Γράφει ο Γιώργος Σταματόπουλος
Αμα είναι νοτιάς ο άνεμος είναι
καλά· άμα όμως είναι νοτιοδυτικός και βρέχει κι έχει αντάρα, τότε κινδυνεύουν
όλοι: σπίτια, άνθρωποι, ζωντανά -τους παίρνει και τους σηκώνει. Πώς να μην
έχουν δίκιο οι παλιοί βοσκοί;
Ας βρέχει, ας χιονίζει, χειμώνα
να μην κάνει λένε οι σοφοί της ζωής. Μην τύχεις σε τέτοιο καταρρακιό, χάνεις τη
σταθερότητά σου -και τις βεβαιότητές σου, όποιες κι αν είναι. Και τι δεν
συμβαίνει. Δέντρα ξεριζώνονται, τσίγκοι φτερουγίζουν, σκεπές ξεκαρφώνονται -πού
βρίσκουν άραγε καταφύγιο τα πετούμενα;
Το καφενείο ξενυχτάει αλλά οι
καλοί νοικοκυραίοι φεύγουν νωρίς· έχουν να πάνε να σπείρουν το πρωί. Μικρά
ξέραμε ότι η σπορά γίνεται αρχές Νοέμβρη· ναι, αλλά εφέτος δεν έβρεξε καθόλου
-πώς το υνί να οργώσει τη γη; Και πρέπει να ξέρεις -μου λένε- ότι έχουν αλλάξει
οι εποχές, έχει ανακατευτεί το κλίμα [το κλήμα μην πάθει τίποτα].
Αμα τα ξύλα είναι βρεγμένα δεν
κάνεις προκοπή, όλο καπνούς βγάζουν και είναι και βραδυφλεγή...
Χάνεις και τη συνομιλία με τις
φλόγες. Ε, αφού τα ξύλα δεν έχουν καλή άρθρωση, τι να σου κάνει κι η φωτιά. Η
μαγεία όμως της εστίας δεν απομακρύνεται -φωσφορίζει!
Οσο και να φυσάει, ο καπνός
ταξιδεύει στην καμινάδα -δεν επιστρέφει, δεν μας πνίγει. Αυτό σημαίνει να
φτιάξει το τζάκι καλός μάστορας. Σημασία έχει οι θερμαινόμενοι να κατέχουν την
τέχνη του πίειν, να συμμετέχουν στη δημιουργία έργου τέχνης, όπως είναι η
παρέα. Οντως, έργο τέχνης είναι η παρέα, που απαιτεί, όπως είναι φυσικό,
πολλούς δημιουργούς [όχι απλούς τεχνίτες].
Μυστηριώδεις, άμα τε και
αποκαλυπτικές συνάφειες, ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα, τη λανθάνουσα μουσική
και την ευαισθησία, το χιούμορ και τον γλυκύ πόνο που προτείνουν [και γίνεται
αποδεκτό] οι απουσίες αγαπημένων προσώπων. Στα βάθη τού είναι αντηχεί ο
γνώριμος ήχος της φωνής που δεν θα ξανακουστεί στη γήινη ατμόσφαιρα.
Αρώματα και χρώματα της γενέθλιας
γης -παλιές φωτογραφίες ζωντανεύουν, κινούνται, περπατούν οι άνθρωποι που έχουν
τυπωμένους επάνω τους. Γλώσσες μητρικές και γλώσσες συμβατικές εισχωρούν στον
περίγυρο -ο άνεμος σφυρίζει όσο περνά η ώρα, ο χρόνος λοιδορείται. Αναζητώντας
τον καινούργιο χρόνο.
Παίζει σημαντικό ρόλο ο τόπος
στον οποίο μαθαίνει κανείς να συνομιλεί με τους δυνατούς αέρηδες, τη γη, τη
φωτιά. Παίρνει άλλες διαστάσεις η μορφή του τόπου -άλλοτε φαίνεται μικρός και
άλλοτε άπειρος, αλλά έτσι συμβαίνει με κάθε έργο τέχνης [ο γενέθλιος τόπος
είναι ακόμη ένα έργο τέχνης, εάν έχεις καλή σχέση μαζί του].
Μόνο αυτός μπορεί να πλησιάσει
την παγκόσμια ενότητα -δεν γίνεται αλλιώς, ας φωνασκούν οι τάχα κοσμοπολίτες.
Αυτός ο λώρος δεν κόβεται ποτέ. Αυτό το ξέρουν καλά [όχι όλοι] οι μετανάστες
και οι πρόσφυγες, οι ξεριζωμένοι του κόσμου τούτου.
Ευεργετικό είναι και το κρύο -σε
ωθεί να αντιστέκεσαι, να γνωρίσεις το σώμα σου και τις αντοχές του. Κρύο
ελληνικό, εάν ήμασταν σε θέση να συνεννοηθούμε. Θυμάμαι πάντα καλά έναν
αφορισμό του Προυστ: «Η εφηβεία είναι η μόνη εποχή που κάτι διδάχτηκες».
Αυτό νομίζω είναι το νόημα των
εορτών: να θυμηθείς πότε έγινες αυτό που είσαι. Ολος ο χρόνος είναι η εφηβεία
-μετά απλώς διεκπεραιώνουμε την παρουσία μας σε τούτα τα χώματα.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου