Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Η πρώτη επίσκεψη του Σαµαρά ως πρωθυπουργού στη γερμανική καγκελαρία, στα τέλη Αυγούστου του 2012, έμοιαζε περισσότερο με θρησκευτικό προσκύνημα.
Παρ’ ότι προερχόταν από μια δυναμική αντιπολιτευτική περίοδο που είχε δημιουργήσει προσδοκίες «επαναδιαπραγμάτευσης» σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, κατέπληξε αρνητικά τους πάντες. Η θρησκευτική συνδήλωση της φράσης του «Ουδείς αναμάρτητος», την οποία τότε είχε εκφέρει με σκυμμένο κεφάλι, ήταν ένα σοκ.
Το σηµαντικότερο, όμως, είναι ότι η δήλωσή του εκείνη καθόρισε αυστηρά το προσωπικό του στάτους έναντι της γερμανικής «Υψηλής Πύλης». Ποτέ έκτοτε δεν διαπραγματεύτηκε το ελάχιστο. Ως εκ τούτου, μάλλον φυσιολογικά, τον συνοδεύει έως σήμερα ο περιπαικτικός χαρακτηρισμός του «καλού μαθητή», τον οποίο η αντιπολίτευση έχει εκμεταλλευτεί στο έπακρο.
Όµως ακόµη και αυτός ο χαρακτηρισμός τείνει να αποδυναμωθεί, αφού, παρατηρώντας τους οξύτερους από τους αποκαλούμενους «μνημονιακούς» πολιτικούς και αναλυτές, φαίνεται, πίσω από τον «φερετζέ» των καταγγελιών κατά της... άκαρδης τρόικας, να γίνεται ασμένως αποδεκτή η - εκπορευόμενη από τους δανειστές - κριτική προς την κυβέρνηση περί «κακής μαθήτριας».
Η κυβέρνηση επιχειρεί τώρα, ευρισκόμενη σε πολιτικό αδιέξοδο, μια «πολιτική διαπραγμάτευση» χωρίς ποτέ στη διάρκεια του βίου της να έχει επιχειρήσει να διαπραγματευθεί το ελάχιστο. Αντιθέτως, αποδεχόμενη αδιαμαρτύρητα κάθε - υπογεγραμμένη ή μη - βάρβαρη αντιλαϊκή απαίτηση, είτε των δανειστών είτε των «κολλητών» της είτε κάποιων υπουργών της, έχει καταφέρει κάτι μοναδικό: να μην τη στηρίζει κανείς, ούτε εκτός ούτε εντός Ελλάδας. Ακριβέστερα: να μην επενδύει κανείς πάνω της.
Ακόµη και στο διαφημιζόμενο ως «success story » της προσελκύει, με εξαίρεση μια - δυο περιπτώσεις, μόνο ευκαιριακούς «γύπες», που επιχειρούν να αποκομίσουν βραχυπρόθεσμα κέρδη πριν να «πετάξουν» προς το επόμενο οικονομικό πτώμα.
Αναξιόπιστη για τους δανειστές, ξοφλημένη για την ελληνική κοινωνία, μοναδικό «μαύρο πρόβατο» στην Ευρώπη, μοιάζει εγκαταλελειμμένη από όλους. Η ηγεσία της επιζητεί να εξαντλήσει την τετραετία. Οι δανειστές δεν έχουν αντίρρηση, αφού θα προτιμούσαν μια φιλική προς τους ίδιους κυβέρνηση εν όψει μεγάλων επικείμενων «ντιλ». Όμως δεν θα έσκιζαν τα ρούχα τους για να τη διατηρήσουν αν δεν μπορεί να το καταφέρει μόνη της. Θα ζήσουν και χωρίς αυτήν...
Παρ’ ότι προερχόταν από μια δυναμική αντιπολιτευτική περίοδο που είχε δημιουργήσει προσδοκίες «επαναδιαπραγμάτευσης» σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, κατέπληξε αρνητικά τους πάντες. Η θρησκευτική συνδήλωση της φράσης του «Ουδείς αναμάρτητος», την οποία τότε είχε εκφέρει με σκυμμένο κεφάλι, ήταν ένα σοκ.
Το σηµαντικότερο, όμως, είναι ότι η δήλωσή του εκείνη καθόρισε αυστηρά το προσωπικό του στάτους έναντι της γερμανικής «Υψηλής Πύλης». Ποτέ έκτοτε δεν διαπραγματεύτηκε το ελάχιστο. Ως εκ τούτου, μάλλον φυσιολογικά, τον συνοδεύει έως σήμερα ο περιπαικτικός χαρακτηρισμός του «καλού μαθητή», τον οποίο η αντιπολίτευση έχει εκμεταλλευτεί στο έπακρο.
Όµως ακόµη και αυτός ο χαρακτηρισμός τείνει να αποδυναμωθεί, αφού, παρατηρώντας τους οξύτερους από τους αποκαλούμενους «μνημονιακούς» πολιτικούς και αναλυτές, φαίνεται, πίσω από τον «φερετζέ» των καταγγελιών κατά της... άκαρδης τρόικας, να γίνεται ασμένως αποδεκτή η - εκπορευόμενη από τους δανειστές - κριτική προς την κυβέρνηση περί «κακής μαθήτριας».
Η κυβέρνηση επιχειρεί τώρα, ευρισκόμενη σε πολιτικό αδιέξοδο, μια «πολιτική διαπραγμάτευση» χωρίς ποτέ στη διάρκεια του βίου της να έχει επιχειρήσει να διαπραγματευθεί το ελάχιστο. Αντιθέτως, αποδεχόμενη αδιαμαρτύρητα κάθε - υπογεγραμμένη ή μη - βάρβαρη αντιλαϊκή απαίτηση, είτε των δανειστών είτε των «κολλητών» της είτε κάποιων υπουργών της, έχει καταφέρει κάτι μοναδικό: να μην τη στηρίζει κανείς, ούτε εκτός ούτε εντός Ελλάδας. Ακριβέστερα: να μην επενδύει κανείς πάνω της.
Ακόµη και στο διαφημιζόμενο ως «success story » της προσελκύει, με εξαίρεση μια - δυο περιπτώσεις, μόνο ευκαιριακούς «γύπες», που επιχειρούν να αποκομίσουν βραχυπρόθεσμα κέρδη πριν να «πετάξουν» προς το επόμενο οικονομικό πτώμα.
Αναξιόπιστη για τους δανειστές, ξοφλημένη για την ελληνική κοινωνία, μοναδικό «μαύρο πρόβατο» στην Ευρώπη, μοιάζει εγκαταλελειμμένη από όλους. Η ηγεσία της επιζητεί να εξαντλήσει την τετραετία. Οι δανειστές δεν έχουν αντίρρηση, αφού θα προτιμούσαν μια φιλική προς τους ίδιους κυβέρνηση εν όψει μεγάλων επικείμενων «ντιλ». Όμως δεν θα έσκιζαν τα ρούχα τους για να τη διατηρήσουν αν δεν μπορεί να το καταφέρει μόνη της. Θα ζήσουν και χωρίς αυτήν...
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου