του Γιώργου Χαρβαλιά*
Κατ΄αρχήν να ξεκαθαρίσουμε κάτι. «Λόμπι της Δραχμής» δεν υφίσταται. Τουλάχιστον όχι στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα φτηνό εφεύρημα μερίδας της συστημικής αντιπολίτευσης, στην προσπάθεια της να αποδείξει ότι μεγάλα εγχώρια συμφέροντα συνωμοτούν τάχα για την επιστροφή της χώρας στο εθνικό νόμισμα.
Μόνο που κάτι τέτοιο δεν ισχύει, εκτός κι αν η συνομωσία εξυφαίνεται σιωπηρά από περιθωριακά κόμματα και δημόσιες προσωπικότητες που δεν εκφράζουν ούτε το ένα δέκατο του εκλογικού φάσματος.
Η αλήθεια λοιπόν είναι διαφορετική. Οι ισχυροί παράγοντες του τόπου επιθυμούν διακαώς την διατήρηση του νομισματικού status quo της τελευταίας 15ετίας. Σύσσωμη η ελληνική επιχειρηματική ολιγαρχία, αλλά και οι οικονομικοί θεσμοί που την εκφράζουν, τάσσονται ανεπιφύλακτα υπέρ της παραμονής στο ευρώ «με κάθε κόστος», έστω και εις βάρος της κοινωνικής συνοχής. Το ίδιο ισχύει και για την συντριπτική πλειονότητα των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης που επηρεάζουν την κοινή γνώμη.
Όμως και για την σημερινή κυβέρνηση της αριστεράς η παραμονή στην ευρωζώνη αποτελεί κρατούσα άποψη. Αλλιώς δεν θα είχε βάλει την υπογραφή του ο επικεφαλής της, σε ένα δυσβάστακτο και άκρως υφεσιακό πακέτο μέτρων λιτότητας ύψους 8 δις ευρώ. Με μια καίρια διαφορά: Σε αντίθεση με το νομοτελειακού τύπου δόγμα «ευρώ και... ξερό ψωμί», η οπτική γωνία του κ. Τσίπρα συνδέει την οικονομική βιωσιμότητα μιας επώδυνης παραμονής μας στο ευρωπαϊκό νόμισμα με την επίλυση του προβλήματος χρέους.
Η αντίληψη της προσέγγισης Τσίπρα δεν προϋποθέτει ιδιαίτερες γνώσεις. Ούτε χρειάζεται περίπλοκα επιχειρήματα για να γίνει κοινό κτήμα. Απλά μαθηματικά του δημοτικού συνηγορούν στην ορθότητα της. Γιατί όταν το χρέος μιας χώρας προσδιορίζεται διεθνώς σε συνάρτηση με το ΑΕΠ της και το τελευταίο γκρεμίζεται διαρκώς από την πολιτική των μνημονίων, καθίσταται προφανές ότι θεραπεία δεν υπάρχει.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι προτάσεις δανειακής στήριξης των θεσμών, σε όλες τους τις εκδοχές, επιτείνουν το σπιράλ της ύφεσης, είναι άκρως αντιαναπτυξιακές, καταβαραθρώνουν περαιτέρω το βιοτικό επίπεδο και επομένως επιτείνουν το πρόβλημα του χρέους. Το ομολογεί εκ των υστέρων και το ίδιο το ΔΝΤ που στο δυσμενές, αλλά εν τούτοις επικρατέστερο σενάριο για την εξέλιξη του χρέους το προσδιορίζει στο 142,2% του ΑΕΠ το 2022, δηλαδή 25 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες, πάνω από τις περυσινές προβλέψεις! Γι αυτό και προτείνει την περαιτέρω δανειοδότηση της Ελλάδας με ένα τρίτο μνημόνιο, ξεχνώντας την παλιά του θέση για άμεση ελάφρυνση του χρέους.
Δεν υπάρχει σήμερα σοβαρός οικονομολόγος στον πλανήτη που να ισχυρίζεται ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο. Κάποιοι τολμούν και το ψιθυρίζουν στο εσωτερικό στρουθοκαμηλίζοντας και κάποιοι το φωνάζουν στο εξωτερικό, επειδή δεν θέλουν να δώσουν (στη σημερινή τουλάχιστον κυβέρνηση) μια τέτοια διευκόλυνση. Κακά τα ψέματα, εκεί ακριβώς σκόνταψε η διαπραγμάτευση. Όχι στο λάδι και στο ξύδι των φοροεισπρακτικών επινοήσεων.
Ας μην έχουμε αυταπάτες. Αποδοχή πρόσθετων δανειακών συμβάσεων χωρίς γενναία ρύθμιση χρέους μετατρέπει την Ελλάδα σε ένα κράτος-ζόμπι της ευρωζώνης, έναν φτηνό, «ανταγωνιστικό» λουτρότοπο όπου θα πλένουν τα πόδια τους οι κεντροευρωπαίοι τουρίστες και οι ντόπιοι θα ψάχνουν στα σκουπίδια...
Το πρόβλημα είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση που έχει καλύτερη αντίληψη των μαθηματικών από τις προηγούμενες, δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί μία εναλλακτική διέξοδο με ασφαλέστερες προϋποθέσεις επιβίωσης από την ταπεινωτική παραμονή στο ευρώ. Αξιοπρεπέστερη ίσως. Ευκολότερη, σίγουρα όχι...
*Ο Γιώργος Χαρβαλιάς είναι δημοσιογράφος.
Φωτογραφία: (EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ)