Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Φορολογικός παράδεισος η Γερμανία

Στην Ελλάδα για λόγους φορολογικής δικαιοσύνης και κατ’ εντολήν του Βερολίνου και των άλλων πιστωτών θα φορολογηθεί υψηλότερα σε λίγο καιρό ακόμη και το κρέας.
Την ίδια στιγμή στη Γερμανία που διατάζει, το ξέπλυμα του χρήματος πλημμυρίζει τη χώρα, η οποία αποτελεί... «έναν ασφαλή παράδεισο για τη λεία των δικτατόρων του πλανήτη, τα περιουσιακά στοιχεία των συνδικάτων του εγκλήματος, τις προσόδους του φορολογικού εγκλήματος και τις υπόλοιπες παράνομες ροές κεφαλαίων απ’ όλο τον κόσμο».
Κόλαφο για τον πραγματικό ρόλο της Γερμανίας στη διακίνηση του παράνομου και αφορολόγητου χρήματος αποτελούν δύο πρόσφατες έρευνες που έδωσαν στη δημοσιότητα χθες το Ευρωπαϊκό Δίκτυο για το Χρέος και την Ανάπτυξη («50 Shades of Tax Dodging: How EU helps support unjust global tax systems») και το Δίκτυο για τη Φορολογική Δικαιοσύνη (Financial Secrecy Index 2015).
Οι δύο έρευνες έδειξαν ότι έναν χρόνο μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου Luxleaks, ο σκιώδης χρηματοπιστωτικός τομέας της Γερμανίας είναι δεύτερος μετά το Λουξεμβούργο στην Ευρώπη σε όρους ευπάθειας στο ξέπλυμα χρήματος, αλλά και ότι η χώρα αποτελεί μια από τις πιο εύφορες ζώνες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την καλλιέργεια της… φοροαποφυγής.
Αυτές οι «πρωτιές» έχουν αποτέλεσμα -σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του συγγραφέα τού «Tax Haven Germany» Μάρκους Μέινζερ- στα μέσα του 2013 πολίτες άλλων χωρών να έχουν «παρκάρει» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Γερμανίας φοροαπαλλασσόμενες έντοκες αποταμιεύσεις (καταθέσεις, ομόλογα κ.λπ.) συνολικού ύψους 2,5-3 τρισεκατομμυρίων ευρώ.
Το εκρηκτικό ποσό δεν είναι άμοιρο των πρακτικών που ακολουθεί εδώ και χρόνια η ευρωπαϊκή υπερδύναμη.
Η Γερμανία έχει αντιτεθεί επανειλημμένα στην ίδρυση ενός κεντρικού μητρώου κατόχων δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και σε διεθνείς κανόνες για τη δημόσια πρόσβαση στην πληροφόρηση.
Οι κυβερνήσεις της έχουν επιδείξει τεράστια απροθυμία στην επιβολή κανόνων ενάντια στο ξέπλυμα χρήματος, ενώ από την άλλη πλευρά το κανονιστικό πλαίσιο της χώρας προσφέρει μια σειρά εργαλείων και διευκολύνσεων του φορολογικού απορρήτου.

«Ανώνυμες μετοχές»

Δείκτης χρηματοοικονομικού απορρήτου
Τρανταχτό παράδειγμα αποτελούν οι «ανώνυμες μετοχές», που εδώ και χρόνια έχουν τεθεί εκτός νόμου ή υπό αυστηρό έλεγχο σε όλους τους «κλασικούς» φορολογικούς παραδείσους του κόσμου.
Η πληροφόρηση για τους ιδιοκτήτες οντοτήτων όπως τα τραστ, τα ιδρύματα και τα διαβόητα «Treuhand» είναι μέσω αυτών πολύ αποσπασματική και αποτελεί ένα τεράστιο παραθυράκι φορολογικού απορρήτου.
Ακόμη η «φοροδιαφυγή σε ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις» δεν αποτελεί κατηγορία για ξέπλυμα χρήματος. Ετσι οι τράπεζες δέχονται εύκολα καταθέσεις που αποτελούν προϊόν φοροαποφυγής, ειδικά αν αυτή διαπράττεται στο εξωτερικό.
Δεν υπάρχουν ολοκληρωμένα στατιστικά στοιχεία για τις καταδίκες που αφορούν ξέπλυμα χρήματος και φοροδιαφυγή.
Η ρυθμιστική αρχή BaFin αναθέτει την εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων για το ξέπλυμα χρήματος σε ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες και αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα σύγκρουσης συμφερόντων.
Επίσης τα σχετικά χαμηλά πρόστιμα και ο χαμηλός αριθμός των καταδικαστικών αποφάσεων που αφορούν αποτυχίες των τραπεζών στην πρόληψη του ξεπλύματος χρήματος δείχνουν συνολική αδυναμία αν όχι απροθυμία αστυνόμευσης.
Τέλος -όπως και αρκετές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ- η Γερμανία δεν ανταλλάσσει επαρκώς φορολογικά στοιχεία επιχειρήσεων και ιδιωτών με τις κυβερνήσεις άλλων χωρών.
Ολα αυτά σε συνδυασμό με μια σειρά φοροαπαλλαγών για τους μη κατοίκους της Γερμανίας -ειδικά η μη φορολόγηση των τόκων των καταθέσεων και των γερμανικών κρατικών ομολόγων- έχουν, σύμφωνα με τις δύο εκθέσεις, προσελκύσει μεγάλες και συχνά παράνομες ροές κεφαλαίων.
Μεταξύ άλλων και ροές ξεπλύματος χρήματος από εγκληματικές οργανώσεις όπως η ιταλική μαφία ή παράνομες ροές από αναπτυσσόμενες χώρες όπως αυτές της «αραβικής άνοιξης» (Λιβύη, Τυνησία και Αίγυπτος), εγείροντας το ερώτημα πώς κατάφεραν να παραμείνουν ανέλεγκτες.
Στο προσκήνιο βέβαια το Βερολίνο δηλώνει πρώτο στη μάχη κατά των φορολογικών παραδείσων.
Στο παρασκήνιο όμως η αλήθεια είναι ότι από τη δεκαετία του ’80 η Γερμανία υιοθέτησε σκιωδώς τις στρατηγικές αυτών.
Το 1984, για παράδειγμα, κατάργησε τον φόρο στα κρατικά ομόλογα που επιβαλλόταν στους μη κατοίκους της χώρας. Επέτρεψε με αυτόν τον τρόπο στους φοροαποφεύγοντες άλλων χωρών να επενδύουν χωρίς κόστος.
Ακόμη πιο ακραίο είναι το ότι έως το 1999 η Γερμανία επέτρεπε στις πληρωμές για δωροδοκίες να εκπίπτουν από τον φόρο. Για πολλούς ειδικούς το πρόβλημα της Γερμανίας ξεκινά από το κατακερματισμένο φορολογικό της σύστημα.

Προσέλκυση επιχειρήσεων

Το πρόβλημα, όπως επισημαίνουν, πηγάζει από το γεγονός ότι τα 16 ομόσπονδα κρατίδια και η τοπική αυτοδιοίκηση ανταγωνίζονται στην προσέλκυση επιχειρήσεων προσφέροντάς τους ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση.
Οι κοινότητες έχουν το δικαίωμα να ορίζουν ένα μέρος του φόρου που πληρώνουν οι επιχειρήσεις που ισοδυναμεί περίπου με το 50% του συνόλου.
Αυτό το κανονιστικό πλαίσιο κατέστησε το Nordrfriedrichskoog, μια μικρή κοινότητα περίπου πενήντα κατοίκων στη δεκαετία του ’80, μινιατούρα γερμανικού φορολογικού παραδείσου.
Συγκεκριμένα στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η κοινότητα αυτή αποφάσισε να μηδενίσει τον φόρο που επέβαλλε στις επιχειρήσεις. Αυτομάτως έγινε έδρα περισσοτέρων των 300 εταιρειών.
Μεταξύ άλλων και θυγατρικών κολοσσών όπως οι Deutsche Bank, Eli Lilly, Lufthansa και E.ON.
Λιμουζίνες διέσχιζαν τους λασπωμένους δρόμους του Nordrfriedrichskoog εκείνη την εποχή μεταφέροντας στελέχη επιχειρήσεων σε meetings που πραγματοποιούνταν σε αίθουσες προκάτ οι οποίες είχαν χτιστεί πίσω από τις λιγοστές φάρμες της κοινότητας.
Το εν λόγω «θέατρο» ήταν αναγκαίο προκειμένου να εξακριβώνεται η παρουσία της εταιρείας στην κοινότητα και να υπάρχει η έκπτωση φόρου. Ως το 2004 η κατάσταση είχε ξεφύγει εκτός ελέγχου.
Η νομοθεσία άλλαξε και η κοινότητα επέβαλε κατώτατο φόρο 7% στα επιχειρηματικά κέρδη. Οπως ήταν φυσικό, οι επιχειρήσεις και μαζί τους και οι λιμουζίνες έφυγαν.

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *