Το πολιτικό πρόβλημα που
αναδεικνύει η ατολμία της κυβέρνησης να ψηφίσει τις τρείς συμφωνίες μεταξύ
Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας, αναλογιζόμενη την διαφωνία του πρώην
πρωθυπουργού, είναι μεγαλύτερο από ότι φαίνεται.
γράφει ο Γεράσιμος Λιβιτσάνος
Όσο κι αν προσπάθησε χθες ο
ηγετικός πυρήνας της Νέας Δημοκρατίας, δεν ήταν δυνατόν να κρύψει το πολιτικό
πρόβλημα: Διαθέτει μια πλειοψηφία 158 βουλευτών αλλά δεν μπορεί να ψηφίσει στο
κοινοβούλιο όποιο νομοσχέδιο επιθυμεί.
«Δέχει προσδιοριστεί πότε θα
ψηφιστούν οι συγκεκριμένες συμφωνίες. Όταν αυτό θα γίνει, τότε θα δείτε ότι δεν
θα υπάρξει κανένα πρόβλημα». Αυτό είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας
για τις 3 συμφωνίες της Ελλάδας με την Βόρεια Μακεδονία που έχουν κατατεθεί
στην Βουλή και ...περιμένουν κυβέρνηση να τις ψηφίσει. Μια δήλωση, που δύσκολα
μπορεί να γίνει πιστευτή.
Η Βουλή αυτή την περίοδο δεν
διαθέτει μεγάλο φόρτο εργασίας. Αν τα πράγματα ήταν τόσο απλά οι συμφωνίες θα
είχαν ψηφιστεί τις προηγούμενες ημέρες. Ακόμη και αν το πρόβλημα ήταν το αίτημα
ονομαστικής ψηφοφορίας -που έχει δηλώσει πώς θα καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ- θα
μπορούσαν να προγραμματιστούν για τις επόμενες δύο εβδομάδες. Ιδίως από την
στιγμή που αποφασίστηκε ότι οι ονομαστικές ψηφοφορίες θα γίνονται με επιστολική
ψήφο.
Αντί αυτού ο πρόεδρος της Βουλής
Κώστας Τασούλας, είπε ότι οι 3 συμβάσεις που προκύπτουν από την Συμφωνία των
Πρεσπών «δεν είναι ορατές». Ο Στέλιος Πέτσας όταν ρωτήθηκε αν θα παραστεί στην
ψηφοφορία ο Αντώνης Σαμαράς υποστήριξε πως «δεν μπορούμε να πούμε αν θα
παραστεί κάποιος, όταν δεν του έχουμε πει πότε θα γίνει η ψηφοφορία».
Φυσικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
γνωρίζει ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν θα παραστεί, όποτε και αν γίνει μια
τέτοια ψηφοφορία. Κι αυτό ειναι το πραγματικο πρόβλημα.
Είναι φανερό ότι ο Αντώνης
Σαμαράς, μετά από 30 χρόνια που διατυπώνει μία σαφέστατη άποψη για το όνομα της
γειτονικής χώρας και τις σχέσεις της Ελλάδας μαζί της, δεν έχει κανένα προφανή
λόγο να κάνει μια πράξη αντίθετη στα πιστεύω του. Πόσο δε μάλλον όταν ένας
άλλος πρώην πρωθυπουργός, ο Αλέξης Τσίπρας, έχει δηλώσει πως θεωρεί μια τέτοια
κίνηση «έμπρακτη συγνώμη» για την αντίθεση της Ν.Δ στην Συμφωνία των Πρεσπών το
2019. Αυτά χωρίς να συνυπολογίσουμε πως ο Αντώνης Σαμαράς θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ
επιχείρησε την πολιτική του σπίλωση και την ποινική του δίωξη για την υπόθεση
της Novartis.
Στο πολιτικό επίπεδο, από την
άλλη, πίσω από τις απόψεις του Αντώνη Σαμαρά συσπειρώνεται ένας σημαντικός
αριθμός, βουλευτών, στελεχών της Ν.Δ αλλά και ψηφοφόρων. Το υπαρκτό ρεύμα που
αυτό-αποκαλείται «πατριωτική δεξιά».
Αν διαβάσει κανείς τα κείμενα των
3 συνθηκών διαπιστώνει πως όλα αναφέρουν πως τίθενται σε ισχύ «κατά την
ημερομηνία παραλαβής της τελευταίας γραπτής κοινοποίησης που στέλνεται από τα
μέρη δια της διπλωματικής οδού ενημερώνοντας σχετικά με την ολοκλήρωση των
εσωτερικών νομικών διαδικασιών που απαιτούνται για την έναρξη ισχύος της».
Αυτό με απλά λόγια μεταφράζεται
στο ότι για να εφαρμοστούν στην πράξη οι συμφωνίες, δεν απαιτείται να εγκριθούν
από το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Παρόλα αυτά έχουν ήδη λάβει την μορφή νομοσχεδίου,
το οποίο εκκρεμεί να ψηφιστεί στην Βουλή.
Ποιες είναι λοιπόν η επιλογές που
έχει η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας;
Μπορεί να προωθήσει για ψήφιση
τις συμφωνίες. Επιλέγοντας κάποια χρονική στιγμή η οποία θα «προσφέρεται»
επικοινωνιακά. Πιθανότατα μια συγκυρία όπου τα άλλα – φλέγοντα ζητήματα- της
πανδημίας και της οικονομικής κρίσης θα μονοπωλούν την επικαιρότητα. Είναι όμως
βέβαιο πως ακόμη κι αν η ημερομηνία της ψήφισης οριστεί …ανήμερα τα Χριστούγεννα
του 2020, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αιτηθεί ονομαστική ψηφοφορία. Στην καλύτερη των
περιπτώσεων για την Ν.Δ θα καταγραφεί μόνον η απουσία του Αντώνη Σαμάρα. Παρότι
δεν είναι λίγοι οι «γαλάζιοι» βουλευτές που θα θελήσουν να ακολουθήσουν την
δική του στάση. Θα διαπιστωθεί δηλαδή ένα σημαντικό πολιτικό πρόβλημα ενώ δεν
λείπουν και αυτοί που εκτιμούν ότι μια τέτοια κίνηση θα προκαλέσει ρήξη στην
ψυχική και πολιτική ενότητα της Νέας Δημοκρατίας.
Η άλλη επιλογή είναι να κρατήσει
τις συμφωνίες «στο συρτάρι». Οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας
να «περπατήσουν» στην συνθήκη που «χάραξε» από το 2019 η Συμφωνία των Πρεσπών.
Σε αυτή την περίπτωση η χώρα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα διεθνούς έκθεσης αφού
οι συμφωνίες θα ισχύσουν. Στο εσωτερικό της χώρας όμως θα παραμένουν …αψήφιστα
τρία νομοσχέδια που έχουν ήδη κατατεθεί. Κάτι που θεσμικά, νομικά αλλά κυρίως
πολιτικά δημιουργεί σοβαρά προβλήματα.
Ο χρόνος θα δείξει τι από τα δύο
θα διαλέξει να κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης η αν θα μας εκπλήξει έχοντας σκεφθεί
μια τρίτη λύση. Από αυτή την κατάσταση όμως προκύπτουν δύο πολιτικές απορίες:
Η πρώτη σχετίζεται με το …
timing: Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν προχωρήσει άμεσα στην ψήφιση των
συμφωνιών, σε μια περίοδο που οι δημοσκοπήσεις λένε ότι διατηρούνται – έστω και
μειούμενες- η προσωπική του δημοφιλία και τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας τι
μπορεί να προσδοκά ότι θα συμβεί στο μέλλον; Με την υγειονομική κρίση να
συνεχίζεται και την οικονομική κρίση να «δείχνει τα δόντια της» θα υπάρξει
μελλοντική περίοδος στην οποία θα διαθέτει μεγαλύτερη εσωκομματική ισχύ;
Η δεύτερη με την φύση της
διακυβέρνησης που ασκείται: Η κυβέρνηση δεν αποτολμά να ψηφίσει τρείς συμφωνίες
που είναι βέβαιο ότι θα εφαρμοστούν, αναλογιζόμενη την αντίδραση του πρώην
πρωθυπουργού. Τότε γιατί να μην υποθέσει κανείς ότι αυτό το καθεστώς
επεκτείνεται και σε άλλα θέματα; Ότι δηλαδή η διακυβέρνηση του Κυριάκου
Μητσοτάκη πραγματοποιείται υπό την ανοχή αν όχι την εντολή του Αντώνη Σαμαρά;
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου