Επικίνδυνο προηγούμενο και
υπονόμευση του αιτήματος της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα
συνιστά η πρόταση Μητσοτάκη για δανεισμό τους από το Βρετανικό Μουσείο, στο Νέο
Μουσείο Ακρόπολης, με αφορμή τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την επανάσταση
του 1821, αφού, ουσιαστικά, αναγνωρίζει «κυριότητα» στους Βρετανούς, κάτι το
οποίο εκείνοι επιθυμούν διακαώς.
Εξίσου επικίνδυνο προηγούμενο,
αυτή τη φορά για το σύνολο της πολιτιστικής κληρονομιάς, αποτελεί και η λογική
του «αντίδωρου», με έκθεση πολύ σημαντικών αρχαιοτήτων στο Βρετανικό Μουσείο,
που θα εξαχθούν γι’ αυτό το σκοπό, από την Ελλάδα, αφού εκλαμβάνει την
πολιτιστική κληρονομιά ως οποιοδήποτε άλλο εμπορεύσιμο αντικείμενο.
O πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, με
αφορμή την προσωρινή επιστροφή από την Γαλλία τμήματος μετόπης του Παρθενώνα,
σε συνέντευξη στον Observer, πρότεινε «ως πρώτο βήμα» για την οριστική
επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα να εκτεθούν για συγκεκριμένο
χρονικό διάστημα στην Αθήνα με αφορμή το 2021. Ταυτόχρονα πρότεινε να οργανωθεί
στο Βρετανικό Μουσείο αρχαιολογική έκθεση με πολύ σημαντικά αντικείμενα τα
οποία θα ταξιδέψουν για πρώτη φορά από την Ελλάδα στην Αγγλία.
Διαβάστε επίσης: Απάντηση
Βρετανικού Μουσείου σε Μητσοτάκη: Εμείς αποφασίζουμε για τα γλυπτά του
Παρθενώνα
«Αποδοχή των απαιτήσεων» των
Βρετανών
Σε δήλωσή της, η προηγούμενη
υπουργός Πολιτισμού, Μυρσίνη Ζορμπά σημειώνει, ότι «η οριστική και όχι η προσωρινή επιστροφή των Γλυπτών στον
γενέθλιο τόπο τους αποτελεί πάγια εθνική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων από
την εποχή της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη έως σήμερα.
»Τη στρατηγική αυτή της οριστικής
επιστροφής ακολούθησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και το υπουργείο Πολιτισμού τα
προηγούμενα χρόνια, συνεχίζοντας να λαμβάνει πολιτικές πρωτοβουλίες, επαναφέροντας
με κάθε τρόπο το αίτημα, καθώς και
διατηρώντας ζωντανό τον διάλογο σε διεθνές επίπεδο, με τη συμμετοχή σε
συνέδρια και διεθνή fora, με τη συνδρομή
προσωπικοτήτων και των εθνικών επιτροπών διεκδίκησης».
Προσθέτει, πως «τριάντα επτά
χρόνια από την αρχική διατύπωση του αιτήματος της επιστροφής των Γλυπτών και
δέκα χρόνια από την λειτουργία του Μουσείου της Ακρόπολης, η επανένωση του
οικουμενικού πολιτιστικού μνημείου συνέχισε να
αποτελεί για τη χώρα πολιτισμικό
μονόδρομο και διαρκή εκκρεμότητα με διάσταση ιστορική, πολιτισμική,
επιστημονική, αισθητική, πολιτική και ηθική.
»Για τους παραπάνω λόγους,
θεωρούμε ότι ο δανεισμός των Γλυπτών προς έκθεση αποδέχεται στην ουσία τις κατά
καιρούς απαντήσεις των δανειστών περί αναγνώρισης της κυριότητας εκ μέρους της
χώρας μας ως προϋπόθεσης του δανεισμού, γεγονός το οποίο υπονομεύει και
ακυρώνει την οριστική επιστροφή και
επανένωση. Αυτό ακριβώς αποτέλεσε το κρίσιμο σημείο τριβής κάθε φορά που στο
παρελθόν έγινε παρόμοια προσπάθεια ανταλλαγής εκθέσεων ή άλλων προτάσεων
εξεύρεσης διαλόγου και συνεργασίας για την υπέρβαση του προβλήματος.
»Πρόσφατα μάλιστα, αυτή ακριβώς
ήταν η επιχειρηματολογία του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου κ. Φίσερ, ο
οποίος σε συνέντευξή του σε ελληνική εφημερίδα και σε σχετική ερώτηση
αναφέρθηκε σε «νόμιμο ιδιοκτήτη», ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων.
»Τέλος, επισημαίνουμε ότι
διαβάσαμε με έκπληξη στο ίδιο δημοσίευμα την υπουργό πολιτισμού κα Μενδώνη να δηλώνει: “Έχουμε 10
φορές περισσότερες (αρχαιότητες) από όσες μπορούμε πιθανόν να εκθέσουμε. Σχεδόν
καθημερινά κάτι πολύτιμο βρίσκεται. Θέλουμε να εξάγουμε αυτά τα πολιτιστικά
περιουσιακά στοιχεία”.
»Θεωρούμε ότι η μοναδική αξία της
πολιτιστικής μας κληρονομιάς δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με παρόμοιο κυνισμό,
σαν να πρόκειται για ένα οποιοδήποτε εξαγώγιμο προϊόν που η αφθονία του,
μάλιστα, το υποτιμά. Οι πολιτιστικές ανταλλαγές δεν ανήκουν στο εμπορικό
επιμελητήριο, τουλάχιστον ακόμη, και απαιτούν ιδιαίτερους χειρισμούς
πολιτιστικής διπλωματίας. Στα
προηγούμενα χρόνια, το υπουργείο Πολιτισμού
οργάνωσε μεγάλο αριθμό σημαντικών εκθέσεων και ανταλλαγών εξαιρετικής
εμβέλειας σε όλο τον κόσμο, από τις ΗΠΑ ως την Κίνα, προβάλλοντας τον ελληνικό
πολιτισμό όχι γιατί μας περίσσευε αλλά γιατί ήταν μοναδικός και πολύτιμος στα
μάτια όλης της ανθρωπότητας».
Αναλόγως, ο τομεάρχης Πολιτισμού
του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρολιάκος σημειώνει:
«Τον Ιούνιο του 1986, η Μελίνα
μιλά στο Oxford Union στο Λονδίνο για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα.
Στο κοινό βρίσκεται και ο νεαρός φοιτητής Μπόρις Τζόνσον. Τον Σεπτέμβριο του
2019, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, δηλώνει σε βρετανική εφημερίδα ότι
θα ζητήσει να «δανειστούμε» τα μάρμαρα από τον ίδιο Μπόρις Τζόνσον, πρωθυπουργό
σήμερα. Η αντίθεση είναι πασιφανής και θλιβερή συνάμα.
»Δεν γνώριζε ο κ. πρωθυπουργός
ότι το Βρετανικό Μουσείο θέτει ως προϋπόθεση την αναγνώριση της ιδιοκτησίας των
μαρμάρων προκειμένου να τα δανείσει;
»Δεν μπορεί να μην το γνώριζε, το
είχε επισημάνει σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» (26/1/19) ο διευθυντής του
Βρετανικού Μουσείου, Χάρτβιχ Φίσερ. Τα λεγόμενα του κ. Φίσερ είχαν άλλωστε
προκαλέσει οργισμένη απάντηση από την τότε υπ. Πολιτισμού, κ. Μυρσίνη Ζορμπά.
Και η κ. Μενδώνη από την πλευρά της δεν ήταν υποχρεωμένη να «προστατέψει» τον
πρωθυπουργό αντί να κάνει δηλώσεις για δυνατότητες «εξαγωγής» των πολιτισμικών
μας αγαθών; Η κ. Μενδώνη δεν ήταν εκείνη που ξεναγούσε την «συνήγορο» των
μαρμάρων, που είχε προσλάβει η κυβέρνηση Σαμαρά; Στις προτάσεις της κ.
Αλαμουντίν συμπεριλαμβάνονταν, μήπως, και ο «δανεισμός»;
»Εάν ο πρωθυπουργός ήταν ενήμερος
για την προϋπόθεση που θέτει το μουσείο, τότε η πράξη του συνιστά ενέργεια
αχαρακτήριστη. Μετά την «επιτυχία» του με τον κ. Μακρόν, τώρα επιθυμεί μια
αντίστοιχη με τον κ. Τζόνσον ανεξαρτήτως εθνικού κόστους; Γι' αυτό «αλωνίζει»
την Ευρώπη ο πρωθυπουργός; Για να ετοιμάσει τις φιέστες του 2021 με δανεικά
μάρμαρα, αντί να υπερασπίζεται τους εθνικούς στόχους;».
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου