Όσο προετοιμασμένος και να είσαι,
όσο απαλλαγμένος στη θεωρία από τις αυταπάτες για το τι είναι ο φασισμός, όσο
σκληρόπετσος, δε μπορούσες να μην κλονιστείς από τη σημερινή παρουσία του
Ρουπακιά στο δικαστήριο.
Δεν νομίζω ότι η λέξη
«αμετανόητος» που ήδη παίζει και θα παίξει στα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ (κι εγώ
επίσης τη χρησιμοποίησα) είναι αρκετή για να εξηγήσει αυτό που είδαμε σήμερα.
Το βασικό πρόβλημα με τον Ρουπακιά σήμερα δεν ήταν ότι δεν έδειξε
καμία μετάνοια, αυτό είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα. Μπορεί να μη μετανιώσεις
για κάτι για διάφορους λόγους: γιατί ήταν «ή εγώ ή αυτός», γιατί κάτι θεωρείς
ανώτερο από το κακό που προκάλεσες, γιατί, γιατί, γιατί... Αυτό που είναι
αδύνατο να χωνέψει μια ανθρώπινη καρδιά είναι η κανονικοποίηση του θανάτου στην
αυθόρμητη στάση ενός ανθρώπου.
Η φράση «μια απλή ανθρωποκτονία
ήταν και την κάνατε ολόκληρη ιστορία», που θα μείνει εκτιμώ ιστορική, είναι
ίσως η πιο ενδεικτική αυτής της αντίληψης. Και μπορώ να βεβαιώσω ότι ο
Ρουπακιάς δεν την σκέφτηκε, δεν την προετοίμασε, του βγήκε αυθόρμητα. Όχι με
την έννοια ότι «του ξέφυγε», αλλά με αυτά τα λόγια που λέμε κάθε μέρα από το
στομάχι μας, επειδή είναι αυτονόητα. Όπως αυθόρμητα απάντησε στην ερώτηση της
πρόεδρου για ποιο λόγο το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε να κάνει όταν τον
αγριοκοίταξε ο Φύσσας ήταν να βγει από το αυτοκίνητο με ένα μαχαίρι και να του
επιτεθεί: «Και τι άλλο να έκανα;», είπε. «Ήμουν παρκαρισμένος στον μονόδρομο.
Τι θέλατε, να πάω ανάποδα τον δρόμο;».
Ήταν ακόμα η ευκολία με την οποία
μιλούσε για τα ψάρια που καθάριζε με το μαχαίρι που σκότωσε τον Φύσσα, η
αρμονία που ένιωθε και απέπνεε καθώς τηρούσε τον νόμο της μαφίας στο ποιους και
μέχρι πού κάλυπτε, η αταραξία του απέναντι σε κάθε αντίδραση του κοινού και της
έδρας, μια ολόκληρη εικόνα δυστοπίας που όσο και να την κατανοείς ορθολογικά δε
μπορείς να τη διανοηθείς αληθινά για άνθρωπο, η άρρητη ενόχλησή του γιατί τον
ταλαιπωρούσαν για κάτι τόσο απλό.
Νομίζω αυτή είναι η εικόνα του
φασισμού με σάρκα. Σε παγώνει, σε ανατριχιάζει, σου δημιουργεί κόμπο στο
στομάχι, σε κάνει να θες να φύγεις τρέχοντας και να πας να αγκαλιάσεις κάθε
αδύναμο άνθρωπο, τα παιδιά σου, τον πατέρα του Λουκμάν, τα παιδιά που ήταν στην
αίθουσα και δεν σε είχαν ανάγκη γιατί κουβαλούσαν όλο το θάρρος του κόσμου, για
να τους προστατεύσεις από την ίδια την ύπαρξή μιας τέτοιας ασχήμιας.
Δεν πιστεύω γενικά στην ύπαρξη
της ανθρώπινης ψυχής και της ψυχής γενικά. Σήμερα νομίζω ότι είδα μπροστά μου
την ψυχή ενός μαχαιροβγάλτη.
από τη σελίδα στο f/b του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου