Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Μετεωρολογική πρόγνωση

 

γράφει η Αρχοντία Κάτσουρα

 

«Αδεια. Πρέπει να φύγω. Πόση κούραση, πόση ταλαιπωρία. Δεν αντέχω άλλο», έλεγε και ξανάλεγε.

 

Κάθε πρωί παρακολουθούσε το μετεωρολογικό δελτίο: τι καιρό θα κάνει σήμερα, θα βρέξει; Να πάρει μαζί καμιά ζακέτα ή φτάνει το μπλουζάκι;

 

Μετά, σιγά σιγά, πήγαινε και στις επόμενες μέρες. Αύριο, μεθαύριο, την ερχόμενη εβδομάδα. Ονειρευόταν ένα ταξίδι, μια μεγάλη εκδρομή, αρκετά μακριά ώστε να καταλάβει ότι έφυγε, ότι άφησε πίσω το ίδιο και απαράλλαχτο «κάθε μέρα».

 

Μετά κοίταζε το ημερολόγιο. «Οχι, τώρα δεν γίνεται. Ούτε το Σάββατο ούτε την ερχόμενη Τρίτη. Ασφαλώς όχι μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο». Αφηνε έναν αναστεναγμό στο τέλος και έκλεινε τον υπολογιστή.

 

Αυτό που πονούσε περισσότερο ήταν ότι έτσι πέρασε ο καιρός και το καλοκαίρι έγινε φθινόπωρο. Οι νύχτες γίνονταν πιο δροσερές και πιο υγρές, έπαψε να κοιμάται μόνο μ’ ένα σεντόνι, δυο βράδια τώρα ζέστανε τα πόδια της με ένα ζευγάρι κάλτσες.

 

Η λαχτάρα για μερικές ακόμα βουτιές στη θάλασσα υποχώρησε και άρχισε να σκέφτεται χωριά και δάση με κίτρινα και χάλκινα φυλλοβόλα δέντρα. Τι καλά που θα ήταν να πίνει τσίπουρο σε μια πετρόχτιστη πλατεία με πλατάνια. Ή να κάνει περίπατο σε ένα αψιδωτό μονοπάτι…

 

Κι έτσι περνούσαν οι μέρες, οι εβδομάδες. Με σχέδια που άλλαζαν από μέρα σε μέρα όπως και το βαρόμετρο. Πήγε μια μέρα και στα μαγαζιά, έτσι, για να πάρει κάτι – είχε ανάγκη για μια μικρή παρασπονδία.

 

«Οχι κάτι που χρειάζομαι, αλλά κάτι που να μου αρέσει», έλεγε. Είχε ορίσει και προϋπολογισμό – να μην ξεφύγουμε πολύ, δεν είναι καιρός για τέτοια. Ομως η απόφαση ήταν απόφαση. Θα έκανε μια μεγάλη βόλτα – άλλωστε ο γιατρός τής είχε πει: «Πρέπει να σε βλέπει ο ήλιος, σου λείπει βιταμίνη D»–, θα ψώνιζε κάτι και μετά θα καθόταν να απολαύσει έναν μεγάλο καφέ σε μια ηλιόλουστη γωνιά. Ή μπορεί να καθόταν για φαγητό. Τέλεια. Μια μέρα σαν μικρή πολυτέλεια.

 

Την ημέρα εκείνη πριν φύγει συμβουλεύτηκε ξανά το δελτίο καιρού. Οι συνθήκες στο κέντρο της πόλης θα ήταν ιδανικές: θερμοκρασία έως 25 βαθμούς, ηλιοφάνεια με κατά περιόδους ελαφρές νεφώσεις, αεράκι έως 3 Μποφόρ και υγρασία 65% το μέγιστο.

 

Ντύθηκε καταλλήλως, φόρεσε άνετα παπούτσια –η τελευταία χρήσιμη αγορά της– και έφυγε.

 

Τρεις ώρες αργότερα, με κάπως κουρασμένα πόδια, καθόταν σε ένα μαγαζί πίνοντας ελληνικό καφέ, ένα κουτί γλυκά για το σπίτι και μια χάρτινη σακούλα στη διπλανή καρέκλα. Κάθε τόσο έριχνε κρυφές ματιές στο περιεχόμενό της.

 

Δεν ήθελε να την ανοίξει μπροστά στον κόσμο – για κάποιο λόγο δεν ήθελε να δουν ότι είχε αγοράσει ένα χοντρό πουλόβερ. Ο περισσότερος κόσμος γύρω φορούσε κοντομάνικα, κάποιοι ακόμα σανδάλια.

 

Χαμογελούσε πότε πότε, όμως. Ηδη σκεφτόταν πόσο ωραία και ζεστά θα είναι να το φορέσει τις πρώτες πολύ κρύες μέρες του χειμώνα –πάντα αργούσε ο χειμώνας όταν πια τον περίμενε– ή ακόμη και σε μια εκδρομή κάπου ορεινά. Η και παραθαλάσσια, με αγριεμένα κύματα να σκάνε σε μόλους και να «χορεύουν» τις βάρκες. Αυτή ήταν μια ωραία ιδέα: ένα χειμωνιάτικο ταξίδι στη θάλασσα και μετά κόκκινο κρασί και μεζέδες σε ένα ταβερνάκι με καρό τραπεζομάντιλα και ξύλινα κουφώματα βαμμένα μπλε.

 

Οταν γύρισε σπίτι, άνοιξε με λαχτάρα την τσάντα, κοίταξε ξανά το πουλόβερ της, το δοκίμασε άλλη μια φορά –πάντα το έκανε αυτό με τα καινούργια ρούχα, ήθελε να δει πώς φαίνονται στον καθρέφτη της– και το ξέβγαλε με ήπιο απορρυπαντικό και νερό. Το άπλωσε προσεκτικά και οριζόντια για να στεγνώσει.

 

Εβαλε ένα γλυκό σε ένα πιάτο, ετοίμασε και έναν καφέ και άνοιξε τον υπολογιστή στη σελίδα με την πρόγνωση του καιρού.

 

• Χειμώνα θα την κάνω την εκδρομή, είπε αποφασιστικά. Με αρκετό κρύο.

 

Οι ασφαλείς προγνώσεις ήταν πολύ βραχυπρόθεσμες. «Δεν πειράζει σκέφτηκε», όλος ο καιρός είναι μπροστά μας.

 

Ακόμη δεν είχε συνειδητοποιήσει βέβαια ότι ανέβαλε ακόμη μία φορά τη χαρά.

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *