γράφει ο Ανδρέας Ζαμπούκας
Ο Τάσος Γιαννίτσης -μιλώντας σε εκδήλωση της Κίνησης των 58, τον Δεκέμβριο του 2013- είχε πει επί λέξει τα εξής: «Στο Ασφαλιστικό δεν με στήριξαν ούτε οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ. Όχι μόνο η συνδικαλιστική πλευρά», εξήγησε, «δεν υπήρξε ένα κόμμα να τις υποστηρίξει, μια κοινωνική δύναμη, ούτε καν τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, ούτε καν υπουργοί, με εξαίρεση τον πρωθυπουργό (Κώστα Σημίτη) και κάποιους υπουργούς ή πολιτικά στελέχη μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, όχι των δύο. Για φανταστείτε, λοιπόν, να θέλει κάποιος υπουργός -θα έλεγα ξιπασμένος, φαντασμένος, πώς το είχε πει ο Σκανδαλίδης, καλαμοκαβαλάρης- να θέλει να επιβάλει κάτι απέναντι σε μια κοινωνία που ουρλιάζει...».
Ειδικά η τελευταία φράση είναι χαρακτηριστική της σκληρής πραγματικότητα που επικρατεί, όταν η κοινωνία δεν είναι ώριμη να αποδεχτεί το χρήσιμο και το αληθινό. Όταν δηλαδή το σύστημα και τα υποσυστήματά του ενεργοποιούν τα δίκτυα να αντισταθούν σε κάθε προσπάθεια προσαρμογής των θεσμών και των αποφάσεων στον ρεαλισμό.
Αν, λοιπόν, είχε εφαρμοστεί το ασφαλιστικό του Γιαννίτση, αν είχαν εφαρμοστεί οι ιδιωτικοποιήσεις του Μητσοτάκη, αν είχε αρθεί το άρθρο 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια του Γ. Παπανδρέου, αν είχε εφαρμοστεί ο νόμος της Διαμαντοπούλου… Αν, αν, αν! Αυτή η κοινωνία μοιάζει να έχει φυλακιστεί μέσα σε υποθετικούς λόγους και να προσπαθεί συνεχώς να αποδράσει από ορθάνοιχτες πόρτες.
Οι προτάσεις Γιαννίτση ήταν μια ρεαλιστική και συμβιβαστική λύση, χωρίς χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό. Έλυνε το πρόβλημα για, περίπου, 20 χρόνια. Αυτή η προοπτική ήταν μάλλον και το βασικότερο μειονέκτημά της. Γιατί στη σύγχρονη νεοελληνική ηθική μας απαγορεύουμε να υπάρχει απόφαση που να λύνει προβλήματα πέρα από έναν χρόνο. Θεωρούμε ίσως ότι η ζωή είναι τόσο μικρή που είναι κρίμα να επενδύουμε συνεχώς στη ματαιότητά της...
Από τότε ως τώρα, πάρθηκαν διάφορες βραχυπρόθεσμες αποφάσεις, πάντα ενταγμένες στην κρατική χρηματοδότηση. Λύθηκε μήπως το Ασφαλιστικό; Αντιμετωπίστηκε το πρόβλημα μέσα από τη χρηματοδότηση του ΙΚΑ με 1% του ΑΕΠ σύμφωνα με τη ρύθμιση του 2002; Η ΓΣΕΕ από τότε, τόνισε ότι απαιτείται ποσό υπερδιπλάσιο (2%-2,4% του ΑΕΠ) για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συστήματος. Περάσαμε στη μεγάλη αρπαγή των πόρων μιας σειράς Ταμείων, με μοχλό ειδικά κρατικά χαρτιά (τα γνωστά δομημένα ομόλογα) και τώρα φτάσαμε στο απόλυτο αδιέξοδο.
Το Ασφαλιστικό είχε πάντα μια επικίνδυνη ιδιότητα: Όσο καθυστερούσε η μεταρρύθμιση τόσο μεγάλωνε η απόσταση από τη λύση του. Σήμερα, πλέον, έχουμε βρεθεί στην κωμικοτραγική θέση να διαχειρίζεται το ζήτημα μια ομάδα λαϊκιστών και να εκλιπαρεί τη συναίνεση από τους εναπομείναντες λογικούς. Μόνο που τώρα πια είναι πολύ αργά. Για να αποδειχθεί, για άλλη μια φορά, πως η νομοτέλεια είναι αμείλικτη με τους δειλούς και τους καιροσκόπους. Όχι μόνο με αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις αλλά και με αυτούς που, εξαιτίας των συμπλεγμάτων τους, αρνούνται επιδεικτικά το μέλλον των παιδιών τους και συμμετέχουν, εντελώς ανεύθυνα, στην καταστροφή τους.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου