Του Γιάννη Μυλόπουλου*
Τα κόμματα που συμμετέχουν στις εκλογές διακρίνονται σε δύο, τουλάχιστον, μεγάλες ομάδες. Στην πρώτη εντάσσονται αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, που από λίγο έως πολύ υποστηρίζουν τη σημερινή πορεία της χώρας και δεν επαγγέλλονται κανενός είδους πολιτική αλλαγή. Αποδέχονται δηλαδή το νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό της Ελλάδας, όπως αυτός επιβλήθηκε μέσα από την πολιτική της λιτότητας και των μνημονίων τα τελευταία χρόνια. Και μάλιστα θεωρούν τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις ως αναγκαίες, ανεξάρτητα και από την οικονομική κρίση, αλλά και την υπόθεση της εξυπηρέτησης του χρέους. Το οποίο άλλωστε παραμένει, πέντε χρόνια μετά την επιβολή του πλέον σκληρού προγράμματος λιτότητας που γνώρισε ποτέ Ευρωπαϊκή χώρα, μη βιώσιμο, αφού αντί να μειωθεί μετά από τόσες θυσίες, εκτοξεύθηκε από το 110% στο 180% του ΑΕΠ.
Στη μεγάλη αυτή ομάδα πολιτικών δυνάμεων που υποστηρίζει τη συνέχιση των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, έστω και με αλλαγές και βελτιώσεις, εκτός από τους δύο εταίρους της συγκυβέρνησης, τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, εντάσσονται το κόμμα του Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος άλλωστε υπήρξε ο θεμελιωτής της πολιτικής της λιτότητας και των μνημονίων, άσχετα με τις μετέπειτα επιμέρους διαφοροποιήσεις, καθώς και το Ποτάμι.
Τα κόμματα που επιδιώκουν τη συνέχιση των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, έχουν κάθε συμφέρον να μη λένε την αλήθεια στους πολίτες. Αποκρύπτουν λοιπόν αυτό που έχουν αποκαλύψει έρευνες διεθνών πιστωτικών ιδρυμάτων και που στο διεθνή τύπο είναι κοινό μυστικό. Ότι δηλαδή κατά τη διάρκεια της εφαρμογής στην Ελλάδα της πολιτικής της λιτότητας, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων εξαθλιώθηκε οικονομικά, κάποιοι ελάχιστοι αύξησαν τον πλούτο τους. Συγκεκριμένα, ενώ μέχρι το 2008 το 1% του ελληνικού πληθυσμού κατείχε το 48% του εθνικού πλούτου, το 2014, η ίδια οικονομική ολιγαρχία, αύξησε το ποσοστό του εθνικού πλούτου που έχει στην κατοχή της, στο 56%!
Αποκρύπτουν λοιπόν το γεγονός ότι κάποιοι, ελάχιστοι, κέρδισαν κατά τη διάρκεια της κρίσης από τη δική μας καταστροφή. Κι αυτός ο πλούτος ούτε καταγράφηκε στην φορολογητέα ύλη, ούτε αξιοποιήθηκε για το κοινό καλό, ούτε όμως και συνέβαλε στην αποπληρωμή του χρέους.
Με άλλα λόγια, αποκρύπτουν από τον κόσμο ότι αυτό που συνέβη στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, η μεταφορά δηλαδή πλούτου από τους πολλούς σε λίγους, είναι η χαρά του νεοφιλελευθερισμού! Είναι φανερό ότι τα κόμματα αυτά, στην προσπάθειά τους να αποκρύψουν από τους πολίτες την πραγματική, νεοφιλελεύθερη και γι αυτό αντικοινωνική ατζέντα τους, κινδυνολογούν και καταστροφολογούν για το ενδεχόμενο αλλαγής πολιτικής κατεύθυνσης, την οποία συνδέουν με χρεοκοπία, έξοδο από το Ευρώ και την Ευρώπη, διεθνή απομόνωση και άλλα τρομερά. Μη μπορώντας δηλαδή να εξωραίσουν και να παρουσιάσουν ως ελκυστική τη δική τους πολιτική πρόταση, απευθύνονται στο θυμικό των ψηφοφόρων και προκαλούν τα φοβικά τους ένστικτα, παρουσιάζοντας την όποια πρόταση πολιτικής αλλαγής ως επισφαλή, επικίνδυνη και καταστροφική. Και υπάρχει πράγματι κόσμος που κινούμενος από ανασφάλεια, προτιμά να ζήσει με τα υπάρχοντα δεινά, για να μη διακινδυνεύσει την περιπέτεια της απαλλαγής του από αυτά, φοβούμενος τα χειρότερα. Γι αυτόν τον ανασφαλή και συντηρητικό κόσμο, η παροιμία «ο βρεμένος δεν φοβάται τη βροχή», προφανώς δε λέει τίποτε...
Από την άλλη μεριά, υπάρχουν οι πολιτικές δυνάμεις που αντιτάχθηκαν εξ αρχής στο βίαιο νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και πολέμησαν την πολιτική της ύφεσης της οικονομίας, της σκληρής λιτότητας για τους πολλούς και της υποταγής στα μνημόνια που μας επέβαλαν οι Ευρωπαίοι νεοφιλελεύθεροι της Μέρκελ, οι διεθνείς δανειστές και οι εκπρόσωποι του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου. Μεταξύ αυτών των κομμάτων του τόξου της πολιτικής αλλαγής, κορυφαία θέση στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων ασφαλώς κατέχει ο ΣΥΡΙΖΑ, για τον απλό λόγο ότι εκτός από αντίδραση στη σημερινή πολιτική, έχει επεξεργαστεί και έχει προτείνει ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα εξόδου από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της λιτότητας και των μνημονίων.
Μόνιμη και σταθερή επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι η αλλαγή πολιτικής πρώτα στην Ελλάδα και στη συνέχεια και στην Ευρώπη. Η απαλλαγή της χώρας και του λαού μας από τα νεοφιλελεύθερα δεσμά των μνημονίων και η αλλαγή πολιτικού υποδείγματος, στην κατεύθυνση αφενός της αποκατάστασης των πληγών και της άρσης των αδικιών που άφησε η νεοφιλελεύθερη πολιτική στην οικονομία, την κοινωνία και τον δημόσιο πλούτο και αφετέρου στην κατεύθυνση της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας και της δημιουργίας ενός νέου μοντέλου μιας βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης, στηριγμένης στα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, αποτελούν κορυφαίες δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη ημέρα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ απευθύνεται στους πολίτες εκείνους που αισθάνονται ότι δεν έχουν να χάσουν τίποτε περισσότερο, από τις αλυσίδες με τις οποίες οι εκπρόσωποι του διεθνούς και παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου, έχουν δέσει τη ζωή τους. Και επιλέγουν την ελπίδα της πολιτικής αλλαγής, μη υποκύπτοντας στο φόβο και μη πιστεύοντας στην κινδυνολογία που από ιδιοτέλεια εξαπολύουν οι εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού.
Για άλλη μια φορά, κάτω από εντελώς διαφορετικές πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες, επανέρχεται το ίδιο, αναλλοίωτο στον χρόνο δίλημμα, που είναι και το διακύβευμα αυτών των εκλογών: Φόβος ή Ελπίδα; Με άλλα λόγια, Πρόοδος ή Συντήρηση;
Από το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών, από την απάντηση δηλαδή που θα δώσουμε σε αυτό το καίριο ερώτημα, θα κριθούν πολλά...
*Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής και πρώην πρύτανης του Α.Π.Θ.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου