Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Oι «κόκκινες γραμμές» ξανάρχονται. Αλίμονό μας…


Η πρώτη μεγάλη ευκαιρία για συναινετική αντιμετώπιση -έστω, ορισμένων πλευρών της κρίσης- χάθηκε το 2010. Η κυβέρνηση Παπανδρέου, πέρα από τα δικά της λάθη, βρήκε μπροστά της τον τοίχο του αντιμνημονιακού μετώπου, στο οποίο πρωταγωνιστούσε τότε και η ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά.
Η δεύτερη ευκαιρία χάθηκε το 2012, όταν η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έπεσε πάνω στον τοίχο του αντιμνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έχει νόημα πλέον να υπενθυμίζει κανείς τι έλεγε ο Aλέξης Τσίπρας στην παραμικρή απόπειρα εκείνης της κυβέρνησης να εξασφαλίσει έστω «στοιχειώδη συνεννόηση», όπως αυτήν που ζητάει σήμερα ο ίδιος. Τον Δεκέμβριο του 2014, με τη στάση του στο θέμα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, τα τίναξε όλα στον αέρα. Γνωρίζουμε όλοι τι ακολούθησε.
Η σημερινή είναι η τρίτη ευκαιρία που θα χαθεί, αν υποθέσουμε ότι ο κ. Τσίπρας επιδιώκει κάποια συνεννόηση. Ο τρόπος που μεθόδευσε τη χτεσινή σύσκεψη στο Προεδρικό Μέγαρο μάλλον το αντίθετο αποδεικνύει. Οχι μόνο γιατί ήξερε ότι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης δεν είναι σε θέση να εμφανιστεί συναινετικό, αφού βρίσκεται σε εσωτερική περιδίνηση. Αλλά, κυρίως, διότι οι δηλώσεις του μετά τη σύσκεψη φανερώνουν ότι άλλη στόχευση έχει.
Ο κ. Τσίπρας επιδίωκε να εμφανίσει τους άλλους αρχηγούς ότι τάσσονται στο πλευρό της κυβέρνησης, τώρα που έφτασε η ώρα του Ασφαλιστικού. Και όταν είδε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό, τους κατάγγειλε ότι υπονομεύουν την «εθνική κόκκινη γραμμή», που είναι «μια μεταρρύθμιση που θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού συστήματος χωρίς περαιτέρω μειώσεις συντάξεων».
Μα, αν η κυβέρνησή του είναι σε θέση να πετύχει αυτό το θαύμα, τι τη θέλει τη συμφωνία των άλλων κομμάτων; Αν ο υπουργός του Γιώργος Κατρούγκαλος μπορεί να φτιάξει «βιώσιμο» Ασφαλιστικό χωρίς περικοπές, γιατί ο Τσίπρας να μοιραστεί τη δόξα με τον Πλακιωτάκη, τη Γεννηματά και τον Θεοδωράκη; Η δική τους υποστήριξη είναι άχρηστη. Ας τα κάνει μόνος του και μετά ας τους τρίψει στη μούρη την επιτυχία του.
Ασφαλώς δεν πρόκειται περί αυτού. Ο κ. Τσίπρας πιπιλίζει την καραμέλα της «συναίνεσης» και επανέρχεται στη ρητορεία των «κόκκινων γραμμών» για τρεις προφανείς λόγους:
1. Αν αποτύχει να αποσπάσει τη «συναίνεση» (απέτυχε ήδη), θα καταγγείλει τους άλλους, που δεν του την έδωσαν, ως «υπονομευτές». Το έκανε ήδη.
2. Ετσι, προσπαθεί να «μαντρώσει» όσους βουλευτές του δικού του κόμματος φοβάται ότι μπορεί να λακίσουν μπροστά στο βάρος όσων θα κληθούν να ψηφίσουν. Είναι σαν να τους λέει «η αντιπολίτευση μας υπονομεύει, προσέξτε τι θα κάνετε».
3. Αν αναγκαστεί να σπάσει πάλι τις «κόκκινες γραμμές» υπό την πίεση των δανειστών (δεν υπάρχουν τέτοιες γραμμές πια, αλλά τις επαναφέρει προπαγανδιστικά ο ίδιος), θα το αποδώσει στην «υπονόμευση» της αντιπολίτευσης, που δεν συντάχθηκε με την «εθνική» γραμμή, δηλαδή τη δική του.
Κι επειδή όλες οι «κόκκινες γραμμές» που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ σβήστηκαν από το καλοκαίρι και δώθε, η επίκλησή τους από τον κ. Τσίπρα μεγαλύτερη ανησυχία προκαλεί.
Ερχεται «σκληρή διαπραγμάτευση», που θα καταλήξει σε ένα υπερήφανο «ναι σε όλα». Τι άλλο μπορεί να κάνει με τόσους «υπονομευτές» που συνάντησε στο Προεδρικό Μέγαρο;
Πάντως, αν χρειαστεί, υπάρχει κι ο Βασίλης Λεβέντης να βάλει ένα χεράκι. Μια αθώα στιχομυθία, σε κάποιο διάλειμμα για χαλάρωση, μπορεί να δείχνει τι πέτυχε ο κ. Τσίπρας στη χθεσινή σύσκεψη στο Προεδρικό. «Σε βλέπω να κυβερνάς σε λίγο και με τον Λεβέντη», του είπε ένας αρχηγός, μεταξύ σοβαρού και αστείου. «Γιατί όχι;», απάντησε ο κ. Τσίπρας γελώντας.
Τα αστεία και τα γέλια δείχνουν καμιά φορά και τα σοβαρά...

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *