Τετάρτη 8 Μαΐου 2019

Πως μπορείς;




Πώς μπορείς να πάρεις διά της βίας από τα χέρια της μάνας του ένα παιδί; Πώς είναι ανθρωπίνως δυνατό να σκοτώσεις ένα παιδί μπροστά στη μάνα του; Πώς είναι ακόμα νοητό να σκοτώσεις μια μάνα μπροστά στο παιδί της; Πώς είναι με χέρια γυμνά να πνίγεις ένα παιδάκι; Πώς γίνεται να βλέπεις να σβήνουν στα χέρια σου δύο παιδικά ματάκια; Πώς είναι βολετό να κόβεις οριστικά την ανάσα ενός εξάχρονου;

Πώς μπορεί η μοιραία επαφή των χεριών με τον λαιμό ενός οχτάχρονου παιδιού να μην προκαλεί αναγούλα, εμετό και σύγκρυο; Πώς είναι μπορετό μια μάνα, στιγμές πριν πεθάνει, να βιώσει τον άφατο πόνο της ενοχής ότι οδήγησε στο λεπίδι του φονιά το παιδί της; Πώς είναι για μια εικοσάχρονη από Φιλιππίνες, Νεπάλ ή Βιετνάμ, που πληρώνει κάποιες χιλιάδες δολάρια σε ατζέντηδες να τη φέρουν στην Κύπρο για δουλειά, να κάτσει η μπίλια η κακιά και να δουλεύει από τις έξι το πρωί μέχρι τις δέκα το βράδυ καθαρίζοντας το σπίτι της μάνταμ και συχνά και της αδελφής μάνταμ; Πώς είναι να είσαι είκοσι χρονών και εκτός των οικιακών δουλειών να ξεσκατίζεις κι έναν παππού και μια γιαγιά ή και τους δύο; Πώς είναι να είσαι είκοσι χρονών και να σου βάζει ο σερ χέρι και όχι μόνο; Πώς είναι να είσαι είκοσι χρονών και να «εκπαιδεύεται» με το κορμί σου και το έφηβο καμάρι της καθωσπρέπει οικογένειας; Πώς είναι να είσαι είκοσι χρονών και να μην έχεις την αγκαλιά της μάνας σου κοντά να πέσεις μέσα και να κλάψεις γοερά;


Πώς είναι να είσαι γονιός και να μαθαίνεις ότι η κόρη σου που ζει και εργάζεται στην τάχατες ειδυλλιακή Κύπρο και το οχτάχρονο παιδί της έχουν εξαφανιστεί; Πώς είναι στη φτώχια σου επάνω να μην μπορείς να πάρεις το αεροπλάνο και να πας να τους αναζητήσεις; Πώς είναι να επικοινωνείς με την αστυνομία με χίλια ζόρια και να σου λένε ότι η κόρη σου έφυγε από την Κύπρο, ενώ το περιβάλλον της εκεί και τα ΜΜΕ άλλα να λένε; Πώς είναι να είσαι γονιός στις Φιλιππίνες, το Νεπάλ ή την Ινδία, να ξέρεις ότι το παιδί σου που πήγε στη μακρινή Κύπρο για να δουλέψει έχει να δώσει σημεία ζωής δύο χρόνια ή να σου στείλουν δύο φέρετρα με τις αποσυντιθέμενες σορούς της κόρης και της εγγονής σου; «Και πού φταίμε οι Κύπριοι;», θα ρωτήσουν οι πιο θρασείς εξ ημών. Τι να πω κι εγώ; Να επαναλάβω αυτό που είπα κάποτε από τούτη τη στήλη;



Ότι οι μέρες μου γίνονται ολοένα και δυσκολότερες διότι, όπως είπε ο Νίτσε, «στην τρέλα δεν με οδηγεί η αμφιβολία, αλλά η βεβαιότητα»; Η βεβαιότητα ότι εδώ οι άνθρωποι βολεύτηκαν σε μια ανεξήγητη νιρβάνα που φέρνει λίγο στον τυχοδιωκτισμό και λίγο στην ηλιθιότητα; Να πω ότι οι άρχοντες ξανάπιασαν τον παλιό δόλο των θεών και σαν αλχημιστές, έκαναν τόσες προσμίξεις στο ψέμα που ακόμα και οι συμφορές μας, τους έγιναν προσοδοφόρες; Αυτό να πω; Ή ότι φταίει ο Ιωνάς και όχι το κήτος; Ότι πήρε είκοσι μέρες στην κυβέρνηση να αναβλέψει; Πώς αυτό σημαίνει ότι έφτασε στο μη παρέκει ο πρόεδρος για να αποπέμψει υπουργό και αρχηγό;

Ότι η ευθιξία δεν είναι η αυτουργία, αλλά το φύλλο συκής για ένα πολιτικό; Ότι τούτος ο λαός αφέντη μου πάσχει από παιδεία όσο και ο υπουργός που διορίσατε; Με σιγουριά όμως θα πω: Από καταβολής του τόπου οι μαύροι γύπες του μεγάλου τίποτα μαγάριζαν γη κι ανθρώπους, ζώντας με σάρκες ηρώων και κόλλυβα μνημοσύνων. Κι ο Τεύκρος στη Σαλαμίνα δακρύζει που καίγονται ακόμα τα καράβια μεσοπέλαγα. Παράδωσε πνεύμα καημένε κι εσύ. Χώνεψέ το! Εκεί που δεν φτάνουν εφτά σοφοί για την ειρήνη περισσεύει ένας τρελός για την καταστροφή…”

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *