γράφει η Λίλα Μήτσουρα
Μου άρεσε κάποτε να πηγαίνω βόλτα στη χριστουγεννιάτικη
Αθήνα. Κάποτε... Όταν ήμουν παιδί και πήγαινα με τους γονείς μου και την αδερφή
μου για ψώνια. Μου άρεσε να χαζεύω τις στολισμένες βιτρίνες, να βλέπω τους κρεμασμένους
Αϊ Βασίληδες στα περίπτερα, σαν να με φώναζαν όλα να τα αγοράσω.
Θυμάμαι ,όταν κάτι μας άρεσε πάρα πολύ ,χάναμε τα λόγια μας
με την αδερφή μου και απλά μέναμε να το κοιτάμε βουβές. Θυμάμαι την άκρατη χαρά
μας, την έκπληξη μας τις κραυγές μας όταν το βλέπαμε μπροστά μας στο σπίτι
στολισμένο να μας περιμένει να παίξουμε μαζί του. Σαν να είχε έρθει μαγικά
εκεί, ποτέ δεν καταλαβαίναμε πότε μας το είχαν αγοράσει.
Μου άρεσαν οι βόλτες μας στα χριστουγεννιάτικα παιχνίδια της
εποχής. Μου άρεσαν όλα. Οι άνθρωποι που χαμογελούσαν στη χαρά των παιδιών. Τα
κάλαντα που λέγαμε με τον φίλο μου τον Μάνο ,που πάντα μου έκανε μαθήματα μέρες
πριν ,γιατί όλο τα ξεχνούσα.
Μου άρεσε να τρέχω να παίρνω δώρα για όλους με τα λεφτά που
είχα μαζέψει από κει και με τα χαρτζιλίκια μου. Το καλύτερό μου να αγοράζω δώρα
για τους δικούς μου ανθρώπους. Να κρατώ τα πενηνταράκια μου για να παίξω
ρουλέτα και 31 τη παραμονή της πρωτοχρονιάς και να θυμώνω όταν χάνω. Ειδικά
όταν η φίλη μου ,καθότι μεγαλύτερη είχε περισσότερο χαρτζιλίκι τολμούσε και
έβαζε δίφραγκο. Τότε γινόταν ο κακός χαμός!!! Α ρε Αγγέλα ,ξέρεις ότι το
χρωστάς στο θεό που έζησες τότε?
Σαν έκανα παιδιά ,θέλησα να μεταδώσω ότι ένιωσα σαν παιδί .Να
νιώσουν ότι και γω. Να τα γυρνώ σε όλη την Αθήνα την στολισμένη. Τόσο
διαφορετική ,αλλά με το ίδιο αγαπημένο άρωμα. Και όλοι μαζί οι παιδικοί φίλοι
παίρναμε τα παιδιά μας και αρχίζαμε τις βόλτες. Θέλαμε να φτιάξουμε όμορφες
αναμνήσεις στα παιδιά μας.
Τόσο απλά...
Συγνώμη αν σε κούρασα με την αναδρομή στο παρελθόν μου που
τόσο λάτρεψα. Αλλά ξέρεις? Οι γονείς μου μου έφτιαξαν πολύ όμορφες αναμνήσεις. Τις
αναπολώ με τόση νοσταλγία. Γελώ και δακρύζω ταυτόχρονα. Και αισθάνομαι τόσο
ένοχη που δεν καταφέρνω να κάνω το ίδιο στα παιδιά μου.
Σαν τα πηγαίνω τώρα στο χωριό μου ,που λέω συνήθως
αστειευόμενη, την Αθήνα, αυτό που τους δείχνω είναι τους άστεγους. Τα χαρτόκουτα
που στρώνουν για να κοιμηθούν ή για να χωθούν μέσα. Και λέω δυνατά στον εαυτό
μου: Έλα Λίλα, σκέψου ότι κοιμάσαι εσύ έτσι ,νιώσε το κρύο στο πετσί σου, την
βρώμα. Κοιμήσου έστω και νοερά στο παγκάκι. Ξέχνα για λίγο τις ανέσεις που
έχεις και ζήσε τη ζωή που ζουν αυτοί οι
άνθρωποι.
Ντρέπομαι να μπω στα μαγαζιά να ψωνίσω ,ότι μπορώ να ψωνίσω
πια. Ντρέπομαι όταν παίρνω πράγματα στα παιδιά μου και ξέρω ότι αυτοί οι
άνθρωποι δεν μπορούν να το κάνουν. Που εγώ έστω και έτσι ,με τα λίγα που έχω
κάτι μπορώ να πάρω και να φτιάξω αναμνήσεις στα παιδιά μου χαρούμενες.
Ντρέπομαι που δεν είμαι στη θέση τους και που βαθιά μέσα μου
δοξάζω το θεό που δεν είμαι. Ντρέπομαι σου λέω!! !Εμένα ντρέπομαι και τα παιδιά
μου.
Στον περίβολο της εκκλησίας που βαφτίστηκα, που έπαιζα
μικρή, που έδωσα κρυφά ραντεβού, σε τούτο τον περίβολο ,εκεί στα παγκάκια ,είδα
άστεγους πολλούς .Με όλο το βιός τους πάνω και κάτω από το παγκάκι. Κόλλησε η
ματιά μου ,έχασα το βήμα μου. Να βλέπω ανθρώπους νοικοκυραίους που γνώριζα να
είναι εκεί πλέον όλο το νοικοκυριό τους. Σε
μερικές κούτες. Με την βροχή να έχει κάνει μούσκεμα τις κουβέρτες τους
και να τις έχουν απλωμένες για να στεγνώσουν.
Κατέβασα την ματιά μου ,γρηγόρεψα το βήμα μου και έφυγα
τρέχοντας μη δουν ότι τους είδα. Μην αισθανθούν άσχημα .Ντρέπομαι σου λέω...
Αισθάνομαι ένοχη που στόλισα το σπίτι μου. Και κοροϊδεύοντας
τον εαυτό μου πρωτίστως δεν έβαλα φωτάκια στο μπαλκόνι. Δεν βοηθώ ας μη προκαλώ
τουλάχιστον σκέφτηκα. Αισθάνομαι ενοχές που δεν αφήνω τα παιδιά μου να χαρούν
όπως χαιρόμουν εγώ παιδί. "Να θυμάστε ότι υπάρχουν παιδιά που δεν έχουν
ούτε αυτά που εμείς έχουμε" τους λέω συχνά. Μα δεν φταίνε αυτά γαμώτο!!!
Ποτέ δεν ζήτησα λούσα και πλούτη. Εγώ και ο πλούτος δεν έχω καμία
σχέση. Σκορπαλευρού με έλεγε η μάνα μου. Τρύπια είναι τα χέρια σου κορίτσι μου
μου έλεγε ο μπαμπάς μου. Γιατί ότι είχα έπρεπε να το ξοδέψω. Σε δώρα. Λατρεύω
να παίρνω δώρα. Να προσφέρω.
Κατάλαβες τι με ενοχλεί? Ότι δεν μπορώ να προσφέρω. Ότι μου
στέρησαν τη χαρά να δίνω. Γιατί αυτά που έχω είναι λίγα. Γιατί με αναγκάζουν να
διαλέξω, να πάρω κάτι για τα παιδιά μου ή να το προσφέρω? Λυπάμαι αλλά δεν
είμαι τόσο καλός άνθρωπος. Και ντρέπομαι....
Τις κρυφές σκέψεις σου είπα, τα εσώψυχα μου ,μήπως και τις
ξορκίσω και δεν με βασανίζουν πια. Γιατί εκείνο το ευτυχισμένο παιδί που ήμουν,
συνεχίζει να χαίρεται κρυφά με τα Χριστούγεννα και να ονειρεύεται.
Και ντρέπομαι για αυτό σου λέω ,συγχώρα με αδερφέ που κρεβάτι
σου είναι μια κούτα του σούπερ μάρκετ. Συγχώρα με.....
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου