γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας
Η κυβέρνηση επιμένει, όπως φάνηκε
και με την πρόσφατη ομιλία του πρωθυπουργού στη Βουλή, στην επίκαιρη ερώτηση
του ΣΥΡΙΖΑ για την πανδημία, πως έχει ακολουθήσει μια πολιτική η οποία ήταν
(είναι) άριστη, οδηγώντας τη χώρα με ασφάλεια στην επιδημιολογική τρικυμία.
Η ανάγκη της κυβέρνησης να
υπερασπιστεί τις επιλογές της μπορεί να είναι θεμιτή, δεν αντικαθιστά όμως την
πραγματικότητα. Οι κυβερνητικές επιλογές έχουν τοποθετήσει τη χώρα σε ένα
συγκεκριμένο επίπεδο ως προς την αποτελεσματικότητα αντιμετώπισης της
πανδημίας, το οποίο μάλιστα είναι μετρήσιμο.
Ας αφήσουμε λοιπόν προς το παρόν
κατά μέρος τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς για το πόσο… άριστα έπραξε κι ας
δούμε με τη βοήθεια κάποιων αριθμών την πραγματική θέση της χώρας. Για να
οδηγηθούμε σε ένα «δίκαιο» και σαφές συμπέρασμα θα χρησιμοποιήσουμε και θα
συγκρίνουμε τους αριθμούς της εμβολιαστικής κάλυψης και των θανάτων από
κορωνοϊό SARS-CoV-2 της χώρας μας με κάποιες από τις χώρες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης.
Αποτυχία του εμβολιαστικού
προγράμματος
Το συμπέρασμα από μια πρώτη ματιά
στους αριθμούς (πριν τους παραθέσουμε) είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν
κατάφερε να προωθήσει το εμβολιαστικό πρόγραμμα στον «άριστο» βαθμό, καθώς
υπολείπεται αρκετά των χωρών που έχουν εξασφαλίσει επαρκέστατη εμβολιαστική
κάλυψη. Συνέπεια αυτής της αποτυχίας είναι και οι αριθμοί, οι οποίοι
αποτυπώνουν τον όγκο των κρουσμάτων και κυρίως των θανάτων, που είναι κατά
πληθυσμιακή αναλογία απογοητευτικοί.
Αν αποδεχτούμε (όπως
αποδεικνύεται παρακάτω) ότι οι θάνατοι από Covid-19 συνδέονται με τον βαθμό
επιτυχίας της εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού, το προφανές συμπέρασμα που
προκύπτει είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση απέτυχε να «πιάσει τον στόχο». Αυτό
περιγράφει και την πολιτική της ευθύνη, την οποία αποφεύγει να αναλάβει,
πετώντας το μπαλάκι σε εκείνο το «ανώριμο» μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας
που δεν έχει πειστεί για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της
Κομισιόν η εμβολιαστική κάλυψη στην Ελλάδα φτάνει στο 69,1% του πληθυσμού
(πλήρως εμβολιασμένοι ) και ανεβαίνει στο 71,3% αν προστεθούν αυτοί που έχουν
κάνει προς το παρόν μόνο την πρώτη δόση.
Οι συγκρίσεις
Συγκρινόμενο αυτό το ποσοστό με
χώρες που βρίσκονται στην κορυφή της εμβολιαστικής κάλυψης, γίνεται φανερή η
αποτυχία του σχεδιασμού της κυβέρνησης να πείσει ένα μεγάλο (κοντά στο 1/3)
τμήμα του ελληνικού λαού για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Η κυβέρνηση της Πορτογαλίας έχει
καταφέρει να πείσει να εμβολιαστεί το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας. Το
91% των Πορτογάλων έχει εμβολιαστεί πλήρως, ενώ ένα ακόμη 7% έχει λάβει την
πρώτη δόση, πράγμα που σημαίνει ότι μέσα στις επόμενες ημέρες ο πληθυσμός της
Πορτογαλίας θα είναι εμβολιασμένος κατά 98%.
Στην Ισπανία το 83,7% του
πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο, ενώ ένα ακόμη 7% έχει λάβει την πρώτη
δόση. Δηλαδή, μέσα στις επόμενες ημέρες πάνω από το 90% των Ισπανών θα έχει
εμβολιαστεί πλήρως.
Στη Γαλλία τα αντίστοιχα ποσοστά
φτάνουν το 80,1% πλήρως εμβολιασμένων και 9,2% με την πρώτη δόση. Στη Γερμανία
78,7% και 4% με την πρώτη δόση, στην Ιταλία οι πλήρως εμβολιασμένοι είναι 79,3
και θα προστεθεί ακόμη ένα 8% που έχει ήδη κάνει την πρώτη δόση, στην Ολλανδία
έχουμε 79,2 πλήρως εμβολιασμένους και ακόμη 8% με την πρώτη δόση.
Στον αντίποδα βρίσκονται χώρες
όπως η Βουλγαρία , όπου οι πλήρως εμβολιασμένοι φτάνουν στο 24%, και η
Ρουμανία, με εμβολιαστική κάλυψη στο 36% του πληθυσμού. Λίγο καλύτερη είναι η
κατάσταση στη Λετονία (57% κάλυψη) και Πολωνία (στο 63%) που, μαζί με χώρες όπως
Κροατία, Σλοβενία, Τσεχία κ.λπ. εμφανίζουν την ίδια αποτυχία με την Ελλάδα να
υπερβούν το 70 ή 80% της εμβολιαστικής κάλυψης.
Πεθαίνουν οι ανεμβολίαστοι
Κοιτώντας τώρα τα στατιστικά των
θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκων πρώτα από την αρχή της πανδημίας και κατόπιν
κατά την τελευταία εβδομάδα βγάζει κανείς ενδιαφέροντα συμπεράσματα, που έχουν
να κάνουν τόσο με την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού όσο και με τις
πολιτικές ευθύνες που συνεπάγεται η αποτυχία της προώθησης των εμβολιαστικών
προγραμμάτων από τις κυβερνήσεις.
Ξεκινώντας από τη Βουλγαρία (με
χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη) έχουμε 3.400 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκων από
την αρχή της πανδημίας και 87 θανάτους ανά εκατομμύριο την τελευταία εβδομάδα.
Στη Ρουμανία (χαμηλή κάλυψη)
αντίστοιχα έχουμε 2.200 και 111 και στην Ελλάδα 1.444 θανάτους ανά εκατομμύριο
από την αρχή της πανδημίας και 19,22 θανάτους ανά εκατομμύριο την τελευταία
εβδομάδα.
Κοιτώντας τώρα τα ίδια στατιστικά
για χώρες που έχουν καλύψει το εμβολιαστικό τους πρόγραμμα οι αριθμοί των
θανάτων την τελευταία εβδομάδα σχεδόν εκμηδενίζεται:
Η Πορτογαλία έχει 1.700 θανάτους
ανά εκατομμύριο από την αρχή της πανδημίας και 3,99 θανάτους ανά εκατομμύριο
την τελευταία εβδομάδα.
Η Ισπανία αντίστοιχα έχει 1.849
και 3,87, η Γαλλία 1.666 και 1,34, η Ιταλία 2.183 και 3,88, η Γερμανία 1.140
θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκων από την αρχή της πανδημίας και 4,85 ανά
εκατομμύριο την τελευταία εβδομάδα.
Έχουμε την εντύπωση ότι το
συμπέρασμα από αυτήν τη γρήγορη παρατήρηση των στατιστικών είναι προφανές: όσο
μεγαλύτερη είναι η εμβολιαστική κάλυψη σε έναν πληθυσμό τόσο περιορίζεται ο
αριθμός των θανάτων. Για τον περιορισμό των θανάτων θα πρέπει να ληφθεί υπόψη
και το επίπεδο των υποδομών υγείας που διαθέτει η κάθε χώρα. Σε κάθε περίπτωση
η απόλυτη εμβολιαστική κάλυψη (Πορτογαλία για παράδειγμα) και σχεδόν απόλυτη
εμβολιαστική κάλυψη μαζί με ισχυρές υποδομές υγείας (Γαλλία, Ιταλία κ.λπ.)
τείνουν να εκμηδενίσουν τον αριθμό των θανάτων.
Συμπέρασμα: η ελληνική κυβέρνηση
δεν τα έχει καταφέρει τόσο καλά όσο θέλει να ισχυρίζεται και αυτό συνάγεται από
τον αριθμό θανάτων (19) ανά εκατομμύριο κατοίκων την τελευταία εβδομάδα. Αυτός
μάλιστα ο αριθμός των εβδομαδιαίων θανάτων τείνει να αυξηθεί στο εγγύς μέλλον
καθώς από τη μια το εμβολιαστικό πρόγραμμα δεν εξελίσσεται ενώ από την άλλη
καμία μέριμνα για την ενίσχυση των υποδομών στην υγεία δεν λαμβάνουν οι άριστοι
κυβερνήτες μας. Και αυτό περιγράφει την πολιτική τους ευθύνη.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου