Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2019

Δανεικά κι αγύριστα




Στο «πόθεν έσχες» των πολιτικών μπορεί να βρει κανείς πολλά για να τον ενοχλήσουν, λ.χ. τη μερική ή και ολική αδιαφάνεια του «πόθεν». Προβλήματα πάντως έχει και ο δημόσιος έλεγχος που ασκείται στην πολιτική συντεχνία για τα οικονομικά της, από τους δημοσιογράφους, αλλά πλέον και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η δημοσιογραφία έχει τα μοτίβα της, θεμελιωμένα στην προκατάληψη ή στην πολιτική σκοπιά κάθε Μέσου: θα ψέξουμε σαν πλούσιο τον αντίπαλο, και τους δικούς μας θ’ αφήσουμε να τους ψέξουν οι αντίπαλοι – τόσο απλό.

Οι δημοσιογράφοι πλεονεκτούμε σε σχέση με τους πολιτικούς: Κι εμείς καταθέτουμε «πόθεν έσχες» (όσοι είναι νομοταγείς και όχι «τζίνια»), αλλά μένει απόρρητο. Ετσι μπορούμε να κατακρίνουμε κάποιον πολιτικό για αμάρτημα στο οποίο έχει υποπέσει και η αφεντιά μας, πλην αφανώς. Το πλεονέκτημα της αφάνειας το απολαμβάνουν και οι σκοπευτές των σόσιαλ μίντια, τρολ και μη. Μπορούν να ελεεινολογήσουν ακίνδυνα κάποιον «λεφτά» πολιτικό κι ας άρχισαν να κάνουν φορολογική δήλωση στο τριακοστό έτος της καριέρας τους, αφού πριν είχαν αποκτήσει το κατιτίς τους, φοροδιαφεύγοντας εξ «αντικρατικής ιδεολογίας», μαγκιάς ή σκέτου αντικοινωνικού φιλοτομαρισμού.

Προσωπικά με ενοχλεί αφάνταστα η επιλογή αρκετών πολιτικών, κάθε χρώματος, να κρατούν στο εξωτερικό το μεγαλύτερο μέρος των σφριγηλών αποταμιεύσεών τους. Κι αυτό τη στιγμή που προτρέπουν τους «απλούς πολίτες» να βάλουν πλάτη όπως και όσο μπορούν. Ας πούμε βγάζοντας τις δικές τους μάλλον ισχνές αποταμιεύσεις από το μαξιλάρι, που είναι το δικό τους «εξωτερικό», και καταθέτοντάς τες στις τράπεζες, για να ενισχυθεί η ρευστότητα. Εντάξει, άνθρωποι είμαστε, και πολλά μπορεί να συμβούν. Ωραία. Ας βοηθήσουν το χειμαζόμενο τραπεζικό σύστημα της Ελβετίας με μικρό τμήμα του πλούτου τους κι ας φέρουν το υπόλοιπο εδώ. Για να δώσουν το καλό παράδειγμα σε βιομηχάνους, εφοπλιστές και μεσαίους που, αν και ευπατρίδες, στέλνουν στην ξενιτιά τα κεφάλαιά τους.

Εξίσου ενοχλητικές είναι οι «χαλαρές» σχέσεις ορισμένων πολιτικών με τις τράπεζες. Δανείζονται εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, με εχέγγυο συνήθως το όνομά τους, τον αέρα τους. Ζουν την ωραία ζωή τους, ενισχύουν τις επιχειρήσεις τους, εκλέγονται και ξαναεκλέγονται με δανεικά. Περνούν τα χρόνια, πέντε, δέκα, δεκαπέντε, το δάνειό τους αυξάνεται αντί να μειώνεται, και οι τράπεζες ραθυμούν. Είναι γενικευμένη συνήθεια άραγε αυτή η ραθυμία ή πολιτικοποιημένη και προσωποποιημένη;

   

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *