ΤΗΣ ΧΑΡΗΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ*
Στη σύγχρονη εποχή παρατηρείται διαρκής αποδυνάμωση των ρόλων που διαδραματίζει το εθνικό κράτος, τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Η ιδιωτικοποίηση βασικών παραδοσιακών λειτουργιών του κράτους (υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευση, κοινωνική ασφάλιση), η ενίσχυση της κυριαρχίας υπερεθνικών θεσμών, όπως π.χ. της Ε.Ε., και η ενίσχυση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (T.A.) μεταβάλλουν την παραδοσιακή λειτουργία του.
Παρά τη διαδικασία ομογενοποίησης των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων, απόρροια της παγκοσμιοποίησης, είναι δυνατόν να υπάρξουν διαχωριστικές γραμμές -οι τοπικές κοινωνίες να επιβιώνουν και να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αλλά και με το υπερεθνικό περιβάλλον. Οι όροι«glocal» και «glocalization» εκφράζουν ακριβώς τη διασύνδεση την έννοιας της παγκοσμιοποίησης (globalization) με την κίνηση του διαχωρισμού των ορίων των τοπικών κοινοτήτων (localization). Ειδικά στην Ε.Ε. ιδιαίτερη σημασία δίνεται στη σχέση των εθνικών κυβερνήσεων με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και των τοπικών κοινωνιών με την ίδια την Ευρώπη. Επισημαίνεται ότι η ενίσχυση του ρόλου τής T.A. βοηθά στον δημοκρατικό προγραμματισμό και όχι στην αποδυνάμωση του σύγχρονου κράτους, όπως συχνά υποστηρίζεται.
Με βάση τον βαθμό αποκέντρωσης των διοικητικών μηχανισμών διακρίνονται τρεις κατηγορίες κρατών: α) κράτη όπου παραδοσιακά επικρατεί η έννοια της αποκέντρωσης ως τρόπος λειτουργίας, π.χ. Αγγλία, Σουηδία, β) χώρες όπου το κράτος λειτουργεί συγκεντρωτικά και η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι υπό έλεγχο, π.χ. Γαλλία, ευρωπαϊκός Νότος, γ) κράτη όπου παραδοσιακά επικρατεί ο συγκεντρωτισμός, αλλά σταδιακά ενισχύονται οι τοπικοί δεσμοί της αυτοδιοίκησης, π.χ. Δανία, Νορβηγία.
Μια άλλη ταξινόμηση διακρίνει δύο βασικές κατηγορίες προτύπων: το βορειοευρωπαϊκό, με ενισχυμένο τον λειτουργικό ρόλο της Τ.Α., και το νοτιοευρωπαϊκό, με βασικό χαρακτηριστικό τις πελατειακές σχέσεις, που μεταφέρονται μέχρι το κεντρικό κράτος επηρεάζοντας τις εξελίξεις.
Στην Ελλάδα η Τ.Α., αν και λειτουργεί στο πλαίσιο των σύγχρονων τάσεων, δεν έχει καταφέρει να επιβληθεί ως χώρος άσκησης συνολικής κοινωνικής πολιτικής. Επικεντρώνεται συνήθως στη φροντίδα των ευπαθών ομάδων πληθυσμού, συχνά αποσπασματικά και ευκαιριακά. Στη χώρα μας δεν υπάρχει ουσιαστική αποκέντρωση υπηρεσιών ούτε κατάλληλη οργανωτική υποδομή, ενώ τους περιορισμένους πόρους για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής διαχειρίζεται το κεντρικό κράτος. Επιπλέον, ούτε ο θεσμός της Κεντρικής Κοινωνικής Υπηρεσίας (ΚΕΚΥ), που θα είχε οργανωτικό και επιτελικό ρόλο σε τοπικό επίπεδο, φαίνεται να έχει εφαρμοστεί ικανοποιητικά.
Η κοινοτική ανάπτυξη δεν απέκτησε ποτέ σημαντική θέση στην επίσημη πολιτική του ελληνικού κράτους. Τα επιμέρους προγράμματα δεν εντάσσονταν σ' έναν κεντρικό σχεδιασμό. Από την άλλη πλευρά η επί μακρόν σχετική πολιτισμική ομοιογένεια και η αδύναμη κοινωνία πολιτών δεν ευνόησαν την ανάπτυξη νέων κοινωνικών κινημάτων, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στο παρελθόν υποστηρίχθηκε ότι λείπει η τεχνογνωσία. Όμως, ενώ υπάρχει πλέον εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, δεν αξιοποιείται από την Τ.Α. αλλά ούτε και από το κεντρικό κράτος, διότι προφανώς δεν δίνεται προτεραιότητα από τις εκάστοτε κυβερνήσεις στα θέματα κοινωνικής πολιτικής. Πρόκειται λοιπόν για πολιτική επιλογή και όχι για έλλειψη πόρων και κοινωνικού κεφαλαίου.
Η διαμόρφωση «εναλλακτικών προτάσεων» έχει στόχο να αντιμετωπιστεί η συρρίκνωση του κλασικού κράτους πρόνοιας και να αξιοποιηθούν το τοπικό ανθρώπινο δυναμικό και το σύνολο των οικονομικών πόρων, να αναπτυχθεί το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο και να δοθεί έμφαση στο θέμα του περιβάλλοντος και του πολιτισμού.
Η κοινωνία των πολιτών, ο επονομαζόμενος «τρίτος δρόμος», μεταξύ κράτους και αγοράς, επιφορτίζεται με σημαντικό τμήμα της κοινωνικής φροντίδας, ιδιαίτερα δε των κοινωνικά αποκλεισμένων. Κοινωνικοποίηση, μείωση της γραφειοκρατίας, καλύτερη διαχείριση των κοινωνικών υπηρεσιών και ουσιαστική αποκέντρωση αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την προώθηση της λύσης αυτής.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι ο ρόλος της έρευνας, σε όλα τα παραπάνω, είναι καθοριστικός. Η διαρκής κοινωνική έρευνα για τον εντοπισμό, την ανάλυση και την παρακολούθηση των τοπικών κοινωνικών προβλημάτων θα πρέπει να οδηγεί στη χάραξη μιας αποτελεσματικής πολιτικής, σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, με τον συντονισμό της κεντρικής κοινωνικής υπηρεσίας και του κράτους, γεγονός που δεν συμβαίνει μέχρι τώρα στη χώρα μας, όπου επικρατεί ανυπαρξία σχεδιασμού. Είναι επιτακτική λοιπόν η ενίσχυση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με σημαντική αύξηση των πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της.
* Η Χ. Συμεωνίδου είναι πρώην διευθύντρια Ερευνών του ΕΚΚΕ. Το παρόν αποτελεί τμήμα εκτενέστερης δημοσίευσης: Συμεωνίδου Χ. (2008) «Σύγχρονες Τάσεις. Εναλλακτικές Προσεγγίσεις και Σύγχρονοι Προβληματισμοί» σελ. 6-34, στο Η Άσκηση Κοινωνικής Πολιτικής σε τοπικό επίπεδο. Προτάσεις για τη Διαμόρφωση ενός Νέου Μοντέλου (επιμ. Μ. Θαλερίτη), Αθήνα, εκδ. ΚΕΔΚΕ, ΕΕΤΑΑ, Γνώση Αναπτυξιακή
http://www.avgi.gr/
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου