Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

Επιτέλους, ένας γάτος που να πιάνει ποντίκια


Του Μάκη Ανδρονόπουλου

«Η πολιτική πρέπει να είναι σε θέση προσταγή, είναι η ουσία κάθε πράγματος»
Λιν Πίαο
Μπορεί ο Λιν Πιάο, να ήταν ο μεγάλος θεωρητικός της «μορφωτικής επανάστασης» που τόσο θαύμασαν οι πανεπιστημιακοί και οι αριστεριστές στην Ευρώπη των 70s, αλλά ήταν ο Τενγκ Χσιαοπίνγκ που αδιαφόρησε για το χρώμα του γάτου, φτάνει να έπιανε τον ποντικό και έτσι, μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες η Κίνα, όχι μόνο έπιασε τον ποντικό, αλλά έγινε η δεύτερη (;) οικονομία του κόσμου επ΄ ωφελεία  τεραστίων μαζών. Ήταν η εποχή που η «μάστιγα των ιδεολογιών»  μπήκε στην πάντα … απελευθερώνοντας απίστευτες κοινωνικές δυνάμεις.
Η Ελλάδα την έχει πληρώσει ακριβά αυτή τη μάστιγα των ιδεολογιών,  είτε από κουταμάρα κάποιων, είτε γιατί πίσω από τις ιδεολογίες κρύβονται φρικαλέες πτυχές της ανθρώπινης φύσης, είτε γιατί οι προφήτες είναι απλώς κυνικοί λαοπλάνοι. Σήμερα, μπορούμε να υποθέσουμε με σχετική βεβαιότητα ότι οι ιδεολογίες έχουν μπει στην πάντα. Αυτό είναι ενδεχομένως μία καλή προϋπόθεση για θετικές εξελίξεις, μπορεί όμως από την άλλη να εξηγεί και την εγκατάλειψη των περισσότερων στη θαλπωρή του καναπέ.
Η κρίση όμως με τον ακραίο της χαρακτήρα, όπως αυτός επιλέχθηκε να «εφαρμοστεί στην πράξη» από τους ιθύνοντες, είναι και μια μεγάλη ευκαιρία της ανατροπής, η οποία φαίνεται να έρχεται. Εδώ, δεν είναι μόνο ευκαιρία να πάρει την εξουσία μια αριστερή κυβέρνηση, αλλά είναι μια βαθύτερη ιστορική πρόκληση. Να απαλλαγεί το -όχι πλέον νέο- έθνος των Ελλήνων, από τις κακοδαιμονίες που κουβαλάει και το ταλανίζουν με δραματικά -πάντοτε- υψηλό κόστος. Είναι μια ιστορική ευκαιρία μεγάλης εσωτερικής αλλαγής και απελευθέρωσης δυνάμεων, όπως είχε συμβεί το 1981, με την γνωστή τραυματική κατάληξη.
Παρά την εκθεμελίωση του παραγωγικού ιστού της χώρας, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες ταχείας ανάπτυξης, «επειδή η ελληνική οικονομία είναι λεπτή και με ένα μικρό φύσημα μπορεί να απογειωθεί», όπως συνήθιζε να λέει ο Τίμος Χριστοδούλου.  Αυτό είναι δυνατό, αν τα σκυλιά των ιδεολογιών  δεν φοβίσουν  με τα γαυγίσματά τους και τελικά διώξουν  τον γάτο που πιάνει ποντίκια. Διότι, πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά την ιστορική φάση της ταξικής πάλης, την εμβέλεια των ιδεολογιών στην πράξη, τους νέους ρόλους που κατακτούν η επιστήμη και η τεχνολογία και η χρήση του από τις μάζες των καταναλωτών (που είναι ταυτόχρονα και ιστορικό υποκείμενο) και κυρίως, τι αντιπαρατίθεται σήμερα στις κυρίαρχες τάξεις.  Όλα έχουν σημασία. Ο αντικειμενικός και ο υποκειμενικός παράγοντας, τα πρόσωπα, οι δεξιότητες, η τεχνογνωσία. Θα χρειαστούν όλα σε υπέρτατο βαθμό. Βέβαια, ελληνικές επεξεργασίες δεν υπάρχουν, ούτε καν μεταφορές θεωρητικών εργαλείων στην ελληνική πραγματικότητα, εκτός κι αν κάποιοι τα φυλάνε στο κουζινάκι του φαντασιακού τους…
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διαπραγματευτεί με τη νέα κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή. Το είπαν στο Παρίσι στον Χαρδούβελη, το είπε ο Φιλανδός αντιπρόεδρος της Κομισιόν Γιούργκι Κατάινεν που ξεκαθάρισε: «Είμαστε μια Επιτροπή 28 κρατών μελών και πρέπει να σεβόμαστε το δημοκρατικό σύστημα. Επομένως, είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με οποιοδήποτε σέβεται τα βασικά δικαιώματα και τις αξίες της ΕΕ». Ε! Αυτό θα το χειριστεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπως άλλωστε έχει ήδη δηλωθεί επισήμως. Και αυτό είναι το κλειδί των πάντων. Γιατί το να εγγραφούν κι άλλοι ήρωες-θύματα στην γενναία ιστορία της αριστεράς δεν έχει νόημα. Νόημα έχει η μεγάλη αλλαγή και αυτή παίρνει χρόνο για να συντελεστεί. Άλλωστε, πρέπει να ξέρεις πότε οι συνθήκες σε ευνοούν για να δώσεις την τελική μάχη. Και τελική μάχη μπορεί να μην είναι η υπόθεση του χρέους, αλλά κάτι άλλο, πολύ πιο μεγάλο που δεν είναι του παρόντος.
Συνεπώς, και το Βερολίνο θα διαπραγματευτεί με μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, είχε εκτιμήσει από τον Οκτώβριο ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ. Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στέφεν Ζάιμπερτ, διευκρίνισε τελευταία ότι «η γερμανική κυβέρνηση μιλάει εντατικά, συνεργάζεται εντατικά με την ελληνική κυβέρνηση, όπως συνεργάστηκε και με τις προηγούμενες κυβερνήσεις» και επεσήμανε την βαρύτητα που έχει για το Βερολίνο η εκτίμηση της τρόικας για την ελληνική κατάσταση και την υλοποίηση του προγράμματος. Άλλωστε, ήδη το γερμανικό κοινοβούλιο εξουσιοδότησε τον κ. Σόιμπλε να διεξάγει τις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα για το χρέος.
Άρα, το ζήτημα αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο γάτος που πιάνει ποντίκια και ποιος θα παίζει κάθε φορά που χρειάζεται το ρόλο αυτού του γάτου, είναι κρίσιμο (ΣΣ: φανταστείτε πόσο διαφορετικές θα ήταν οι εξελίξεις αν δεν είχε ορίσει ο Παπανδρέου υπουργό τον Παπακωνσταντίνου). Προφανώς, πρέπει να είναι ένα πρόσωπο με πολιτικό βάρος και εμπειρία, και κυρίως στομάχι, πλαισιωμένο με ένα δεινό δημοσιονομικό-οικονομέτρη  και έναν εικονοκλάστη διεθνοποιημένο οικονομολόγο. Δεν πρέπει να μπει απέναντι στον Σόιμπλε ούτε ένας «αριστεριστής», ούτε ένας φαντεζί που θα τον εκνευρίσουν, θα τον πολώσουν και θα του ενεργοποιήσουν το imperium. Χρειάζεται κάποιος με ιώβια υπομονή, στιβαρή λογική και πολιτικότητα  που θα αντλεί επιχειρήματα και ιδέες από τους δύο νεώτερους, αλλά μόνο αυτός θα απευθύνει  τον λόγο στον Σόιμπλε… και ο νοών νοείτο. (ΣΣ: και μετά την ευτυχή κατάληξη της διαπραγμάτευσης, αλλάζεις ρόλους…).

***
Στα περισσότερα συνέδρια που διοργάνωσε τα δύο τελευταία χρόνια το Ινστιτούτο Πουλαντζάς και ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ξένοι ομιλητές, κυρίως ακαδημαϊκοί και διανοούμενοι της αριστεράς, έδειξαν  αγωνιώδες  ενδιαφέρον για τη δυνατότητα να εκλεγεί στην Ελλάδα μια κυβέρνηση της αριστεράς και το τι και πώς θα πράξει. Και αυτό είναι εύκολα κατανοητό, αφού η αριστερά έχει υποχωρήσει δραματικά στην Ευρώπη και στην Αμερική και οι όποιες μεταλλάξεις της δεν έχουν συμπαγή κοινωνικά ερείσματα, ούτε μια συνολική και πειστική στρατηγική. Τα διεθνή κινήματα έχουν μάλλον περάσει την κορύφωσή τους και είναι σε αμηχανία. Όσο για την «ανακάλυψη» του «επαναστατικού» ρόλου του facebook και των social media είναι μάλλον φαντασιώσεις.
Παράλληλα, ο αντικαπιταλιστικός λόγος και τα πάλαι ποτέ σοσιαλιστικά πειράματα μοιάζουν  πλέον γραφικά  και το μόνο που έχει κάποια σοβαρότητα είναι η κριτική του νεοφιλελευθερισμού και της τάσης του να εφαρμόζει όλο και πιο ακραίες πολιτικές. Αλλά και η κριτική αυτή γίνεται πάλι περισσότερο με όρους αστικής ιδεολογίας και ανθρωπισμού, παρά με όρους ταξικούς ή μαρξιστικούς.
Το ενδιαφέρον, λοιπόν, των ξένων ομιλητών επικεντρωνόταν στις διαπιστώσεις ότι: Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα που βρίσκεται πιο κοντά στην εξουσία από κάθε άλλο. Δεύτερον, θα αναλάβει την εξουσία σε συνθήκες μνημονίου και κρίσης και τρίτον, πρόκειται για ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς. Συνεπώς, το τι θα συμβεί στην Ελλάδα με την αριστερά φαίνεται ότι θα έχει σημαντική απήχηση στην Ευρώπη, αλλά και στη Δύση με την ευρεία έννοια και όχι μόνο.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο (που άλλωστε προκύπτει και από την ρητορική του Αλέξη Τσίπρα)  ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα μετά τη νίκη του στις ευρωεκλογές τον Μάιο του 2014, ανέπτυξε μια στρατηγική blietzkrieg (κεραυνοβόλου πολέμου) προκειμένου να προκαλέσει πρόωρες εκλογές και να τις κερδίσει. Προς την κατεύθυνση αυτή παρουσίασε στη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο ένα στρογγυλό και ρεαλιστικό πρόγραμμα. Έκτοτε επιχειρεί να δημιουργήσει ένα νέο ωστικό κύμα υπέρ του, εκμεταλλευόμενος αφ΄ ενός την δυσαρέσκεια των πολιτών που καλούνται να πληρώσουν φόρους που δεν μπορούν να πληρώσουν και αφ΄ ετέρου, την ευκαιρία που του δίνει η μη εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας από τη Βουλή, εφόσον η κυβερνητική πλευρά δεν συγκεντρώσει τους απαραίτητους 180 ψήφους.   
Η στρατηγική αυτή θα δικαιωθεί αν δεν εκλεγεί πρόεδρος Δημοκρατίας και γίνουν εκλογές στο τέλος Ιανουαρίου, τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει με αυτοδυναμία, για να εφαρμόσει το πρόγραμμά του και να διαπραγματευτεί α) την απαγκίστρωση της χώρας από τις πολιτικές που έχουν διαλύσει την κοινωνία και β) την διευθέτηση του χρέους. Αν όμως εκλεγεί πρόεδρος, θα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που θα επιβάλει αλλαγή στόχων, προγραμματικές προσαρμογές και νέα στρατηγική.
Αν τελικά και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις δεν εκλεγεί πρόεδρος και ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει τις εκλογές με αυτοδυναμία, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την εντολή με σύνεση και  ευστοχία, ώστε να μην καταλήξει σύντομα σε αριστερή παρένθεση, εξέλιξη που θα κοστίσει στη χώρα αλλά και στην αριστερά διεθνώς. Αν βγει πρώτο κόμμα χωρίς αυτοδυναμία, θα πρέπει πάλι με ρεαλισμό και ευελιξία, να σχηματίσει κυβέρνηση. Τα σενάρια για αλλεπάλληλες  εκλογές μέχρι την αυτοδυναμία που κάποιοι διακινούν είναι απλώς αυτοκτονικά, υπό τις παρούσες συνθήκες. Βέβαια, η πολιτική παραμένει πάντα ανοιχτή και διαμορφώνεται ανάλογα με τις συνθήκες.
Τούτων δεδομένων και επειδή ο δρόμος μέχρι τις κάλπες είναι -πολιτικά - μάλλον μακρύς, επειδή οι αγορές σπεκουλάρουν όταν υπάρχουν πολιτικές ευκαιρίες, αλλά και επειδή οι γκάφες (προγραμματικές, τακτικές, ατομικές) μεγεθύνονται από τα κανάλια που υπηρετούν όλα τη μνημονιακή  διαπλοκή, είναι σκόπιμο να διαμορφωθεί μια αυστηρή εκλογική στρατηγική (από χθες) που θα περιορίσει τα λάθη και θα δημιουργήσει την αναγκαία δυναμική στο εκλογικό σώμα που τελεί υπό την πίεση αφόρητου εκφοβισμού. Η στρατηγική του φόβου που αναπτύσσει η αντίπαλη πλευρά είναι τόσο ισχυρή που κάνει τον εκλογέα να μπερδεύεται και να ξεχνά ότι το σπίτι, την σύνταξη, την υγεία και την παιδεία θα του τα πάρει ο κ. Σαμαράς και οι τράπεζες και όχι οι επελαύνοντες «κομμουνισταί»!...
Άρα, ο λόγος των εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ίδιου του Αλέξη του Τσίπρα (εκείνη τη νέα κρατική αεροπορική εταιρεία, τι την ήθελε;) πρέπει να είναι πιο προσεκτικός. Το γνωστό πρόγραμμα της ΔΕΘ έχει υπεραρκετό σοσιαλισμό γι΄ αυτή τη φάση. Δεν χρειάζεται άλλον, ούτε εμμονές με τον κρατισμό. Στην Κούβα, άλλωστε, μόλις χαλάρωσε λίγο το κρατικό σύστημα, ο μικρός ιδιωτικός τομέας άρχισε να ανδρώνεται  και τώρα μετά τη μερική άρση του αμερικάνικου εμπάργκο, θα μεγαλουργήσει.
Φιλοσοφικά και αυτό πρέπει να γίνει πιο έντονο στο λόγο των εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ (ο Τσίπρας τα πάει καλά εδώ), το κόμμα πρέπει να κατέβει στις εκλογές με την αισθητική ενός εθνικού απελευθερωτικού (από τα μνημόνια και την επικυριαρχία των δανειστών) μετώπου.  Οι διατάξεις των 400 εφαρμοστικών  νόμων δεν είναι όλες για πέταμα και περιλαμβάνουν πολλές από αυτές πράγματα που αν είχαν γίνει στον καιρό τους, ίσως η χώρα να ήταν σε καλύτερη θέση σήμερα. Τα γράφω έτσι ωμά, γιατί αυτά είναι που φοβίζουν τον κόσμο, που βλέπει τον Τράγκα (μετά την τούμπα που έκανε εξ αιτίας των γνωστών εκκρεμοτήτων του) να κουνάει το δάκτυλο στον τηλεθεατή λέγοντας πως οι έξω δεν θα ανεχθούν μια ρεβάνς του ’49!... και να θυμίζει ποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ προέρχονται από το ΚΚΕ και ότι παραμένουν κομμουνιστές. Ήταν τόσο σατανικός που απευθυνόμενος στον Πάνο Καμένο, του έθετε το δίλημμα αν θα βοηθήσει να ανέβουν οι κομμουνιστές στην εξουσία.
Επειδή λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν όρια (ούτε και περιθώρια) πρέπει το παιγνίδι να παιχτεί με μαεστρία. Κάθε πράγμα στον καιρό του και η εσωκομματική αντιπολίτευση στον ρόλο της διακριτικά, μέχρι να κριθούν τα κρίσιμα. Πρώτα η εξουσία, μετά η αποφυγή κραχ, μετά μια ρεαλιστική και έξυπνη διαπραγμάτευση (εξαιρετικές οι θέσεις Τσίπρα στο Reuters), μετά η εφαρμογή του προγράμματος και η ανάπτυξη με στόχο την γοργή άρση των κοινωνικών συνεπειών της πολιτικής που εφαρμόστηκε. Και στη δεύτερη τετραετία, αρχίζεις να σκέπτεσαι το μετασχηματισμό. Παρενθετικά εδώ, ο Ανδρέας Παπανδρέου με τις δύο αυξήσεις 25% που έδωσε το 1982-83 στον ιδιωτικό τομέα για να τονώσει τη ζήτηση, έκανε δύο κακά: πρώτον, εξουθένωσε την ήδη προβληματική βιομηχανία εκτινάσσοντας το κόστος της στον αέρα και δεύτερον, όλη η ρευστότητα πήγε στα εισαγόμενα ρούχα, παπούτσια και άλλα καταναλωτικά -καθώς ανταγωνιστική ελληνική παραγωγή σε κόστος και ποιότητα δεν υπήρχε- τινάζοντας το ισοζύγιο στον αέρα. Και έτσι, άρχισαν οι υποτιμήσεις … Άρα, θέλει σκέψη για το momentum που θα ενεργοποιήσεις την ζήτηση (πόσους φούρνους, μπαρ και σουβλατζίδικα χωράει ακόμη η Αθήνα;)…
***
Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων που ανέδειξαν  τον ΣΥΡΙΖΑ στην Αξιωματική αντιπολίτευση δεν είναι κομμουνιστές, είναι κυρίως το πάλαι ποτέ κοινωνικό ΠΑΣΟΚ, δηλαδή πρόκειται για δημοκρατικούς και προοδευτικούς ψηφοφόρους  που αντιλαμβάνονται την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων και που έχουν αντιληφθεί τις βλαβερές συνέπειες του κρατισμού και του κομματισμού. Είναι φιλελεύθεροι αριστεροί , δηλαδή ανήκουν στην αισθητική του ΕΑΜ, του Λαμπράκη, της Β΄ Πανελλαδικής και γενικά της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας (πριν καταντήσει νεοφιλελεύθερη).  Οι μάζες αυτές είναι μεσοαστικά στρώματα που έχουν απολέσει οριστικά την πολιτική εμπιστοσύνη και την νομιμοφροσύνη (loyalty) μετά την προδοσία που υπέστησαν από το ΠΑΣΟΚ. Συνεπώς, τα πράγματα είναι ρευστά, οριακά και κυρίως, είναι αλλιώς.
Ως εκ τούτου, πρέπει να ξεχνάμε ότι «επαναστατικό υποκείμενο» δεν υπάρχει, ίσως ούτε καν ρεφορμιστικό. Η ελληνική κοινωνία που ενίοτε δείχνει ένα αναρχίζοντα χαρακτήρα, είναι κατ΄ ουσία συντηρητική, καλομαθημένη, ξενοφοβική και πλεγματική. Άλλωστε, πέντε χρόνια μνημόνια που έφεραν τα πάνω κάτω, επανάσταση δεν έφεραν. Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα των μπολσεβίκων. Είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω.
Με δυο λόγια, το όποιο βιομηχανικό προλεταριάτο υπάρχει στην Ελλάδα είναι πλήρως ενσωματωμένο στο αστικό σύστημα. Στα δημόσια έργα της ολυμπιακής περιόδου ήταν εργοδηγοί των ξένων εργατών. Οι αγρότες, ειδικά μετά την έλευση των Πακιστανών, έγιναν αφεντικά και η νέα γενιά έχει ψυχολογία στυγνού εκμεταλλευτή και δεν εργάζεται καν χειρονακτικά. Οι φράουλες της Αμαλιάδας είναι η ελληνική πραγματικότητα… Το 1,5 εκατ. ανέργων δεν εμφανίζεται στις διαμαρτυρίες και τις διαδηλώσεις που σημαίνει ότι δεν έχει ακόμα ριζοσπαστικοποιηθεί επαρκώς και κυρίως, υπό τις γνωστές συνδικαλιστικές ηγεσίες, δεν πρόκειται να εμπλακεί άμεσα, και απλώς -στην καλύτερη περίπτωση- ψηφίζει απαλλαγή. Απ΄ εναντίας, οι δανεισμένοι είναι μάλλον το πιο ριζοσπαστικοποιημένο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, καθώς τελεί υπό απειλή... και ακολουθούν οι ελευθεροεπαγγελματίες και οι τελειωμένοι από την παγκοσμιοποίηση μικρομεσαίοι που ούτως ή άλλως ήταν ή φοροφυγάδες ή αντιπαραγωγικοί. Τέλος, είναι ένα μεγάλο ερώτημα πόσο ριζοσπαστικοποιημένοι  είναι οι νέοι που απολαμβάνουν τον φραπέ που πληρώνει η οικογένεια, περιμένοντας ένα διορισμό που δεν πρόκειται πια να έρθει.
Επαναλαμβάνω εδώ (για δεύτερη φορά) την πιο θαρραλέα περιγραφή της κατάστασης, όπως την έκανε πριν από μήνες ο Στέλιος Ελληνιάδης στον «Δρόμο της Αριστεράς» υπό τον τίτλο «Συμβολή στο αύριο: Μανιφέστο ανάτασης!»:  «Η Αριστερά πρέπει ή να κάνει επανάσταση και άμεσα σοσιαλισμό, που –για αντικειμενικούς και υποκειμενικούς λόγους- το βλέπω πολύ χλωμό, ή να παίξει δέκα ρόλους ταυτόχρονα για να ξαναστήσει τη χώρα στα πόδια της, που είναι πολύ δύσκολο, αλλά μονόδρομος. Δέκα ρόλους plus, γιατί πρέπει να καλύψει το κενό της αστικής τάξης, το κενό της σοσιαλδημοκρατίας, το κενό του κέντρου, το κενό που δημιουργεί η πολυδιάσπαση στην Αριστερά χωρίς ένα ενωμένο σύγχρονο επαναστατικό φορέα, να καλύψει το κενό της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων, το κενό του διαλυμένου κράτους, τα κενά ταμεία, το κενό της ανεργίας, το κενό της στραπατσαρισμένης κοινωνίας, το κενό της έλλειψης συμμάχων, το κενό του οράματος και το κενό από τις πάσης φύσεως ανεπάρκειες της υπαρκτής Αριστεράς». Και καταλήγει: «Το έργο είναι πολυσχιδές και δύσκολο, αλλά ίσως είναι και μια σπάνια ευκαιρία για να γίνουν μερικά σημαντικά πράγματα σε άλλη βάση, εξ αρχής. Να ξαναστηθούν αλλιώς».
***
Ας βγάλουμε λοιπόν το κεφάλι από την άμμο. Ο μηδενισμός και η δυσπιστία κυριαρχούν στην ψυχολογία των περισσότερων πολιτών, ενώ η κατάθλιψη επεκτείνεται αλματωδώς. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως χρειάζεται αναπροσαρμογή της τακτικής, ίσως και στρατηγικοί ελιγμοί, ώστε οι σπασμοί του καταρρέοντος καθεστώτος να μην τρομάξουν το συντηρητικό εκλογικό σώμα και ως εκ τούτου, να μην ενθαρρυνθεί μια απόπειρα μεταμφίεσης του κράτους της δεξιάς με κάποιο νέο μανδύα. Εκτός κι αν κάποιοι προτιμούν τον ασφαλή ρόλο της αντιπολίτευσης και στην πραγματικότητα εύχονται να βγει αληθινός ο Τράγκας που λέει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει τις εκλογές.
Συνεπώς, πρώτον πρέπει να διασφαλισθεί το ότι πάμε τώρα σε εκλογές και δεύτερον ότι όταν θα γίνουν, ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει με αυτοδυναμία. Η μη αυτοδυναμία μπορεί να αποδειχθεί  επικίνδυνη πύρρειος νίκη.
Λοιπόν, έχουμε και λέμε: 300 μείον 50 του μπόνους του πρώτου κόμματος και μείον 12 του επικρατείας, μένουν να μοιραστούν 238 έδρες. Το ποσοστό που δίνει σχεδόν σίγουρη αυτοδυναμία είναι το 42%, αλλά τελικά η αυτοδυναμία εξαρτάται από το συνολικό ποσοστό που θα πιάσουν τα κόμματα που δεν θα μπουν στη Βουλή, δηλαδή δεν θα πιάσουν το κατώφλι του 3% (που αφαιρεί 6 - 7 έδρες από το πρώτο). Δηλαδή, αν μπουν λίγα κόμματα στη Βουλή, τότε η αυτοδυναμία μπορεί να προκύψει με πολύ μικρότερο ποσοστό. Δηλαδή και με 37% η αυτοδυναμία βγαίνει αν τα κόμματα που δεν θα μπουν στη Βουλή και τα λευκά και άκυρα είναι πάνω από 7%. Το σύστημα είναι περίπλοκο. Έχει σημασία και η διαφορά πρώτου δεύτερου. Το ελπιδοφόρο είναι ότι με τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, υπολογίζεται από τους ειδικούς, επειδή οι ψήφοι που δεν αντιπροσωπεύτηκαν τελικά ανήλθαν στο 17,13%, η αυτοδυναμία (151 έδρες) έβγαινε με 33,5%! Αλλά όλα αυτά είναι μίζερα. Η ιστορική συγκυρία απαιτεί μια νίκη αλλαγής με 42% τουλάχιστον…


0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *