ, λίγο η ανελαστικότητα της φορθνετ, λίγο το ότι πρέπει να προλάβεις τα πάντα, μην έχοντας κουράγιο ή χρήματα ούτε για τα μισά, ε σκας. Και κάπως έτσι γίνεσαι Χουλκ κι ας μην υπάρχει ακτίνα γάμμα τριγύρω σου.
Βέβαια, συνηθίσαμε τόσο καιρό τώρα. Έτσι, λίγες ανάσες, δυο γουλιές καφέ, μια πιο συνολική θέαση του κόσμου, η απειλή μιας κρίσης πανικού, τα βάζεις όλα μαζί στο μπλέντερ και σιγά σιγά ηρεμείς. Άλλωστε με την περίφημη κρίση, αν κάτι έχω μάθει είναι η διαχείριση. Διαχείριση ληξιπρόθεσμων οφειλών. Διαχείριση εξόδων. Διαχείριση επιθυμιών. Μετά από τέσσερα χρόνια τουλάχιστον έγινα εξπέρ σ’ αυτό. Να αφήνω ένα λογαριασμό να λήξει για να πληρωθεί ένας άλλος χωρίς να αγχώνομαι. Να μετακινώ τα ίδια λεφτά γύρω γύρω κλείνοντας τρύπες ή μεταφέροντας το χρηματοδοτικό κενό από το ένα σημείο στο άλλο. Να μην ανοίγω καν το φάκελο. Αυτή η διαχείριση όμως δεν δημιουργεί ηρεμία ή νοικοκυριό. Δημιουργεί μόνο αγχωμένους δρομείς, δρομείς που μονίμως τρέχουν και αγωνίζονται σε έναν αγώνα χωρίς τέρμα, κίνητρο ή σκοπό.
Βλέπω τους φίλους που κάνουν πάνω κάτω το ίδιο πράγμα. Επιλέγουν πόσες μέρες θα μείνουν χωρίς ιντερνετ. Αν θα χρωστάνε στην τράπεζα ή αν δε θα βγουν για δυο και τρεις βδομάδες καθόλου. Αν θα περιοριστούν στον καφέ ή αν θα βάλουν βενζίνη. Για την εφορία δεν το συζητάμε καν. Πρόκειται για μια δημιουργική λογιστική μόνο που σε αυτή την περίπτωση υπάρχει πραγματικό διακύβευμα, ανάγκη και συνέπειες.
Έχουμε κάνει το ζόρι τρόπο ζωής και μόνιμο σύντροφο. Φυσικά η αξιοπρέπειά μας δεν κρίνεται από το αν ζοριζόμαστε ή γκρινιάζουμε για τα λεφτά. Οι ίδιοι φίλοι, που ασφυκτιούν από τα ποσά, που μέχρι και το ATMαδυνατεί να δώσει, αγωνίζονται, τρέχουν σε συλλογικότητες και οργανώσεις, ψάχνουν τρόπους και αρνούνται να δεχτούν εκβιαστικές ή υποτιμητικές προτάσεις. Αλλά η πίεση που ασκεί ο οικονομικός παράγοντας είναι πλέον αφόρητη. Δεν ζούμε για να διαχειριζόμαστε τη δυσφορία ή τη δυσπραγία μας. Δεν ζούμε για να κάνουμε οικονομία. Η προκοπή δε θα έρθει από τον ακρωτηριασμό και την ψυχική εξουθένωση. Η ζωή δεν μπορεί να σε τραβάει διαρκώς σε ένα όριο, απαιτώντας να ανταπεξέλθεις χωρίς να έχεις απαιτήσεις, να συμμορφωθείς δηλαδή ή να βουλιάξεις.
Με άλλα λόγια, όσο και να ψάχνουμε εναλλακτικές λύσεις, όσο και να εφευρίσκουμε καθημερινές πρακτικές, όσο και να επιμένουμε να συμμετέχουμε σε άλλα μοντέλα παράπλευρης πραγματικότητας, η πίεση μεγαλώνει. Η στέρηση της δυνατότητας ενός ταξιδιού, η αγωνία να μην αρρωστήσεις, η διαχείριση του μπάτζετ για το βιβλιοπωλείο, η αναζήτηση δανεικών χτυπάνε στον πυρήνα της ζωής, την ίδια την προσωπική αξιοπρέπεια.
Εντωμεταξύ, την ίδια ώρα που παλεύεις με τα ραβασάκια των εταιρειών και τις επιθυμίες σου, η ήττα γενικεύεται. Πριν προλάβεις να ξεϊδρώσεις από το εισιτήριο του 1,40 χωρίς a/c, με χαρακτηριστική καθυστέρηση και τρομολαγνικά από μικροφώνου σχόλια, θα δεις τι συμβαίνει έξω από τον μικρό εαυτό. Την ίδια ώρα που κατεβαίνεις σε μια μικρή αλλά αξιοπρεπή πορεία, το νομοσχέδιο για τις φυλακές τύπου Γ’ έχει ήδη περάσει. Μέχρι να βγάλεις ένα κείμενο ή να κάνεις ντους γυρνώντας από τη δουλειά, το Λιβάδι της Ηρακλειάς είναι ήδη sunbeachresortwhatever. Μέχρι να χωνέψεις το μέγεθος της αντιδραστικότητας των από πάνω, ο τόπος έχει μετατραπεί σε ολιγαρχία, τσιμεντένιο πεδίο μπράβων και τουριστικής δραστηριότητας.
Στην τηλεόραση η αριστερά παίζει σε απευθείας μετάδοση με τις εντυπώσεις της έννοιας «νομιμότητα». Η απίστευτη σημερινή ήττα έχει πολλές ρίζες, οι περισσότερες μάλλον βρίσκονται στα προηγούμενα χρόνια, τις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Αλλά λίγα πράγματα πρέπει να είναι πιο εκνευριστικά από την λεκτική επαναστατικότητα (να μην τολμήσει η κυβέρνηση, η κυβέρνηση πέφτει, δεν πρόκειται να περάσει αυτό κλπ κλπ) που είναι σκέτες λέξεις κι ούτε καν πρόκες, αλλά τηλεοπτικά και κοινοβουλευτικά σχήματα. Στην τηλεόραση η αριστερά ζει στον κόσμο της αναμονής για τις εκλογές. Τίποτα δεν είναι αρκετά σημαντικό ή ακόμη χειρότερα όσο σημαντικό κι αν είναι, δεν ξέρουμε τί να κάνουμε για να απαντήσουμε σ’ αυτό πέρα από δελτία τύπου, ερωτήσεις και συμβολικές διαμαρτυρίες. Δεν λέω πως ξέρω εγώ ή άλλος τον τρόπο. Λέω πως η αριστερά εξακολουθεί να απολογείται, λες και δίνει εξετάσεις νομιμότητας, σ’ ένα ξεκάθαρα και απόλυτα αυταρχικό καθεστώς. Η αριστερά λες και απλά μπορεί να περιγράψει την κρισιμότητα της κατάστασης αλλά τίποτα περισσότερο απ’ αυτό. Αλλά η φράση που αγαπώ και επανέρχεται στο μυαλό μου λέει :«Ό,τι απωθείται από την επιφάνεια επιστρέφει εκδικητικά στο εσωτερικό και τοκίζεται μέχρι την ημέρα της πτώχευσης».
Κάπως έτσι, πληρούνται οι όροι για αυτό που παρατηρούμε καθημερινά. Μας βλέπω στο Μετρό, στις τράπεζες, στα σούπερ μάρκετ, στη στάση των λεωφορείων. Αγέλαστοι, αφηρημένοι, πανικόβλητοι, με μια οργή που μοιάζει με αγκύλωση. Άνθρωποι πολλαπλώς ηττημένοι. Ασφαλώς υπάρχουν χειρότερα δράματα αυτή τη στιγμή στον κόσμο, αλλά δεν μπορώ παρά να σταθώ στην εικόνα του ηλικιωμένου ανθρώπου που αφήνει αμήχανα μερικά από τα πράγματά που είχε επιλέξει στο ταμείο του σούπερ μάρκετ. Η φτώχεια δεν έχει αξιοπρέπεια όταν επιβάλλεται σαν φυσική καταστροφή την οποία πρέπει υπομονετικά να αποδεχτούμε.
Είμαστε άνθρωποι κουρέλια. Όχι γιατί τα παρατήσαμε, όχι γιατί δεν περνάμε ποτέ καλά και βουλιάζουμε στη μιζέρια. Όχι γιατί δεν γίνεται δήθεν τίποτα και παίζει το φασισταριό ανενόχλητο. Αλλά γιατί η ημέρα περνάει με υπολογισμούς και ιδέες για το τι ακόμη μπορούμε να κόψουμε. Είμαστε άνθρωποι κουρέλια γιατί το νομοσχέδιο για τις φυλακές περνάει έτσι και δεν πρόκειται για μια προσβολή προς τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά για την προσεχή πραγματικότητα κάποιων κρατουμένων. Είμαστε άνθρωποι κουρέλια γιατί μια σιδερένια πυγμή διαλύει όλα όσα έχουν σημασία. Απ’ τον Σμαραγδή μέχρι τους αιγιαλούς, απ’ την κατάσταση στα νοσοκομεία μέχρι τις κομμένες συντάξεις. Απ’ τα μονίμως εκβιαστικά διλήμματα του να πρέπει να δεχτείς να κάνεις τη μία ή την άλλη δουλειά ανασφάλιστος, κακοπληρωμένος, parttime, απλήρωτος μέχρι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των μεταναστών. Απ’ τις καταθλίψεις της επιστροφής στο πατρικό μέχρι τον Δαραβίγκα και τον Ταμήλο.
Είμαστε άνθρωποι κουρέλια γιατί όσο κι αν αντισταθήκαμε κι όσο κι αν συνεχίζουμε να αντιστεκόμαστε, όλα αυτά, συμβαίνουν τώρα, την ώρα της δικής μας ζωής.
Αρκετά χρόνια πριν, είχα διαβάσει ένα στίχο της Δημουλά και μου είχε φανεί ωραίος. «Να αντέχεις είναι το ζητούμενο, όχι να καταλάβεις». Σήμερα αυτή η φράση μου φαίνεται ό,τι πιο άθλιο και κομφορμιστικό μπορώ να ακούσω. Το ζήτημα είναι το αντίθετο της αντοχής. Το ζήτημα είναι να μην αντέξουμε την κοινωνική και προσωπική κατάσταση έκτακτης (αλλά μόνιμης) ανάγκης. Το ζήτημα εντέλει είναι ότι καλύτερα μια κατάρρευση ή μια απίθανη οργή παρά ένα συνεχές λαχανιασμένο τρέξιμο πίσω από ένα αβίωτο κόσμο.
http://tovytio.wordpress.com/
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου