Τη Δευτέρα 8/7, η Ελλάδα και οι διεθνείς της επόπτες συμφώνησαν στους όρους υπό τους οποίους θα συνεχιστεί η χρηματοδότηση της Αθήνας. Η συμφωνία προκαλεί ανακούφιση -χωρίς αυτήν, η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε. Από την άλλη όμως, δεν υπάρχει τίποτα να πανηγυρίζει κανείς, ίσα-ίσα. Η Ελλάδα χρειάζεται επώδυνες μεταρρυθμίσεις. Αλλά προϋπόθεση για αυτές τις μεταρρυθμίσεις δεν είναι η λιτότητα που ζητάει η συμφωνία, αλλά η οικονομική της ανάκαμψη.
Η Ελλάδα βρίσκεται ήδη σε κρίσιμη κατάσταση -που η συμφωνία της Δευτέρας μόνο να επιδεινώσει μπορεί. Η πολυετής λιτότητα και η ύφεση δηλητηρίασαν το πολιτικό κλίμα, έθεσαν εκτός μάχης το ένα τέταρτο του εργατικού της δυναμικού (και σχεδόν τα δύο τρίτα των νέων) και ξήλωσαν το κοινωνικό δίκτυ ασφαλείας.
Αυτές οι θυσίες στραγγάλισαν τις επενδύσεις και κατασπατάλησαν το ανθρώπινο δυναμικό. Οι ειδήμονες συμφωνούν πως η συνέχιση των θυσιών δεν πρόκειται να αναζωογονήσει την ελληνική κοινωνία ή να καταστήσει βιώσιμο το δημόσιο χρέος της. Κι όμως, σε αυτό ακριβώς επέμεναν η «ευρωπαϊκή επιτροπή» (Κομισιόν), η «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα» (ΕΚΤ) και το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ). Ο Έλληνας πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς ένιωσε πως δεν μπορούσε παρά να υποκύψει. Δέχτηκε να περικόψει το δημόσιο τομέα κατά 150 χιλιάδες άτομα, όχι με συνταξιοδοτήσεις, αλλά με απολύσεις.
Η ελληνική δημόσια διοίκηση είναι υπερδιογκωμένη, ρουσφετολογική και αναποτελεσματική, και στο πλαίσιο ενός προγράμματος οικονομικής ανανέωσης και αναζωογόνησης θα χρειαστεί οπωσδήποτε μεταρρύθμιση. Αλλά η ρίψη χιλιάδων ακόμα ανθρώπων στην ανεργία -που φτάνει ήδη το 27%- δεν ευνοεί την πραγματική μεταρρύθμιση, ιδίως όταν αυτό γίνεται κατ' απαίτηση των ξένων τραπεζιτών.Το τελευταίο ανάλογο κύμα απολύσεων του περασμένου Ιουνίου, όταν η κυβέρνηση έκλεισε τη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση, είχε έντονες παρενέργειες, που παραλίγο να διαλύσουν τον εύθραυστο κυβερνητικό συνασπισμό του Σαμαρά.
Η συμφωνία της Δευτέρας επίσης καθορίζει ένα αυστηρό σύστημα χρηματοδότησης που επιτρέπει στους δανειστές της Ελλάδας να σταματήσουν τη χρηματοδότησή της Αθήνας αν ως τις 19 Ιουλίου δεν έχει απολύσει όσους υποσχέθηκε.
Κι όμως, όσο περισσότερο αυτή η αποτυχημένη λιτότητα συνεχίζει να παρέχεται ως οικονομική θεραπευτική αγωγή, τόσο πιο άτρωτη εμφανίζεται ως πολιτικό δόγμα. Ο συνεπέστερος συνήγορός της, η καγκελάριος 'Ανγκελα Μέρκελ (Angela Merkel) βαδίζει προς την επανεκλογή της τον Σεπτέμβριο. Πριν, είναι απίθανο να αλλάξει πολιτικό ρυθμό -που είναι δημοφιλής στους Γερμανούς φορολογούμενους. Όχι πως είναι πολύ πιθανό να τον αλλάξει όταν πετύχει την επανεκλογή της.
Ορισμένοι από τους δανειστές της Ελλάδας, σαν το ΔΝΤ, συνειδητοποιούν περισσότερο το προφανές -πως η λιτότητα έχει καταφέρει πραγματικά πλήγματα στην ελληνική οικονομία. Αλλά ως σήμερα, αυτή η συνειδητοποίηση δεν έχουν επιφέρει καμία αλλαγή στην πολιτική και καμία ανακούφιση στους ταλαιπωρημένους Έλληνες.
Αυτές οι θυσίες στραγγάλισαν τις επενδύσεις και κατασπατάλησαν το ανθρώπινο δυναμικό. Οι ειδήμονες συμφωνούν πως η συνέχιση των θυσιών δεν πρόκειται να αναζωογονήσει την ελληνική κοινωνία ή να καταστήσει βιώσιμο το δημόσιο χρέος της. Κι όμως, σε αυτό ακριβώς επέμεναν η «ευρωπαϊκή επιτροπή» (Κομισιόν), η «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα» (ΕΚΤ) και το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ). Ο Έλληνας πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς ένιωσε πως δεν μπορούσε παρά να υποκύψει. Δέχτηκε να περικόψει το δημόσιο τομέα κατά 150 χιλιάδες άτομα, όχι με συνταξιοδοτήσεις, αλλά με απολύσεις.
Η ελληνική δημόσια διοίκηση είναι υπερδιογκωμένη, ρουσφετολογική και αναποτελεσματική, και στο πλαίσιο ενός προγράμματος οικονομικής ανανέωσης και αναζωογόνησης θα χρειαστεί οπωσδήποτε μεταρρύθμιση. Αλλά η ρίψη χιλιάδων ακόμα ανθρώπων στην ανεργία -που φτάνει ήδη το 27%- δεν ευνοεί την πραγματική μεταρρύθμιση, ιδίως όταν αυτό γίνεται κατ' απαίτηση των ξένων τραπεζιτών.Το τελευταίο ανάλογο κύμα απολύσεων του περασμένου Ιουνίου, όταν η κυβέρνηση έκλεισε τη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση, είχε έντονες παρενέργειες, που παραλίγο να διαλύσουν τον εύθραυστο κυβερνητικό συνασπισμό του Σαμαρά.
Η συμφωνία της Δευτέρας επίσης καθορίζει ένα αυστηρό σύστημα χρηματοδότησης που επιτρέπει στους δανειστές της Ελλάδας να σταματήσουν τη χρηματοδότησή της Αθήνας αν ως τις 19 Ιουλίου δεν έχει απολύσει όσους υποσχέθηκε.
Κι όμως, όσο περισσότερο αυτή η αποτυχημένη λιτότητα συνεχίζει να παρέχεται ως οικονομική θεραπευτική αγωγή, τόσο πιο άτρωτη εμφανίζεται ως πολιτικό δόγμα. Ο συνεπέστερος συνήγορός της, η καγκελάριος 'Ανγκελα Μέρκελ (Angela Merkel) βαδίζει προς την επανεκλογή της τον Σεπτέμβριο. Πριν, είναι απίθανο να αλλάξει πολιτικό ρυθμό -που είναι δημοφιλής στους Γερμανούς φορολογούμενους. Όχι πως είναι πολύ πιθανό να τον αλλάξει όταν πετύχει την επανεκλογή της.
Ορισμένοι από τους δανειστές της Ελλάδας, σαν το ΔΝΤ, συνειδητοποιούν περισσότερο το προφανές -πως η λιτότητα έχει καταφέρει πραγματικά πλήγματα στην ελληνική οικονομία. Αλλά ως σήμερα, αυτή η συνειδητοποίηση δεν έχουν επιφέρει καμία αλλαγή στην πολιτική και καμία ανακούφιση στους ταλαιπωρημένους Έλληνες.
Η μετάφραση του άρθρου των New York Times έγινε από το ppol.gr
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου