Nομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις φέρνει η
κυβέρνηση στη Βουλή τις επόμενες μέρες. Σύμφωνα με το «Έθνος της Κυριακής», το
νομοσχέδιο προβλέπει περιορισμούς των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων «εάν
πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή τους θα διαταράξει δυσανάλογα την
κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής» και την υποχρεωτική
γνωστοποίηση της συγκέντρωσης από τον οργανωτή στην Αστυνομία μέσω διαδικτυακής
πλατφόρμας.
Το σχέδιο νόμου προβλέπει,
ωστόσο, δύο εξαιρέσεις: «Δεν απαιτείται γνωστοποίηση για τις δημόσιες
συναθροίσεις που πραγματοποιούνται για τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς και της
επετείου της 17ης Νοεμβρίου».
Το σχέδιο νόμου, σημειώνει το
δημοσίευμα, ενσωματώνει βασικές προτάσεις που είχε παρουσιάσει το 2012 ο τότε
δήμαρχος Αθηναίων Γ. Καμίνης ύστερα από εργασία επιτροπής στην οποία μετείχαν
μεταξύ άλλων οι καθηγητές Αλιβιζάτος και Μανιτάκης.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, με τις
προτεινόμενες ρυθμίσεις «επιδιώκεται η διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος
του συνέρχεσθαι, εντός ενός θεσμικού πλαισίου που συνάδει προς την αρχή της
αναλογικότητας και είναι εναρμονισμένο με τις επιταγές του άρθρου 11 του
Συντάγματος και του άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ώστε αφενός μεν να προστατεύεται η δημόσια ασφάλεια και να μη διαταράσσεται
υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής, αφετέρου δε να
διασφαλίζεται ισόρροπα η ακώλυτη άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος των
πολιτών».
Κομβικό ρόλο θα έχει εφεξής ο
«οργανωτής» της κάθε πορείας, ο οποίος θα είναι υποχρεωμένος να γνωστοποιήσει
είτε στην Αστυνομία είτε στο Λιμενικό τον τόπο και τον χρόνο της διαδήλωσης.
Αυτό θα μπορεί να γίνει εγγράφως ή μέσω Διαδικτύου.
Ο «οργανωτής» θα πρέπει να
δηλώσει τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας του, τον χρόνο έναρξης και λήξης
της συνάθροισης, τον σκοπό, καθώς και την προτεινόμενη διαδρομή.
Σε περίπτωση που δεν υπάρχει
κάποιος οργανωτής, το σχέδιο νόμου θα ορίζει ότι «αυθόρμητη συνάθροιση που δεν
έχει γνωστοποιηθεί δύναται να επιτραπεί εφόσον δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης
της δημόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Στην
περίπτωση αυτή, η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική Αρχή καλεί τους συμμετέχοντες
να ορίσουν οργανωτή, εφόσον οι υφιστάμενες συνθήκες το επιτρέπουν, ενώ δύναται
να επιβάλει περιορισμούς. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, η αστυνομική ή λιμενική
Αρχή δύναται να προβεί στη διάλυση της ανωτέρω συνάθροισης».
Στις «υποχρεώσεις» του υπευθύνου
για την πορεία αναφέρονται τα εξής: «Ο οργανωτής συνεργάζεται με την αρμόδια
αστυνομική ή λιμενική Αρχή και ιδίως με τον αστυνομικό ή λιμενικό διαμεσολαβητή
και θα συμμορφώνεται στις υποδείξεις τους παρέχοντας τη συνδρομή του στην
προσπάθεια για την τήρηση της τάξης και την ομαλή πραγματοποίηση της
συνάθροισης. Ενημερώνει τους μετέχοντες στη συνάθροιση για την υποχρέωσή τους
να μη φέρουν και χρησιμοποιούν αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας και
ζητά την παρέμβαση της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής Αρχής για την
απομάκρυνση ατόμων που φέρουν τέτοια αντικείμενα. Ορίζει επαρκή αριθμό ατόμων,
τα οποία παρέχουν συνδρομή στην περιφρούρηση της συνάθροισης».
Στο νομοσχέδιο θα περιλαμβάνονται
και προβλέψεις για περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης. Θα ορίζεται δηλαδή πότε μια
πορεία που βρίσκεται σε εξέλιξη θα πρέπει να διαλυθεί από τις Αρχές. Αυτό θα
συμβαίνει όταν πραγματοποιείται παρά την έκδοση απόφασης απαγόρευσης, όταν οι
συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν, όταν
λαμβάνει χώρα χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί και όταν ξεσπούν επεισόδια.
Για την τελευταία περίπτωση
αναφέρεται ότι «η διάλυση δύναται να διαταχθεί όταν μετατρέπεται σε βίαιη με τη
διάπραξη σοβαρών αξιόποινων πράξεων, όπως επιθέσεων κατά προσώπων, εμπρησμών,
φθορών δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, βιαιοπραγιών κατά της αστυνομικής
δύναμης και ιδίως σε περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί
και εμπρηστικοί μηχανισμοί, φωτοβολίδες, αιχμηρά αντικείμενα ή από τη συνέχισή
της προκαλείται άμεσος κίνδυνος κατά της ζωής ή σωματικής βλάβης».
Ο οργανωτής θα ευθύνεται για την
αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της
ιδιοκτησίας τους από τους συμμετέχοντες στη δημόσια συνάθροιση. «Από την ευθύνη
αυτή απαλλάσσεται εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης
και αποδεικνύει ότι είχε λάβει όλα τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα για την
πρόληψη και αποτροπή της ζημιάς» διευκρινίζεται.
Σε κάθε πορεία θα ορίζεται
αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος ως «αστυνομικός
διαμεσολαβητής» ή «λιμενικός διαμεσολαβητής», ο οποίος θα αποτελεί τον σύνδεσμο
της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής Αρχής με τον οργανωτή της πορείας. Εάν
κρίνεται ότι μια διαδήλωση μπορεί να «διαταράξει δυσανάλογα την
κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής, λόγω των ειδικότερων
κυκλοφοριακών και άλλων τοπικών συνθηκών, τότε μπορούν να επιβληθούν
περιορισμοί». Στα κριτήρια που θα λαμβάνονται υπόψη για μια τέτοια απόφαση θα
περιλαμβάνεται και ο αριθμός των συμμετεχόντων.
Σύμφωνα με την αστυνομία, το 2019
πραγματοποιήθηκαν συνολικά 3.101 πορείες και συγκεντρώσεις σε όλη τη χώρα, στις
οποίες διατέθηκαν συνολικά 96.409 αστυνομικοί. Κατά μέσον όρο, δηλαδή,
διεξάγονται οκτώ διαδηλώσεις καθημερινά. Το 2018 είχαν πραγματοποιηθεί 3.516
πορείες και συγκεντρώσεις, το 2017 ήταν 1.920, το 2016 ήταν 5.764 και το 2015
ήταν 5.267. Το ρεκόρ καταγράφηκε το 2010, με το μνημόνιο, χρονιά κατά την οποία
έγιναν 11.391 διαδηλώσεις.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου