Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Μην ζητάτε από τους φτωχούς να θυσιαστούν για την κλιματική αλλαγή


 
Ένας άντρας προσπαθεί να φτάσει στο σπίτι του περνώντας μέσα από ένα πλημμυρισμένο χωράφι στην περιοχή Mikocheni του Dar es Salaam, Τανζανία, στις 12 Απριλίου 
Του Charles Kenny 

Την περασμένη εβδομάδα, διέρρευσε στον Τύπο ένα σχέδιο της πιο πρόσφατης έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) με θέμα τις πιθανές επιπτώσεις της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη. Τα συμπεράσματα είναι ιδιαίτερα δυσοίωνα, κυρίως για τις φτωχότερες χώρες, που θα πρέπει για άλλη μια φορά να θυσιαστούν για να σώσουν τον πλανήτη.

Σύμφωνα με τα όσα διέρρευσαν, η επιτροπή προτίθεται να αναφέρει ότι ο κόσμος μπορεί σύντομα να προσεγγίσει μια θερμοκρασία όπου το στρώμα πάγου της Γροιλανδίας θα αρχίσει να τήκεται αμετάκλητα. Σε μερικούς αιώνες, το γεγονός αυτό μπορεί να αυξήσει το επίπεδο της στάθμης της θάλασσας έως και 7 μέτρα. Η κυβέρνηση Ομπάμα, εν τω μεταξύ, αποκάλυψε ότι αναζητά να συνάψει μια ισχυρή συμφωνία για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά τη σύνοδο κορυφής για το κλίμα των Ηνωμένων Εθνών που θα διεξαχθεί του χρόνου  -την ισχυρότερη που μπορεί να πετύχει χωρίς να χρειάζεται τη συγκατάθεση της αμερικανικής Γερουσίας.

Η είδηση για την πίεση που ασκεί ο Obama προς την κατεύθυνση μιας πιο επιθετικής δράσης σε παγκόσμιο επίπεδο θα πρέπει να ακούγεται ιδιαίτερα ευχάριστα στα αυτιά των πιο φτωχών χωρών, δεδομένου ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος είναι αυτός που θα πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, οι αναπτυσσόμενες χώρες χρειάζονται περισσότερη οικονομική ανάπτυξη και περισσότερη ενέργεια σήμερα – και τίποτα δεν πρέπει να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο της προόδου. Αν και θα ήταν όμορφο να πιστεύουμε ότι κανείς δεν ανταλλάσσει τη βιωσιμότητα με την ανάπτυξη, ωστόσο αυτό είναι αναμφισβήτητα μια πραγματικότητα. Και τη βιωσιμότητα του αύριο δεν θα πρέπει να την επωμίζονται οι φτωχότερες χώρες σήμερα.

Υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη, κατανοητή επιθυμία να προσποιούμαστε ότι οι φτωχές χώρες δεν χρειάζεται να ρυπάνουν προκειμένου να αναπτυχθούν -ότι, για παράδειγμα, μπορούν να ξεφύγουν από τη φτώχεια τους χωρίς αυξήσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Μια σειρά από «Στόχους Αειφόρου Ανάπτυξης» που βρίσκονται στο στάδιο των διαπραγματεύσεων πριν την υπογραφή κατά τη συνάντηση των ηγετών του κόσμου στον ΟΗΕ το 2015 θα μιλά σχεδόν σίγουρα για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής, τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία των δασών και των ωκεανών, παράλληλα με τη μείωση της φτώχειας και τη βελτίωση της παγκόσμιας υγείας. Το πιο πιθανό είναι ότι θα λέει ελάχιστα ή τίποτα για τους συμβιβασμούς που γίνονται σε σχέση με τους στόχους αυτούς και αντ’ αυτού θα λέει ότι είναι όλοι εξίσου σημαντικοί πυλώνες στήριξης του ίδιου ευρύτερου προγράμματος. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια – ή, τουλάχιστον, δεν είναι αλήθεια ακόμα.

Πάρτε για παράδειγμα τη χρήση της ενέργειας: οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων που εντείνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην πραγματικότητα αυξήθηκαν ταχύτερα μεταξύ των ετών 2000-2010 από ό,τι τα προηγούμενα 30 χρόνια, σύμφωνα με το έγγραφο της IPCC που διέρρευσε. Αυτό δεν οφείλεται στις πλούσιες χώρες, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, μεταξύ άλλων, έχουν πετύχει μείωση των εκπομπών κατά την τελευταία δεκαετία. Αντ ΄αυτού, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έχουν αυξηθεί, επειδή οι αναπτυσσόμενες χώρες αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς, και ως αποτέλεσμα έχει αυξηθεί η κατανάλωση ενέργειας. Η αυξημένη χρήση ενέργειας παραμένει στο επίκεντρο της ανάπτυξης στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Και η πιο φθηνή, πιο αξιόπιστη μορφή ενέργειας παραμένουν τα ορυκτά καύσιμα.

Η κλιματική αλλαγή δεν είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ο αναπτυσσόμενος κόσμος σήμερα. Η έκθεση της IPCC διατυπώνει μία μη ολοκληρωμένη εκτίμηση ότι το κόστος της αύξησης της θερμοκρασίας κατά 2,5C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα μπορεί να αγγίξει το 2% του παγκόσμιου εισοδήματος. Το μεγαλύτερο από το βάρος αυτό θα πέσει στους ώμους του αναπτυσσόμενου κόσμου. Και καθώς η θερμοκρασία του πλανήτη θα ανεβαίνει πάνω από 2,5C, το κόστος θα αυξάνεται εκθετικά. Αλλά αξίζει τον κόπο να συγκρίνει κανείς το δυνητικό κόστος της κλιματικής αλλαγής για τον επόμενο αιώνα, με τους ρυθμούς ανάπτυξης τις επόμενες δύο δεκαετίες που απαιτείται για την εξάλειψη της απόλυτης φτώχιας στις λιγότερο προνομιούχες χώρες. Για πλησιάσουμε στην εξάλειψη της φτώχιας του 1,25 δολαρίων την ημέρα έως το 2030, οι αναπτυσσόμενες χώρες στις οποίες ζουν οι φτωχότεροι άνθρωποι στον κόσμο θα πρέπει να αναπτύσσονται κατά περίπου 4,5% κάθε έτος  από το 2012 ως το 2030.

Για να πλησιάσουν οπουδήποτε κοντά στην ποιότητα της ζωής στις ΗΠΑ, τα εισοδήματα και η κατανάλωση ενέργειας στις φτωχότερες χώρες πρέπει να αυξηθούν κατά τάξεις μεγέθους. Σκεφτείτε ότι το μέσο εισόδημα σε μια χώρα όπως η Τανζανία αντιστοιχεί στο 3% του μέσου όρου των εισοδημάτων στις ΗΠΑ (με βάση την αγοραστική δύναμη). Έστω κι διπλασιαζόταν το εισόδημα της Τανζανίας, η χώρα θα εξακολουθούσε να είναι απελπιστικά φτωχή. Η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος ανά άτομο στις χώρες της Ανατολικής Αφρικής είναι 92 κιλοβατώρες ετησίως. Οι Αμερικανοί καίνε ίση ποσότητα σε δυόμισι ημέρες.

Η ίδια λογική ισχύει και για την Κίνα, που ευθύνεται για τη μεγαλύτερη ποσότητα εκπομπής αερίων στον κόσμο. Το 2007, περισσότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού της χώρας εξακολουθούσε να ζει με λιγότερο από 2 δολάρια την ημέρα, που είναι περίπου το ένα έβδομο από το όριο της φτώχειας στις ΗΠΑ. Η Κίνα πρέπει να δει πολύ περισσότερη οικονομική ανάπτυξη και παραγωγή ενέργειας, αν θέλει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της να αγγίξει τα επίπεδα κατανάλωσης που εξακολουθούν, ωστόσο, να θεωρούνται ως επίπεδα ανέχειας στις ΗΠΑ.

Παρ ΄όλα αυτά, υπάρχουν πράγματα που οι φτωχότερες χώρες θα μπορούσαν και πρέπει να κάνουν σήμερα τα οποία θα ήταν τόσο προς το άμεσο συμφέρον τους αλλά, επίσης, θα μπορούσαν να βοηθήσουν και το περιβάλλον. Ένα παράδειγμα: Οι επιδοτήσεις καυσίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες εξακολουθούν να ανέρχονται σε περίπου 1 τρισεκατομμύριο δολάρια, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το 2010, το Ιράν μείωσε τις μαζικές επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων και διοχέτευσε το ποσό που εξοικονόμησε στο 80% του πληθυσμού. Για τους φτωχούς ανθρώπους, οι μεταφορές κόστιζαν περισσότερο από το ήμισυ του εισοδήματός τους. Αυτό και μόνο το μέτρο οδήγησε σε μείωση των εκπομπών άνθρακα, σε αύξηση της οικονομικής αποδοτικότητας και μείωση της ανισότητας, όλα την ίδια στιγμή.

Και παραμένει αναμφισβήτητα αληθές ότι, αν θέλουμε να αποφύγουμε τον κλιματικό Αρμαγεδδώνα, οι φτωχές χώρες θα πρέπει να γίνουν πλούσιες, χρησιμοποιώντας πολύ λιγότερο άνθρακα από όσο έκαναν χρήση κάποτε οι χώρες που σήμερα είναι πλούσιες. Αλλά πριν οι πλούσιες χώρες ζητήσουν από τους πιο φτωχούς ανθρώπους του κόσμου να στραφούν προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι η φθηνότερη μορφή ενέργειας που μπορούν να έχουν πρόσβαση οι φτωχοί άνθρωποι.

Οι πλούσιες χώρες πρέπει να παρέχουν στήριξη για την ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών παραγωγής ενέργειας, την έρευνα και την ανάπτυξη φθηνότερων μεθόδων παραγωγής (και, αν είναι απαραίτητο, αποθήκευσης) ανανεώσιμης ενέργειας και, ως έσχατο μέσο, την παροχή επιδοτήσεων για ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική, πυρηνική ή άλλη μορφή παραγωγής ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας στις φτωχές χώρες. Μέχρι στιγμής, οι πλούσιες χώρες έχουν σε μεγάλο βαθμό αποτύχει σε αυτό το μέτωπο, παρέχοντας μόλις ένα 0,2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος των αναπτυσσόμενων χωρών σε χρηματοδότηση κάθε χρόνο για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και προσαρμογή, το οποίο προέρχεται ως επί τω πλείστω από τις υφιστάμενες ενισχύσεις και τους προϋπολογισμούς αναπτυξιακής χρηματοδότησης.

Αποτελεί λογική ανησυχία των αναπτυσσόμενων χωρών ότι τα κονδύλια στήριξης που χρησιμοποιούνταν ως τώρα για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης, της υγείας και της εκπαίδευσης θα αναδρομολογούνται από εδώ και στο εξής για την ενίσχυση της αναπροσαρμογής των υποδομών και τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής, ακόμη και αν αυτές οι χώρες θα προτιμούσαν τα χρήματα αυτά να δοθούν σε άλλους σκοπούς. Ένας φόρος επί των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στον πλούσιο κόσμο θα μπορούσε να είναι μια κατάλληλη πηγή εσόδων για την παροχή πρόσθετων επενδύσεων για την έρευνα σχετικά με τη μείωση του κόστους και την αύξηση της αξιοπιστίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ή τη χρηματοδότηση μέτρων κατά της κλιματικής αλλαγής στον φτωχό κόσμο.

Όμως, ανεξάρτητα από το πώς οι πλούσιες χώρες επιλέγουν να αυξήσουν την επιπλέον χρηματοδότηση, ένα πράγμα είναι σαφές: Οι άνθρωποι που καταναλώνουν λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια από ό,τι το μέσο αμερικανικό ψυγείο, που έχουν εισοδήματα το ένα πεντηκοστό αυτών των ΗΠΑ και που πεθαίνουν από ασθένειες που μπορούν να θεραπευτούν με αντιβιοτικά που κοστίζουν μόνο μερικά σεντς δεν θα πρέπει να κληθούν να θυσιαστούν ακόμα περισσότερο σήμερα για χάρη του αύριο. Θυσιάζονται ήδη αρκετά.

Ο Kenny είναι συνεργάτης του Κέντρου για την Παγκόσμια Ανάπτυξη και συγγραφέας του βιλίου The Upside of Down: Why the Rise of the RestisGreat for the West.




Πηγή

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *