Της Νάντιας Βαλαβάνη
Διαβάζοντας στο νομοσχέδιο για τη ΝΕΡΙΤ Α.Ε. την περιγραφή της ως «νέας νομικής προσωπικότητας», μου ήρθαν στο μυαλό τα λόγια ενός εργοστασιάρχη, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στην πάλη για τη χειραφέτηση της εργαζόμενης συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας: «Οι νομικές σχέσεις, όπως και οι μορφές του κράτους, δεν μπορούν να ερμηνευτούν από μόνες τους, αλλά έχουν τις ρίζες τους στις υλικές συνθήκες της ζωής».
Οι νομικές σχέσεις που εκφράζει η ΕΡΤ είναι όντως παρωχημένες. Ήδη από το 1989, όταν στις «υλικές συνθήκες της ζωής» προστέθηκε η λεγόμενη τότε «ελεύθερη τηλεόραση», που, όπως αποδείχτηκε, δεν ήταν παρά η τηλεόραση του μεγάλου ελληνικού και ξένου ιδιωτικού κεφαλαίου. Στις «συνθήκες» παρεισέφρησε επίσης η πραγματικότητα της κρίσης και της πολιτικής Μνημονίων και τρόικας για δραστική συρρίκνωση οποιουδήποτε τμήματος του δημόσιου τομέα μπορεί να αναλάβει με κέρδος ο ιδιωτικός. Οι 2.500 απολύσεις στην ΕΡΤ -εγκαίνια της πολιτικής του «ξαφνικού θανάτου» επίσης για εκπαιδευτικούς, δημοτικούς αστυνομικούς και σχολικούς φύλακες- υπήρξαν extra bonus.
Δεν αξίζει τον κόπο η απασχόληση με γνωστά κωμικοτραγικά επιχειρήματα υπουργών περί «διάβρωσης του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα από τον πολιτικό-κρατικό εναγκαλισμό». Αν δεν ήταν τόσο γκροτέσκα η κατάσταση που δημιούργησε η κυβέρνηση, θα γελάγαμε: Θα μπορούσαν να εκληφθούν μόνο ως αυτοκριτική του μέχρι πέρυσι δικομματισμού, συμπεριλαμβανομένης και της γνωστής σχετικής δραστηριότητας του κ. Κεδίκογλου.
Ο κ. Βορίδης, όμως, κατά τη συζήτηση της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ για Εξεταστική για την ΕΡΤ, έθιξε ένα ζωτικό ζήτημα με μια περίεργη αριθμητική: «Πόσες εκπομπές της ΕΡΤ αφιερώθηκαν όλα αυτά τα χρόνια σε μεγάλους συντηρητικούς διανοούμενους, όπως ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ή ο Ευάγγελος Αβέρωφ;». Και, μας ρώτησε, από τη στιγμή που «άλλα συγκινούν τον καθένα μας» -πράγμα αδιαμφισβήτητο!-, «με ποιο κριτήριο» μπορεί να υπάρξει ένα μορφωτικό-πολιτιστικό πρόγραμμα δημόσιας τηλεόρασης που να απευθύνεται στους πολλούς;
Μας προτείνει έμμεσα, δηλαδή, να μοιράσουμε από άποψη τηλεοπτικού χρόνου τον κόσμο της τέχνης και της γνώσης περίπου με βάση τα ποσοστά των κομμάτων και την αρχή της αντιπροσωπευτικότητας...
Μα η μεγάλη τέχνη συχνά δεν έχει μεγάλη σχέση με το πρόσωπο του καλλιτέχνη: Το έργο τέχνης στην πρόσληψή του απ' τους αναγνώστες, θεατές ή ακροατές του, αποκτά μια δική του, ανεξάρτητη απ' τις προθέσεις του δημιουργού του, δυναμική. Ο πιο αποκαλυπτικός και ταυτόχρονα από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 19ου αιώνα, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του ρεύματος του κοινωνικού ρεαλισμού, ο Μπαλζάκ, ήταν όχι απλώς συντηρητικός, αλλά με σύγχρονους όρους Θατσερικός. Γιατί μας συγκινούν τόσο ακόμα σήμερα τα μυθιστορήματα του; Για τις προσωπικές ιδέες του δημιουργού τους; Ούτε κατά διάνοια! Θα έλεγα: Επειδή επεξεργάζεται και απεικονίζει, με μεγαλειώδη από αισθητική άποψη τρόπο, την κοινωνική πραγματικότητα. Και ο Σεφέρης, που ήταν ένας πολιτικά πλήρως μάχιμος, ως πρεσβευτής, άνθρωπος του συντηρητικού στρατοπέδου, έγραψε μεγάλη ποίηση - και στο πλαίσιό της, ποιήματα όπως «Ο τελευταίος σταθμός» τον Οκτώβρη του 1944, που συγκαταλέγεται σε ό,τι συγκλονιστικότερο έχει γραφτεί για την Εθνική Αντίσταση, και μάλιστα από κάποιον με πλήρη επίγνωση ότι προετοιμαζόταν ο Εμφύλιος. Πώς τα κατάφερε; Για τον ίδιο λόγο με τον Μπαλζάκ. Και πώς ο, επίσης πολιτικά συντηρητικός, Χατζιδάκις, που σήμερα απολύεται η χορωδία του μαζί με τη μοναδική δημόσια Συμφωνική Ορχήστρα και την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ, κατάφερε με τη Λιλιπούπολη να ενώσει σ' ένα εκπληκτικό πανηγύρι μικρούς και μεγάλους (με μερικές εξαιρέσεις: τους τότε ιθύνοντες της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης); Αν η καλλιτεχνική επεξεργασία και απεικόνιση της σύνθετης και περίπλοκης πραγματικότητας δεν αποτελεί κριτήριο για ένα μορφωτικό-πολιτιστικό πρόγραμμα μιας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που απευθύνεται ακριβώς στους πολλούς, τι άλλο θα μπορούσε να αποτελέσει;
Έτσι δεν πέφτουμε επίσης στην παγίδα της δήθεν αντιπαράθεσης στη λεγόμενη «υψηλή τέχνη» -που αναφέρεται σ' ένα περιορισμένο, καλλιεργημένο αστικό κοινό, καθώς δεν υπάρχει προσανατολισμός προσέγγισης μαζί της, μέσα από ιδιαίτερους δρόμους, των λαϊκών ανθρώπων- της λεγόμενης «μαζικής κουλτούρας», που απευθύνεται ακριβώς στον λαό. Και είναι αντιλαϊκή κουλτούρα, η κουλτούρα της διαφήμισης την εποχή που τα πάντα, η γνώση, η πληροφορία, η τέχνη, μετατρέπονται σε εμπόρευμα.
Όπως λέει κι ο Χορκχάιμερ για την «Γκουέρνικα» του Πικάσο και τα μυθιστορήματα του Τζόις, «αυτά τα αφιλόξενα έργα τέχνης... παρ' όλο τον εξευτελισμό της ύπαρξης, διατηρούν το αληθινό περιεχόμενο των προηγούμενων μεγάλων έργων τέχνης και βρίσκονται πιο κοντά στις μαντόνες του Ραφαήλ και στις όπερες του Μότσαρτ σήμερα,... που το ραδιόφωνο κι ο κινηματογράφος δε διαφέρουν καθόλου από το αεροπλάνο και το κανόνι».
Η ΕΡΤ θα μπορούσε -υπό πάρα πολλές προϋποθέσεις- να γίνει ένας τέτοιος ραδιοτηλεοπτικός όμιλος. Αυτό αισθάνθηκε η ανθρώπινη ασπίδα προστασίας έξω από την Αγία Παρασκευή. Η ΝΕΡΙΤ Α.Ε., ως ένας απίθανος γραφειοκρατικός ιδιωτικο-δημόσιος μηχανισμός, με τον πρόεδρό της να είναι επιπλέον και υπουργός Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης, αποκλείεται ήδη από τα χαρτιά να παίξει έναν τέτοιο ρόλο.
(Ευρεία σύνοψη ομιλίας στην Ολομέλεια της Βουλής - 19.7.2013)