«Ο υπαρκτός κίνδυνος είναι η χώρα να διολισθήσει σε βαθύτερη ύφεση ή και σε μακροχρόνια στασιμότητα». Με αυτή τη φράση αυτή το Γραφείο Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή προειδοποιεί για τους κινδύνους που προκαλεί στην οικονομία η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα.
Στην τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου τονίζεται ότι τον κίνδυνο αβεβαιότητας τροφοδοτούν μεταξύ άλλων «η συνεχής αναζήτηση ισοδυνάμων, για να γίνουν τροποποιήσεις, (που μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να έχουν νόημα, αλλά τροφοδοτούν την αβεβαιότητα), οι ασάφειες σε φορολογικά ζητήματα (φορολόγηση μισθώματος ακινήτων, ΦΠΑ στην εκπαίδευση, ΕΝΦΙΑ), οι ανασχεδιασμοί στο ασφαλιστικό.
Επισημαίνεται δε ότι την αβεβαιότητα τροφοδοτεί και η αρνητική στάση του συνόλου της αντιπολίτευσης σε κάθε σχεδόν μέτρο εφαρμογής του τρίτου μνημονίου, παρά το γεγονός ότι στήριξε με τη ψήφο της στη Βουλή το πλαίσιο της πολιτικής που υποδεικνύεται από το τρίτο μνημόνιο».
Η έκθεση, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, πιστοποιεί την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην ύφεση, καθώς και την αύξηση και πάλι από το Σεπτέμβριο του 2015, της ανεργίας και της μερικής απασχόλησης που έρχονται να προστεθούν στη μείωση των εξαγωγών το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Υπογραμμίζει ότι «η συμφωνία για το τρίτο μνημόνιο, παρά τις πολιτικές δυσκολίες, ήταν και παραμένει προτιμότερη από την παράταση της εκκρεμότητας ή από μια ενδεχόμενη άτακτη χρεοκοπία».
Συγκεκριμένα, οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι «συνολικά η, έστω μετρίως, θετική πορεία που καταγράφηκε το 2014 και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2015 έχει αναστραφεί», προειδοποιώντας ότι «ο υπαρκτός κίνδυνος είναι η χώρα να διολισθήσει σε βαθύτερη ύφεση ή και σε μία μακροχρόνια στασιμότητα».
Ωστόσο, αναφέρουν ότι ο κίνδυνος αυτός μπορεί να αποτραπεί υπό όρους και, τελικά, η οικονομία να επιστρέψει στην ανάπτυξη το 2017. «Ο σπουδαιότερος όρος για ταχύτερη ανάκαμψη και, κυρίως, για να είναι αυτή σε διατηρήσιμη βάση, είναι να εξαλειφθεί η αβεβαιότητα τόσο ως προς τη γενική κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής, όσο και ως προς τη διαχείριση θεμάτων, (όπως μεταρρυθμίσεις, αποκρατικοποιήσεις, κά)» τονίζεται στην έκθεση που διαπιστώνει ότι «αυτό θα επιτευχθεί, αν ακολουθηθεί ο οδικός χάρτης του νέου μνημονίου».
Η έκθεση θέτει το ερώτημα «γιατί έξι χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου το 2010 η ελληνική κρίση δεν έχει ξεπεραστεί» και απαντά, ως εξής:
«Η εύκολη και δημοφιλής απάντηση αποδίδει τη διάρκεια και την ένταση της κρίσης στη λιτότητα-στις περικοπές μισθών, συντάξεων και άλλων δαπανών-και στις αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών που εξουδετέρωσαν τυχόν ευνοϊκές επιπτώσεις των μεταρρυθμίσεων. Αυτή η απάντηση συνδέεται με την εσφαλμένη υπόθεση ότι αρκεί να σταματήσει η λιτότητα ή να καταργηθούν τα μνημόνια, για να ανακάμψει η χώρα».
«Όμως, δεν είναι πλήρης, γιατί παραβλέπει τις παθογένειες της χώρας στην πλευρά της παραγωγής, τη μεταρρυθμιστική υστέρηση, το κακό μείγμα των μέτρων, λόγω έμφασης στους φόρους, τις παλινωδίες και, κυρίως, τη σημασία της αβεβαιότητας για την οικονομική πορεία. Υποτιμά τις επιπτώσεις της αβεβαιότητας στη γενική κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής και σε επιμέρους περιοχές της που ήταν και παραμένει η μεγαλύτερη απειλή για την ανάκαμψη».
Ύφεση 0,3% φέτος προβλέπει το ΚΕΠΕ
Ο μέσος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ για το δεύτερο εξάμηνο του 2015 εκτιμάται στο -1,6%, με τις επιμέρους προβλέψεις για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο να κυμαίνονται στο -1,5% και -1,7%, ως προς τις αντίστοιχες περιόδους του 2014, σύμφωνα με την τετραμηνιαία έκθεση του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
Tο ΚΕΠΕ σημειώνει ότι η πρόβλεψη αντανακλά την επιδείνωση των συνθηκών στην εγχώρια οικονομία και την επιστροφή σε αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, μετά από την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας κατά 1,0% στο πρώτο εξάμηνο, σύμφωνα με τα διαθέσιμα επίσημα στοιχεία.
Ως αποτέλεσμα, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής για το 2015 προσεγγίζει σύμφωνα με τις προβλέψεις το -0,3%, εκτίμηση που παραπέμπει σε αρνητική μεταστροφή του οικονομικού κλίματος εντός του έτους και επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε καθεστώς ήπιας ύφεσης.
Οι εκτιμώμενοι ρυθμοί μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ, όπως αναφέρεται, αντανακλούν τις κύριες πτυχές των πρόσφατων εξελίξεων στην ελληνική οικονομία. Ειδικότερα, η διαφαινόμενη αντιστροφή των ανοδικών τάσεων που χαρακτήριζαν τα προηγούμενα τρίμηνα συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το κλίμα αβεβαιότητας που επικράτησε λόγω της παραμονής σε εκκρεμότητα του ζητήματος του Οικονομικού Προγράμματος Στήριξης και γενικότερα της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας.
Η ομαλή εξέλιξη στη ροή του προγράμματος εξασφάλιζε τη σταδιακή εξισορρόπηση σε βασικά μακροοικονομικά μεγέθη, την προοδευτική ενίσχυση του εγχώριου οικονομικού κλίματος και την ενδυνάμωση της αξιοπιστίας της χώρας. Η μεταβολή στις εν λόγω συνθήκες, ιδιαίτερα σε μία μεταβατική χρονική περίοδο, οδήγησε στην αναστροφή των ευνοϊκών τάσεων και την ανάσχεση της δυναμικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι οι προβλέψεις δεν ενσωματώνουν στατιστική πληροφόρηση που αποτυπώνει τις συνθήκες μετά την επιβολή της τραπεζικής αργίας και των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και ως εκ τούτου δεν απεικονίζουν τις τυχόν επιπτώσεις αυτής της σημαίνουσας αρνητικής διαταραχής στο εσωτερικό της οικονομίας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου