Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2022

Ο πρόσφυγας των Χριστουγέννων

 


γράφει η Κυριακή Μπεϊόγλου

 

 

Τον Δεκέμβρη των Χριστουγέννων του 2022 η ανθρωπότητα κινείται περίεργα, με ανάμεικτα συναισθήματα από τη μεγάλη δοκιμασία της πανδημίας, σφυροκοπά, φωνάζει, χαμογελά μέσα στους δρόμους με τα πολλά αναμμένα φωτάκια. Παρά τη διάθεσή μας όμως αυτή, που μας κάνει να αναλογιζόμαστε όσα περάσαμε, ο χρόνος γλιστρά γρήγορα, σαν να φοράς τροχοπέδιλα. Γύρω γύρω στην πλατεία Συντάγματος πολλοί πρόσφυγες, σε παρέες ή μόνοι, προσπαθούν να συντονιστούν στην εορταστική διάθεση της πόλης. Τα παιδιά, που εύκολα χαίρονται, παίζουν κυνηγητό στα παρτέρια αποφεύγοντας με επιδέξιες κινήσεις τους περαστικούς που κρατούν τσάντες από τα μαγαζιά του κέντρου, που δελεαστικά τους έχουν σαγηνέψει με προσφορές.

 

Ενας πρόσφυγας, γύρω στα τριάντα, κοιτά με προσήλωση το μεγάλο δέντρο της πλατείας που μόλις άναψε. Πολλοί είναι αυτοί που σταματούν για μια φωτογραφία, αλλά εκείνος στέκεται μπροστά του και το κοιτά σαν να προσεύχεται. Αταίριαστος με το περιβάλλον, μοιάζει από άλλη εποχή.

 

Να ζητάει άραγε κάτι από τον Θεό, τον δικό του Θεό; Ας υποθέσουμε πως με έναν μαγικό τρόπο οι κειμενογράφοι μπαίνουν στο μυαλό των ανθρώπων. Χριστούγεννα είναι άλλωστε, λίγη μαγεία μάς επιτρέπεται.

 

 

Ο πρόσφυγας της ιστορίας μας, λοιπόν, κάθεται κάτω από το ψηλό δέντρο και παρακολουθεί την πιο βαθιά επιθυμία του να ανεβαίνει, πατώντας στις φωτισμένες κορδέλες του δέντρου. Τη βλέπει πότε πότε να σκαλώνει, σαν να είναι έτοιμη να πέσει, να συντριβεί στο πεζοδρόμιο της απογοήτευσης και της παραίτησης.

 

Εύχεται, λοιπόν, τη μοναξιά που νιώθει φέτος, νέος πρόσφυγας-κάτοικος μιας ξένης πόλης, να μην την ξανανιώσει. Η επιθυμία του είναι του χρόνου τέτοιες μέρες να είναι πάλι εδώ και να δείχνει στους δικούς του ανθρώπους το ολόφωτο δέντρο της Δύσης. Να έχουν περάσει επιτυχώς τα επικίνδυνα σύνορα και να φτάσουν ασφαλείς κοντά του. Κι ας μη βρίσκεται ακριβώς στη Γη της Επαγγελίας. Εύχεται μόνο να ξεφύγουν από τον πόλεμο, από την πείνα και την εξαθλίωση. Ναι, σκέφτομαι και πάλι, «κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί», και οι μέρες αυτές για κάποιους είναι πολύ δύσκολες. Η νοσταλγία για τους ανθρώπους που αγαπούν και δεν τους έχουν δίπλα τους ή για την πατρίδα τους είναι μεγαλύτερη.

 

Ανεβαίνω τα μαρμάρινα σκαλιά της πλατείας Συντάγματος, τα ίδια που χιλιάδες άνθρωποι ανεβαίνουν κάθε μέρα βιαστικά, μαζί με σκέψεις και επιθυμίες για την καινούργια χρονιά.

 

Και εύχομαι αυτές τις μέρες, που τα παλιά παραμύθια λένε πως οι ουρανοί είναι ανοιχτοί, να βρει ο κάθε πρόσφυγας, αλλά κι ο κάθε μόνος, την αλληλεγγύη που χρειάζεται για να δει τον κόσμο αλλιώς. Με ελπίδα, δίχως άλλους πολέμους των ανθρώπων, και δίχως άλλο πόνο ψυχής.

 

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *