γράφει ο Λευτέρης Κουγιουμουτζής
Εχω έναν βασιλικό στο μπαλκόνι
μου. Σγουρόφυλλος και μυριστικός, καμαρώνει φουντωτός με το στρογγυλεμένο του
παράστημα και στραφταλίζει στον πρωινό ήλιο, καθώς παγιδεύεται η δροσούλα της
αυγής στα πιο πλατιά του φύλλα.
Εχω έναν βασιλικό στο μπαλκόνι
μου. Σύντροφος στις μοναχικές ονειροπολήσεις, στα πιο μακρινά κι απόκοσμα
ταξιδέματα του νου, την ώρα που χάνεται ο ήλιος στην άκρη του ορίζοντα και
λαμπαδιάζει ο ουρανός σ’ όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου. Πρόθυμος πάντα να
δεχτεί το χάδι μου, να του αναστατώσω τα κατσαρά φυλλώματα και ν’ αρωματίσει τ’
ακροδάχτυλα και την ψυχή μου· να βουτήξω την κεφαλή μου στ’ ανοιχτοπράσινό του
πέλαγος και να βυθιστώ στον μυρωδικό του παράδεισο.
Εχω έναν βασιλικό στο μπαλκόνι
μου. Εκεί στον καύσωνα μα και στο ξεροβόρι, εκεί στη βαβούρα της καλοκαιρινής
βεγγέρας με τη φασαριόζικη παρέα μα και στην απόλυτη σιγή του αμπαρωμένου
θυρόφυλλου. Πάντοτε στη γωνιά του, φιλόξενος και δεκτικός ακόμη και στο άγαρμπο
ακούμπημα του κοπελιού, που προσπαθεί κι αυτό να μεταλάβει από το νάμα του·
«πιο απαλά, πονάει κι ο βασιλικός», κι ας μη διαμαρτυρήθηκε ποτέ.
Εχω έναν βασιλικό στο μπαλκόνι
μου. Εχέμυθος· αμίλητος μάρτυρας στις χαρές και στους καβγάδες των γειτόνων, μα
και του σπιτικού του. Θαυματουργός· ρουφά το καυσαέριο του δρόμου και
γεννοβολάει οξυγόνο, ρουφά τις στεναχώριες μου και με πλημμυρίζει με γαλήνη.
Ολιγαρκής· δυο χούφτες χώμα και λιγοστό νεράκι κάθε τόσο, οι μόνες του
απαιτήσεις. Αλλά και φως, για να τραφεί και να μακρύνει τα κλωνάρια του στην
προαιώνια προσπάθεια να πλησιάσει στον θεό του, σαν όλα τα γεννήματα της
πλάσης.
Εχω έναν βασιλικό στο μπαλκόνι
μου. Τώρα στα τελειώματα του θέρους, καθώς ολοκληρώνει τον κύκλο της πολύτιμης
ζωής του, ανθοφορεί και λουλουδίζει· τόνε κορφολογώ, να παρατείνω λίγο τη
φρεσκάδα του με τεχνητό τρόπο, όπως το συνηθίζουμε εμείς οι άνθρωποι και για
τους εαυτούς μας. Σαν ξεραθεί με το καλό, θα σκορπίσει ο άνεμος τον
μικροσκοπικό του μαύρο σπόρο με την ελπίδα να βρεθεί γόνιμο έδαφος του χρόνου
για να ξαναφυτρώσει. Μαζεύω κι εγώ λίγο, σαν τους παλιούς μας, που τέτοιες
μέρες κάθε χρόνο μαζεύανε τα σπορικά τους για την επόμενη χρονιά· ίσως την
ερχόμενη άνοιξη να θυμηθώ ότι τον έχω και να τον σπείρω στη γλάστρα, δίχως να
περάσω απ’ το ανθοκομείο.
Εχω έναν βασιλικό στο μπαλκόνι
μου. Και σαν τον αποκαμαρώνω, νιώθω ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην οικουμένη.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου