Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2021

Σγουρέ βασιλικέ μου…

 


 γράφει ο Πέτρος Μανταίος

 

Ωκιμον το βασιλικόν ή απλά βασιλικός. Εψαξα στα αρχαία λεξικά, διαδικτυακά, στον Λαύκο Νοτίου Πηλίου όπου παραθέριζα, τι μπορεί να σημαίνει, καθώς παρατηρούσα στο περβάζι ένα ώκιμον πλατύφυλλο που μου χάρισαν. Δεν βρήκα. Κάτι θα σημαίνει ασφαλώς, δεν το πέταξαν στην τύχη οι βοτανολόγοι. Στο Παγκράτι, πλέον, είδα, σε λεξικό της αρχαίας γλώσσας μας, του 1887, αλλά ούτε κι από κει διαφωτίστηκα: «Ωκίμον (στην παραλήγουσα ο τόνος), βοτάνη ευώδης, το λεγόμενον “βασιλικόν”», με αναφορά στους αρχαίους συγγραφείς Ησύχιο, τη μεγάλη βεντέτα της βοτανικής Διοσκουρίδη. Δεν παρέλειψε να ασχοληθεί μαζί του και ο πολύς Θεόφραστος, διάδοχος του Αριστοτέλη στην Περιπατητική.

 

Είδες ο βασιλικός; Που τα παλιά τα χρόνια, όταν τα σπίτια… φωνήν είχεν και αυλή ασβεστωμένη και περβάζια (να κρεμούν οι κορασιές τους έρωτες), τον είχανε σε μεγάλη υπόληψη οι νοικοκυρές και τον έβαζαν σε θέση περίοπτη, πρώτα για το άρωμα και τη φρεσκάδα του και μετά για τις βοτανικές του ιδιότητες, που είναι ένας (όπως θα λέγαμε παλιά…) τηλεφωνικός κατάλογος: φαρμακευτικές, εξορκιστικές (αγιασμός με βασιλικό π.χ.), καλλωπιστικές, γαστρονομικές (εκεί να δεις συνταγές… το πέστο είναι το πιο κοινότοπο!).

 

Μας ήρθε από την Ανατολή. Πιθανότατα από την Ινδία, όπου ήταν και φυτό ιερό. Στις ισημερινές ζώνες κάποια από τα πολλά είδη του, από αρχική πόα 60-70 εκατοστά το ανώτατο, έφτασε στο απίστευτο των 7 μέτρων! Εντομοαπωθητικός ο λόγος που τον έβαζαν σε κατώφλια και περβάζια, και οι καλλιεργητές ανάμεσα στα κηπευτικά. Κάτι που, ειλικρινά, με εντυπωσίασε ως πληροφορία: γλάστρες με βασιλικό έβαζαν οι ιστιοπλόοι στα σκάφη τους, για να μην τους ταράζουν τα κουνούπια! Οσο για τις δεισιδαιμονίες: Τον 19ο αιώνα στην Ευρώπη, ο βασιλικός συμβόλιζε το μίσος, γιατί πίστευαν (τότε, μην κοιτάς τώρα που… προοδεύσαμε και είμαστε πήχτρα στα μέντιουμ και στις χαρτορίχτρες…) ότι το φυτό αυτό αναπτυσσόταν καλύτερα αν το έβριζες την ώρα που το φύτευες!

 

Ολα αυτά, γιατί ο φιλαράκος μου ο Στάθης Χαρανάς, Λαυκιώτης, καμιά τριανταριά χρόνια φιλία, που τη χρωστάω στον αξέχαστο Αντώνη Ταβάνη… εκτός που φυλάει μνήμες και παλιά αντικείμενα του Λαύκου (υπάρχει και μικρό λαογραφικό μουσείο στην πλατεία, ενδιαφέρον), είναι και… παλαιοσπορίτης: φυλάει σπόρους γιαγιάδων. Ενήμερος. Ξέρει κι από μονοπώλια κι από… Νοβάρτις (εμείς σχεδόν την ξεχάσαμε!) και Μονσάντο. Και τι γίνεται με τα υβρίδια της μίας σποράς κι άντε του χρόνου ξαναγόραζε σπόρους «πυροβολημένους» για μία χρήση από τα μονοπώλια… Αντιστέκεται λοιπόν και κρατάει σπόρους από παλιά φυτέματα: ντομάτα, κολοκύθι, μελιτζάνα, πατάτα και άλλα, και… βασιλικό πλατύφυλλο που φυλάει τον σπόρο σαράντα χρόνια και που προέρχεται από τη «μανιά» του, τη γιαγιά του δηλαδή, και που μπορεί κι αυτή να τον είχε από τη δικιά της μανιά…

 

Ποιος μίλησε για συνέχεια; Και έκανε το μέγα λάθος να ισχυριστεί ότι δεν υπάρχει συνέχεια και ότι τη ρούφηξε ο αυτοματισμός και η ευκολία; Κι άλλοι στον Λαύκο (υποθέτω και σε άλλες –θέλω να πιστεύω, πολλές– γωνιές της πατρώας γης) κρατάνε παλιούς σπόρους. Ομως ο Στάθης είναι ένας από αυτούς που όχι μόνο κρατάνε, αλλά και διαδίδουν σπόρους και σπορές…

 

Τον ύμνησε και η δημώδης μούσα τον βασιλικό: «Σγουρέ βασιλικέ μου/ με φύλλα πράσινα./ Θέλω τον έρωτά σου/ κι ας έχει βάσανα…».

    

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *